Αύξηση-ρεκόρ στο έλλειμμα του προϋπολογισμού της Αυστρίας
Η κρίση του κορονοϊού προκάλεσε αύξηση-ρεκόρ στο έλλειμμα του προϋπολογισμού στην Αυστρία μέσα στο 2020 κατά 8,9% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) ή κατά 33,2 δισεκατομμύρια ευρώ, που είναι και το υψηλότερο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δήλωσε σήμερα ο γενικός διευθυντής Στατιστικής Αυστρίας Τομπίας Τόμας στην παρουσίαση των δημόσιων οικονομικών, σημειώνοντας ότι στο τέλος του 2019 το πλεόνασμα ήταν 2,4 δισεκατομμύρια ευρώ ή 0,6% της οικονομικής παραγωγής.
Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε απόλυτους όρους κατά 34,8 δισεκατομμύρια ευρώ και ανήλθε στα 315,2 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του έτους, ενώ η αναλογία του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αυξήθηκε στο 83,9%, έναντι του 70,5% του ΑΕΠ στο τέλος του 2019.
Η συγκράτηση των επιπτώσεων της κρίσης του κορονοϊού έχει προκαλέσει φυσικά μία “μαζική” αύξηση στις κρατικές δαπάνες, ανέφερε ο Τομπίας Τόμας, παρατηρώντας ότι τον περασμένο χρόνο αυτές αυξήθηκαν κατά 12,6% ή κατά 24,4 δισεκατομμύρια ευρώ σε συνολικά 217,4 δισεκατομμύρια ευρώ.
Οι επιδοτήσεις αυξήθηκαν αισθητά (κατά 14,1 δισεκατομμύρια ευρώ ή συν 240,7%), γεγονός που οφείλεται κυρίως σε πακέτα κρατικών ενισχύσεων όπως μερική εργασία, επιδοτήσεις σταθερού κόστους ή αντιστάθμιση τζίρου, ενώ το 43% των δαπανών αφορούσε τις κοινωνικές δαπάνες, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 7,5% σε σύγκριση με το 2019.
Ταυτόχρονα, τα κρατικά έσοδα μειώθηκαν „σημαντικά”, και μέσα στο 2020, ανήλθαν σε 184,2 δισεκατομμύρια ευρώ, έχοντας σημειώσει μείωση κατά 11,3 δισεκατομμύρια ευρώ σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Η μεγαλύτερη πτώση, μείον 9,8 δισεκατομμύρια ευρώ, ήταν οι φόροι και οι κοινωνικές εισφορές, οι οποίες ανήλθαν σε 161,0 δισεκατομμύρια ευρώ το 2020.
Οι φόροι επί της παραγωγής και των εισαγωγών (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ) μειώθηκαν κατά 6,4% ή 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ, τα έσοδα από φόρους εισοδήματος και περιουσίας παρουσίασαν μείωση 11,3% ή 6,2 δισεκατομμύρια ευρώ, η οποία οφείλεται κυρίως στις χαμηλότερες εισπράξεις από εταιρικό φόρο (-2,8 δισεκατομμύρια ευρώ), από τον εκτιμώμενο φόρο εισοδήματος (μείον 1,8 δισεκατομμύριο ευρώ) και από το φόρο μισθών (μείον ένα δισεκατομμύριο ευρώ).