«Ο θάνατος έχει τον τελευταίο λόγο» λέει ένα αρχαίο λατινικό γνωμικό, αλλά ένας άνθρωπος το αγνόησε επιδεικτικά, σε πολλές και διαφορετικές καταστάσεις. Το μαρτυρά, άλλωστε, το γεγονός ότι έφυγε από αυτόν τον κόσμο σχεδόν αιωνόβιος, παρότι πήγε κόντρα σε έναν από τους πιο αιμοσταγείς ανθρώπους του 20ού αιώνα, έζησε τη φρίκη των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, βρέθηκε στο μέτωπο, ενώ ασχολήθηκε και με ένα άθλημα που οι περισσότεροι πρωταγωνιστές τους αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα υγείας, τα οποία και τους λύγισαν. Ο Μαξ Σμέλινγκ, πέθανε στις 2 Φεβρουαρίου του 2005, είναι ένας άνθρωπος που πήγε κόντρα στο ρεύμα, αλλά όχι μόνο ανταμείφθηκε γι’ αυτό, αλλά το όνομά του έγινε θρύλος.

Ο Γερμανός δεν ήταν απλώς ο πρώτος Ευρωπαίος που κατέκτησε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών στην επαγγελματική πυγμαχία. Ήταν μια σπουδαία και πολυεπίπεδη προσωπικότητα. Μάλιστα, το γεγονός ότι αναδείχθηκε έκτος στη λίστα με τους κορυφαίους αθλητές της χώρας του τον 20ό αιώνα, ίσως να τον αδικεί, καθώς όταν μεσουρανούσε, πολλοί από όσους κλήθηκαν να λάβουν μέρος στη σχετική ψηφοφορία δεν είχαν καν γεννηθεί. Ωστόσο, και μόνο ότι βρέθηκε τόσο ψηλά, μεταξύ 100.000 και πλέον υποψηφίων, δείχνει το πόσο σπουδαίος ήταν. Άλλωστε, η Γερμανία είναι μια χώρα με μεγάλη αθλητική παράδοση και κουλτούρα.

Ο άνθρωπος που τον ενέπνευσε και ο πρώτος παγκόσμιος τίτλος

Ο Μαξιμίλιαν Άντολφ Ότο Σίγκφριντ «Μαξ» Σμέλινγκ, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου του 1905 σε ένα χωριό λίγο πιο βόρεια από το Βερολίνο. Ασχολήθηκε με το μποξ στην εφηβεία του, όταν ο πατέρας του τον πήρε να δουν μια ταινία με τη μάχη μεταξύ δύο θρύλων του αθλήματος, του Τζακ Ντέμπσεϊ και του Τζορτζ Κάρμπεντιερ. Λίγο αργότερα άρχισε να κάνει τα πρώτα του βήματα στην πυγμαχία και δεν άργησε πολύ να γίνει επαγγελματίας.

Μπορεί να του άρεσε το μαχητικό και εν πολλοίς άναρχο στιλ του Ντέμπσεϊ, με πολύ τρέξιμο, αλλά ο Σμέλινγκ ανέπτυξε έναν πιο προσεκτικό, επιστημονικό τρόπο δράσης. Γερμανός άλλωστε… Χρησιμοποιώντας αυτό το στιλ, κέρδισε 17 από τους πρώτους του 23 αγώνες, 13 από αυτούς με νοκ-άουτ. Το 1925 μπήκε στο ρινγκ με το ίνδαλμά του, που εκείνη την περίοδο ήταν ακόμη παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών και περιόδευε στην Ευρώπη. Αν και οι δύο τους έδωσαν αγώνα μόλις δύο γύρων, ο διάσημος πυγμάχος από τη Μινεσότα αποθέωσε τον αντίπαλό του.

Η εξέλιξη του υπήρξε ραγδαία. Άφησε την ερασιτεχνική πυγμαχία και πέρασε στην επαγγελματική. Το 1927 αναδείχτηκε πρωταθλητής Ευρώπης. Τα… στενά όρια της γηραιάς ηπείρου -τουλάχιστον όσον αφορά το μποξ- δεν μπορούσαν να τον χωρέσουν. Πέρασε στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, αλλά δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί σε ένα ξένο για εκείνον περιβάλλον. Τον βοήθησε, όμως, ένας Εβραίος μάνατζερ, ο Τζο Γιάκομπς. Έτσι, μέσα σε δυο χρόνια έφτασε στη διεκδίκηση του παγκόσμιου τίτλου. Στις 12 Ιουνίου 1930 νίκησε τον Αμερικανό Τζακ Σάρκι, καθώς ο αντίπαλός του αποβλήθηκε για αντιαθλητικό χτύπημα και έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος που ανέβηκε στην κορυφή του κόσμου.

Ο αγώνας που τον σημάδεψε για πάντα

Οι επιτυχίες του Σμέλινγκ τράβηξαν το ενδιαφέρον του Αδόλφου Χίτλερ, ο οποίος είχε καταφέρει να αναρριχηθεί στη γερμανική εξουσία. Το προφίλ του έδειχνε (και ήταν) ιδανικό για την προπαγάνδα του. Ένας ψηλός, γεροδεμένος, ξανθός, στα πρότυπα της Άριας φυλής, που έδερνε τους μαύρους στην Αμερική και έδινε… διαπιστευτήρια ανωτερότητας. Στα μάτια του Φύρερ αποτελούσε το ιδανικό προπαγανδιστικό «εργαλείο» για το καθεστώς του.

Το ενδιαφέρον του Άντολφ (Χίτλερ) για τον εν μέρει συνονόματό του (Σμέλινγκ) κορυφώθηκε στις 9 Ιουνίου του 1936. Σε ένα γεμάτο στάδιο των Γιάνκις, μπροστά σε 60.000 κόσμο, έβρισκε απέναντί του τον Τζο Λιούις. Ο Αφροαμερικανός «Εξολοθρευτής» από τη Νεβάδα ήταν το μεγάλο φαβορί, όμως ο Γερμανός αποδείχθηκε πως είχε τον τρόπο του. Έβγαλε τον αντίπαλό του νοκ-άουτ στον 12ο γύρο (από τους 15) και το όνομά του άρχισε να γίνεται θρύλος.

Ο λευκός και ξανθός Σμέλινγκ τις «έβρεξε» για τα καλά στον μαύρο Λιούις και η… όρεξη του Φύρερ άνοιξε για τα καλά. Ο Χίτλερ κάλεσε τον 31χρονο -τότε- πυγμάχο για τσάι, κάτι που άλλωστε είχε κάνει και ο Φράνκλιν Ρούσβελτ. Ο Σμέλινγκ δεν είχε μεγάλη σχέση με την πολιτική και τα κόμματα και έτσι έμεινε… στήλη άλατος όταν ο ηγέτης της χώρας τού είπε ότι έπρεπε να «ξεφορτωθεί» τον Γιάκομπς. Ο λόγος; Προφανής. Επειδή ήταν Εβραίος… Εκείνος, όμως, αρνήθηκε επιδεικτικά την προτροπή.

Ο εχθρός του Φύρερ, που δεν είχε πατρίδα, αλλά πολέμησε στη μάχη της Κρήτης

Ο Σμέλινγκ έμεινε πιστός στον Γιάκομπς και πήγε να υπερασπιστεί τον τίτλο του δύο χρόνια αργότερα, το 1938, ξανά εναντίον του Λιούις. Τα νέα για τον τρόπο που είχε αντιδράσει στην προτροπή του Χίτλερ, είχαν γίνει γνωστά και στις ΗΠΑ, είχε αρχίσει να γίνεται συμπαθής, αλλά εκ των πραγμάτων δεν είχε υποστηρικτές. Άλλωστε, πολλοί ήταν εκείνοι που από την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού θεωρούσαν ότι ήταν εκπρόσωπος των Ναζί. Ο Σμέλινγκ έπεσε νοκ-άουτ στον πρώτο γύρο και η επιθυμία του κόσμου έγινε πραγματικότητα. Ενδόμυχα, ίσως να πραγματοποιήθηκε και το δικό του «θέλω».

«Τελικά, ευτυχώς που έχασα τον αγώνα. Εάν νικούσα και πήγαινα πίσω στη Γερμανία με νίκη, θα με βράβευαν χωρίς να το θέλω. Μετά τον πόλεμο θα μπορούσα να είχα θεωρηθεί εγκληματίας πολέμου», είχε δηλώσει ο Σμέλινγκ, αρκετά χρόνια αργότερα για τον συγκεκριμένο αγώνα.

Μπορεί να είχε απέχθεια για το ναζιστικό καθεστώς, αλλά όταν ο πόλεμος ξέσπασε στον πλανήτη, δεν λιποτάκτησε. Μάλιστα, ήταν ο μοναδικός από τους κορυφαίους αθλητές της Γερμανίας που τον έστειλαν στο μέτωπο. Πλήρωσε τη… συμπάθεια που του είχε ο Φύρερ. Κατατάχθηκε στο επίλεκτο σώμα των αλεξιπτωτιστών Fallschirmjagers και πήρε μέρος στη Μάχη της Κρήτης. Στις 20 Μαΐου 1941, την πρώτη ημέρα της μάχης, έπεσε με το αλεξίπτωτό του στην περιοχή του Μάλεμε. Κατά την πτώση του έχασε επαφή με την ομάδα του και τα ίχνη του χάθηκαν για ένα μικρό διάστημα. Τότε ήταν που «πέθανε» για πρώτη φορά.

Όταν εντοπίστηκε ζωντανός, οι Ναζί ξεκίνησαν προπαγάνδα για δήθεν κατορθώματά του, για τα οποία -φυσικά- δεν ευθυνόταν ο ίδιος. Τίποτα από όλα αυτά δεν ίσχυε. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των συμπολεμιστών του, ο Σμέλινγκ είχε δυσεντερία το βράδυ πριν από την επιχείρηση. Το ανέφερε στον διοικητή του, αλλά παρά τις αρχικές αντίθετες προθέσεις του, πήρε διαταγή να τον βάλει στο αεροπλάνο. Έτσι, με τον πυρετό να έχει χτυπήσει… κόκκινο, έπεσε μαζί με τους άλλους, αλλά ήταν τόσο εξαντλημένος που δεν μπορούσε να βαδίσει.

Από το μέτωπο, σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και… στα πολλά λεφτά

Αφού πρώτα βρέθηκε ζωντανός, στη συνέχεια διακομίστηκε σε νοσοκομείο στην Αθήνα, το οποίο είχαν καταλάβει οι κατοχικές δυνάμεις. Μέχρι την ολοκλήρωση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης αιχμαλώτων. Πολλοί κρατούμενοι τον αναγνώρισαν και προσπάθησαν να τον κάνουν φίλο τους, για να ακούν τις τρομερές πυγμαχικές του ιστορίες και να καταλαγιάζει ο πόνος της αιχμαλωσίας τους.

Όταν ο πόλεμος τελείωσε και γύρισε πίσω στην κατεστραμμένη Γερμανία, είχε χάσει όλη του την περιουσία. Ανέβηκε ξανά στα ρινγκ και το 1948 για μετρικά ακόμη… ένσημα στην πυγμαχία, την οποία εγκατέλειψε με απολογισμό 56 νίκες (40 με νοκ-άουτ), 10 ήττες και 4 ισοπαλίες. Στο διάστημα αυτό έδωσε πέντε αγώνες, στους οποίους νίκησε σε τρεις.

Από το 1950 και μετά δραστηριοποιήθηκε στον τομέα των επιχειρήσεων, στον οποίον τον βοήθησαν (κάρμα) για ακόμη μια φορά δύο Εβραίοι, ώστε να ορθοποδήσει οικονομικά. Ήταν εκείνοι που άνοιξαν το εργοστάσιο της Coca Cola στη Γερμανία, του οποίου έγινε στη συνέχεια επικεφαλής. Έγινε επιτυχημένος επιχειρηματίας και βοήθησε πολύ κόσμο, έχοντας πλέον αυτήν τη δυνατότητα. Ανάμεσά τους ήταν και ο άλλοτε μεγάλος του αντίπαλος, ο Τζo Λιούις. Τον στήριξε οικονομικά όταν ο Αμερικανός έβγαλε σημαντικά θέματα υγείας και η φιλία τους αποτέλεσε ένα παράδειγμα αλληλεγγύης και σεβασμού.

Το περήφανο «αντίο» στη γεμάτη από όλες τις απόψεις ζωή του

Το ίδρυμα Μαξ Σμέλινγκ ακόμη και σήμερα έχει να επιδείξει ένα σημαντικό κοινωφελές έργο. Ο «μαύρος ουλάνος του Ρήνου», όπως ήταν το προσωνύμιό του (ουλάνοι ήταν οι λογχοφόροι ιππείς του πρωσικού στρατού), έζησε με τον αθλητισμό μέχρι τα βαθιά γεράματα. Το 1992 μπήκε στο Διεθνές Hall Of Fame, όντας ο πρώτος Γερμανός που κατάφερε κάτι τέτοιο.

Η κηδεία του, τον Φεβρουάριο του 2005 έγινε παρουσία μόλις 12 ατόμων. Αλλά, στην επιμνημόσυνη τελετή που πραγματοποιήθηκε σχεδόν έναν μήνα αργότερα, παραβρέθηκαν περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι, από τον χώρο των επιχειρήσεων, της πολιτικής και φυσικά του αθλητικού στερεώματος. Η παρουσία πλάι, πλάι των Φραντς Μπεκενμπάουερ και Ούβε Ζέλερ, των τότε προέδρων των Μπάγερν Μονάχου και Αμβούργου, είναι μια ενδεικτική εικόνα.

«Κατέβηκε από το ρινγκ μετά από 99 γύρους…», είχε δηλώσει ο τότε υπουργός Αθλητισμού της Γερμανίας, κατά τη διάρκεια τελετής. Αν και κάποιοι… φρόντισαν να τον κατεβάσουν από το ρινγκ πολλά χρόνια νωρίτερα.



Πηγή