6+1 επίπεδα εισφορών για τους επαγγελματίες
Ενα νέο, τελείως διαφορετικό σύστημα υπολογισμού των εισφορών για ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, με 6+1 επίπεδα ασφάλισης ελεύθερης επιλογής, κατώτερη εισφορά στα 210 και ανώτερη στα 566 ευρώ τον μήνα, ευνοϊκότερο καθεστώς για όλους τους επαγγελματίες κατά τα πρώτα 5 χρόνια της δραστηριοποίησής τους με εισφορά 126 ευρώ, αλλά και σταθερό ύψος ασφαλίστρων υγείας στα 60 ευρώ, περιλαμβάνει το σχέδιο του υπουργείου Εργασίας, σε συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΣτΕ. Για τον πρωτογενή τομέα (αλιείς, αγρότες, κτηνοτρόφους) τα ασφάλιστρα διαμορφώνονται χαμηλότερα από αυτά των υπόλοιπων μη μισθωτών, ενώ εφαρμόζεται και η προβλεπόμενη σταδιακή αύξηση του ασφαλίστρου κύριας σύνταξης έως τον Ιανουάριο του 2022.
Το οριστικό σχέδιο που παρουσιάστηκε από τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Γιάννη Βρούτση και εγκρίθηκε από την κυβέρνηση, παρουσιάζει σήμερα η «Κ». Αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή, μαζί με τις υπόλοιπες διατάξεις της νέας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, πιθανότατα αμέσως μετά με το φορολογικό σχέδιο νόμου, καθώς ο συνδυασμός των δύο μεταρρυθμίσεων θα έχει ως αποτέλεσμα, στη συντριπτική τους πλειονότητα οι ελεύθεροι επαγγελματίεςκαι οι αυτοαπασχολούμενοι να είναι ωφελημένοι. Στην πράξη, τα 1.300 ευρώ που προκύπτουν από τη μείωση του φόρου –μέχρι τις 10.000 ευρώ– από το 22% στο 9%, θα υπερκαλύψει την όποια επιβάρυνση προκύπτει από την αύξηση των εισφορών στους ασφαλισμένους – μη μισθωτούς που μέχρι σήμερα καταβάλλουν τα κατώτατα όρια.
Μιλώντας στην «Κ» ο υπουργός Εργασίας και εμπνευστής του νέου καινοτόμου συστήματος εισφορών Γιάννης Βρούτσης, επισημαίνει ότι «στηρίζοντας έμπρακτα τη δημόσια κοινωνική ασφάλιση, φιλοδοξούμε να γίνει πιο ισχυρή και ελκυστική, μέσα από την απλούστευση της διαδικασίας υπολογισμού των εισφορών σε 1,44 εκατ. μη μισθωτούς, την ενίσχυση της ανταποδοτικότητας του συστήματος, την αύξηση της εμπιστοσύνης των ασφαλισμένων και την καλλιέργεια ασφαλιστικής συνείδησης».
Αναλυτικά, το νέο σύστημα ασφαλιστικών εισφορών για 1,44 εκατ. μη μισθωτούς προβλέπει:
• Θεσπίζονται 6 επίπεδα εισφορών. Το κατώτατο επίπεδο εισφορών κύριας σύνταξης καθορίζεται στα 155 ευρώ, ύψος που σύμφωνα με τις μελέτες που έχει στα χέρια του ο υπουργός Εργασίας Γ. Βρούτσης, από την αρμόδια ομάδα εργασίας που συστάθηκε για τον σκοπό αυτό, οδηγεί έπειτα από 30 έτη ασφάλισης σε τελική σύνταξη της τάξης των 588,37 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου. Το συνολικό ποσοστό αναπλήρωσης ανέρχεται σε 75,92%. Οι εισφορές κύριας σύνταξης προσαυξάνονται έως και το 6ο επίπεδο, έτσι ώστε το ύψος της εισφοράς να καθορίζεται ως εξής: 1ο επίπεδο (κατώτατο) 155 ευρώ, 2ο επίπεδο 186 ευρώ, 3ο επίπεδο 236 ευρώ τον μήνα, 4ο επίπεδο 297 ευρώ, 5ο επίπεδο 369 ευρώ, και 6ο επίπεδο 500 ευρώ τον μήνα. Το ύψος εισφοράς στο 6ο επίπεδο (ανώτατο) αντιστοιχεί στο ύψος της μέγιστης εισφοράς που θα καταβάλλει ο εργαζόμενος μισθωτός για κύρια σύνταξη, όταν ο κατώτατος μισθός ανέλθει στα 750 ευρώ, ήτοι με μηνιαίο μισθό 7.500 ευρώ (750x10x6,67%=500,25 ευρώ).
• Οι εισφορές υγείας ξεκινούν από 55 ευρώ και από το 2ο επίπεδο και μετά παραμένουν σταθερές στα 66 ευρώ τον μήνα, με στόχο να υπάρξει κίνητρο επιλογής υψηλότερων εισφορών. Αναλυτικά, οι εισφορές υγείας διαμορφώνονται ως εξής: 1ο επίπεδο 55 ευρώ (50 ευρώ εισφορές για παροχές υγείας σε είδος + 5 ευρώ σε χρήμα), 2ο έως και 6ο επίπεδο 66 ευρώ (60 για παροχές σε είδος και 6 ευρώ για παροχές σε χρήμα). Πρόκειται για ένα καινοτόμο σύστημα, όπου για ίδιες παροχές – υπηρεσίες υγείας, οι αυτοαπασχολούμενοι θα καταβάλλουν πλέον ίδιες εισφορές. Με τον τρόπο αυτό μάλιστα, η επιλογή υψηλότερου επιπέδου εισφορών από το μη μισθωτό, οδηγεί σε σημαντικά υψηλότερη ανταποδοτική παροχή – σύνταξη.
• Τα τελικά ποσά που θα κληθούν να καταβάλλουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι, από τις αρχές του 2020 διαμορφώνονται ως εξής: 1ο επίπεδο 210 ευρώ, 2ο επίπεδο 252 ευρώ, 3ο επίπεδο 302 ευρώ τον μήνα, 4ο επίπεδο 363 ευρώ, 5ο επίπεδο 435 ευρώ, και 6ο επίπεδο 566 ευρώ τον μήνα.
• Για όλους τους νέους ασφαλισμένους (και όχι μόνο για τους επιστήμονες) θεσπίζεται χαμηλότερο επίπεδο εισφορών, στα 126 ευρώ τον μήνα για τα πρώτα 5 έτη ασφάλισης, που αντιστοιχούν σε 93 ευρώ για κύρια σύνταξη, 3 ευρώ για παροχές σε χρήμα και 30 ευρώ για παροχές υγείας σε είδος.
• Για τους ασφαλισμένους στον πρώην ΟΓΑ διατηρείται το κατώτατο ύψος εισφορών και δεν προκύπτει οποιαδήποτε αύξηση, παρά μόνο στρογγυλοποιήσεις ή μειώσεις.
• Ο κάθε ασφαλισμένος θα επιλέγει ελεύθερα, τον Δεκέμβριο κάθε έτους, το επίπεδο εισφορών για το επόμενο.
• Η επιλογή του θα καθορίζει αντίστοιχα και το επίπεδο των συντάξιμων αποδοχών και της μελλοντικής σύνταξης. Για παράδειγμα, στο 1ο επίπεδο των 210 ευρώ αντιστοιχούν συντάξιμες αποδοχές της τάξης των 775 ευρώ τον μήνα, βάσει των οποίων υπολογίζονται οι μελλοντικές παροχές.
• Το ύψος της σύνταξης υπολογίζεται με τους ίδιους κανόνες που εφαρμόζονται για τους μισθωτούς. Αναλυτικά, οι συντάξιμες αποδοχές με βάση τις εισφορές διαμορφώνονται ως εξής: 1ο επίπεδο 775 ευρώ, 2ο επίπεδο 930 ευρώ, 3ο επίπεδο 1.180 ευρώ τον μήνα, 4ο επίπεδο 1.485 ευρώ, 5ο επίπεδο 1.845 ευρώ, και 6ο επίπεδο 2.501 ευρώ τον μήνα.
• Οι εισφορές αποσυνδέονται από το εισόδημα (λειτουργώντας έτσι, αποτρεπτικά στη φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή), αλλά και από την αύξηση του κατώτατου μισθού. Εξακολουθούν να εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα και θα αναπροσαρμόζονται ετησίως με βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από το ποσοστό μεταβολής του ΑΕΠ και κατά 50% από το ποσοστό μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους.
Αξιοπρεπείς συντάξεις
Σύμφωνα με τον κ. Βρούτση, το νέο σύστημα είναι το πιο απλό που υπήρξε ποτέ, αποσυνδέει τις εισφορές από τα χρόνια εργασίας αλλά και το εισόδημα ώστε πλέον το ασφαλιστικό να μην είναι φορολογικό. Ο καθένας θα επιλέγει ελεύθερα το επίπεδο εισφορών που θα πληρώνει και αντίστοιχα, της μελλοντικής του σύνταξης. Μάλιστα, βάσει των υπολογισμών, το ύψος των ασφαλίστρων αφενός οδηγεί σε «αξιοπρεπείς» συντάξεις, αφετέρου δεν πλήττει πλέον υπέρμετρα το παραγόμενο εισόδημα των μη μισθωτών.
Τρεις επιλογές για την επικουρική ασφάλιση και το εφάπαξ
Διαφορετικά επίπεδα ασφαλιστικών εισφορών θεσπίζονται με την προωθούμενη μεταρρύθμιση του υπουργείου Εργασίας, για πρώτη φορά, και για τους περίπου 250.000 μη μισθωτούς που έχουν επικουρική ασφάλιση ή ασφάλιση για εφάπαξ παροχή.
Το πρώτο επίπεδο αντιστοιχεί στο σημερινό κατώτατο επίπεδο εισφορών, ενώ δίνεται η επιλογή στους ασφαλισμένους να επιλέξουν μεταξύ άλλων δύο επιπέδων που με υψηλότερες εισφορές οδηγούν σε αυξημένες παροχές. Η παρέμβαση αυτή του υπουργείου Εργασίας και για τις εισφορές μη μισθωτών προς το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ) κρίθηκε αναγκαία για λόγους εναρμόνισης, δεδομένου ότι θα τροποποιηθεί το ισχύον σήμερα σύστημα υπολογισμού των εισφορών κύριας ασφάλισης και υγείας.
Δείχνει όμως και την επιλογή να στηριχθεί η δημόσια κοινωνική ασφάλιση, και το σύστημα της νοητής κεφαλαιοποίησης που εφαρμόστηκε κατά την πρώτη θητεία του κ. Βρούτση στο υπουργείο Εργασίας, και σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΤΕΑΕΠ οδήγησε το Ταμείο σε πλεονασματική λειτουργία.
Οι βασικοί άξονες για την προωθούμενη αναμόρφωση των ασφαλιστικών εισφορών για την επικουρική ασφάλιση των ελεύθερων επαγγελματιών – αυτοαπασχολουμένων είναι οι εξής:
• Αποσυνδέεται ο υπολογισμός της εισφοράς από τον κατώτατο βασικό μισθό.
• Θεσπίζονται τρία επίπεδα εισφορών. Το κατώτατο επίπεδο αντιστοιχεί στο ύψος των εισφορών που ισχύει σήμερα. Συγκεκριμένα, το 1ο επίπεδο εισφορών ορίζεται στα 42 ευρώ τον μήνα, το 2ο στα 51 και το 3ο στα 61 ευρώ. Να σημειωθεί ότι λόγω της ήδη νομοθετημένης μείωσης των εισφορών επικουρικής σύνταξης από 1η Ιουνίου 2022, τα παραπάνω επίπεδα ισχύουν από 1/1/2020 έως 30/5/2022. Από 1/6/2022 και μετά, το 1ο επίπεδο διαμορφώνεται στα 39 ευρώ, το 2ο στα 47 και το 3ο στα 56 ευρώ τον μήνα.
• Με βάση την εισφοροδοτική τους ικανότητα, οι ασφαλισμένοι θα μπορούν να επιλέγουν, ελεύθερα, το επίπεδο των εισφορών τους.
• Ο υπολογισμός της επικουρικής σύνταξης δεν αλλάζει.
• Οι εισφορές θα αναπροσαρμόζονται ετησίως με βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από το ποσοστό μεταβολής του ΑΕΠ και κατά 50% από το ποσοστό μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή.
Εφάπαξ. Δυνατότητα επιλογής υψηλότερης ασφαλιστικής εισφοράς και κατά συνέπεια υψηλότερου εφάπαξ αποκτούν και οι περίπου 165.000 ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι που είναι ασφαλισμένοι για εφάπαξ στο ΕΤΕΑΕΠ. Το πρώτο επίπεδο εισφορών ορίζεται στα 26 ευρώ, που αντιστοιχούν στις σημερινές εισφορές που καταβάλλουν οι μη μισθωτοί για εφάπαξ, ήτοι 4% επί του κατώτατου μισθού των 650 ευρώ. Και σε αυτή την περίπτωση επελέγη η αποσύνδεση του υπολογισμού της εισφοράς από τον κατώτατο μισθό. Θεσπίζονται επίσης άλλα δύο επίπεδα εισφορών. Ετσι, το 1ο επίπεδο διαμορφώνεται στα 26 ευρώ, το 2ο στα 31 ευρώ και το 3ο στα 37 ευρώ τον μήνα.
Και στις εισφορές για το εφάπαξ, ισχύει δε ο ίδιος μηχανισμός αναπροσαρμογής που ισχύει για τις εισφορές κύριας και επικουρικής σύνταξης, ενώ και σε αυτήν την περίπτωση ο υπολογισμός των παροχών δεν διαφοροποιείται.
Το κέρδος από το «πακέτο» ασφαλιστικού – φορολογικού
«Κερδισμένοι» του νέου συστήματος είναι όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι με εισόδημα άνω των 20.000 ευρώ, καθώς εξαρχής θα αποκτήσουν δυνατότητα καταβολής σημαντικά χαμηλότερων εισφορών. Σημαντική όμως εκτιμάται ότι θα είναι η ελάφρυνση και για τους υπόλοιπους μη μισθωτούς, καθώς οι αλλαγές στις εισφορές πάνε «πακέτο» με το νέο φορολογικό σύστημα που προωθείται. Για παράδειγμα, σήμερα, ελεύθερος επαγγελματίας με ετήσιο εισόδημα 9.000 ευρώ καταβάλλει εισφορές για κύρια σύνταξη και υγεία 182 ευρώ τον μήνα, ή 2.186 ευρώ τον χρόνο και πληρώνει φόρο 1.499 ευρώ. Μετά τις δύο μεταρρυθμίσεις, θα καταβάλλει εισφορές 210 ευρώ τον μήνα ή 2.516 τον χρόνο και φόρο 584 ευρώ. Συνεπώς, θα έχει καθαρό όφελος στο εισόδημά του της τάξεως των 585 ευρώ. Αντίστοιχα, επαγγελματίας με ετήσιο εισόδημα 15.000 ευρώ, σήμερα πληρώνει εισφορές 254 ευρώ το μήνα (3.042 ευρώ τον χρόνο) και φόρο 2.631 ευρώ. Με το νέο σύστημα, στο 1ο επίπεδο εισφορών, θα καταβάλλει ετήσιες εισφορές 2.516 ευρώ και φόρο 1.336 ευρώ, με συνολικό καθαρό όφελος 1.821 ευρώ. Ακόμη κι αν ο ίδιος ασφαλισμένος επιλέξει το 2ο επίπεδο με τα 252 ευρώ τον μήνα, ήτοι 3.019 ευρώ τον χρόνο, το όφελος θα είναι της τάξεως των 1.318 ευρώ.