Άγιος Χριστοφόρος, ο γιγάντιος Ρέπροβος που φέρει Χριστό
Του Σπύρου Συμεών στην Romfea.gr
Χριστόν φέρων εις τους ώμους μα και εις την ψυχήν σου, Χριστόμορφε, Χριστοφόρε Άγιε που με παρρησία μα και ταπεινότητα τον Χριστό κέρδισες και σε δεκάδες τον γνώρισες.
Η εικόνα του Αγίου Χριστοφόρου είναι ίσως από τις πιο γνωστές στην συνείδηση του χριστιανικού λαού. Είναι ο Άγιος που φέρει στους ώμους του ένα μικρό παιδί με το οποίο πέρασαν μαζί έναν χείμαρρο. Μα το παιδί αυτό φωτοστέφανο φορεί και μορφή γνωστή έχει. Το Παιδί αυτό είναι όμοιο με το Παιδί που Η μάνα μας, η Παναγιά κρατά στην αγκαλιά Της. Δεν είναι άλλος από τον Έναν, τον Μονογενή, τον Λυτρωτή, Αυτόν που στην γη κατέβηκε για να μας ανοίξει και πάλι την κλεισμένη πόρτα του παραδείσου και την παλιά μας αίγλη να μας ξαναδώσει. Το Παιδί αυτό είναι ο Χριστός.
Μα τι να κάνει άραγε ο Χριστός στους ώμους του Αγίου Χριστοφόρου; Ενός αγίου που έζησε σχεδόν τρεις αιώνες μετά τον Χριστό…
Ο Ρέπροβος, ο μετέπειτα Χριστοφόρος (ένας από τους λίγους Χριστόμορφους Αγίους της εκκλησία μας) καταγόταν από μια φυλή γιγάντων η οποία λεγόταν η φυλή των κυνοκέφαλων (κύων σημαίνει σκύλος στα αρχαία ελληνικά και προέρχεται από τα κυνέω-κυνώ που σημαίνει φιλώ και αναφέρεται σε κάποιον που αγαπά να έχει δεσπότη φιλώντας και φυλώντας τον όπως αναφέρει και ο φιλόσοφος Αριστοτέλης). Φυσικά όταν λέμε γίγαντες δεν εννοούμε τα μυθικά εκείνα πλάσματα στα οποία πάει ο νους μας και φυσικά η φυλή των κυνοκέφαλων δεν είχαν κεφάλι σκύλου. Απλά η φυλή τους ήταν πολύ άγρια στην όψη και αναφέρεται ως φυλή γιγάντων διότι ήταν υπερμεγέθης σε σχέση με τους υπόλοιπους ανθρώπους.
Το όνομα Ρέπροβος σημαίνει κολασμένος και ίσως αυτό να είχε να κάνει με την υπεράνθρωπη σωματική του δύναμη η οποία ήταν ικανή πολλές φορές να αναμετρηθεί με στρατό ολόκληρο και ο ίδιος να περάσει αλώβητος ανάμεσα από τον στρατό αυτό εξοντώνοντας κάθε έναν που θα βρισκόταν στο διάβα του προκαλώντας όλεθρο.
Κάποια στιγμή ψάχνοντας μέσα του θέλησε να βρει κάποιον ισχυρότερο από αυτόν κι έτσι αναζητούσε από εδώ και από εκεί κάποιον πιο ισχυρό από αυτόν ώστε να τον υπηρετήσει. Στην αναζήτηση του αυτή κάποιος τον πληροφόρησε ότι ο δυνατότερος άνθρωπος στην γη είναι ο βασιλιάς κι έτσι κι αυτός πήγε στον βασιλιά και ζήτησε να τον υπηρετεί. Ο βασιλιάς γνωρίζοντας για την δύναμη του Ρέπροβου αμέσως τον δέχτηκε και τον έβαλε ως σωματοφύλακα του για να νιώσει ασφάλεια σε κάθε του βήμα.
Μια μέρα όμως ένας περίφημος τραγουδοποιός έμπροσθεν του βασιλιά άρχισε να τραγουδά και να υμνεί την δύναμη του διαβόλου που σύμφωνα με αυτόν ήταν ότι πιο ισχυρό σε τούτον εδώ τον κόσμο. Ο βασιλιάς μπορεί να τρόμαξε και να ζήτησε να τον σταματήσουν μα ο Ρέμπροβος πλανεύθηκε και μετά πολλά και τα λίγα ξεκίνησε να υπηρετεί έναν άλλον ισχυρό-ανίσχυρο τούτου εδώ του κόσμου.
Σίγουρα πολλές φορές τον έβλεπε και οφθαλμοφανώς και έτσι κάποια στιγμή ενήργησε ο Θεός ώστε αυτή η σπίθα που κρυβόταν μέσα στην αγνη ψυχή του αγριόμορφου γίγαντα να δυναμώσει και να σωθεί σώζοντας και άλλες πλανεμένες ψυχές. Κι έτσι καθώς περπατούσε δίπλα στον αόρατο μα ορατό σε αυτόν αφέντη του όταν πέρασαν από ένα σημείο και ο δαίμονας αντίκρισε έναν σταυρό άρχισε να τρέμει από τον φόβο του και σαστισμένος χάθηκε ξαφνικά.
Και κάπως έτσι αν και σε κάποιους μπορεί να μοιάζει με παραμυθάκι ο Ρέπροβος είδε να ξεσκεπάζεται η δαιμονική πλάνη μπροστά στα μάτια του και να αναδεικνύεται η αλήθεια.
Μα για δες που ο Χριστός στην γη ήλθε για τους ”κολασμένους” και τους αμαρτωλούς και όχι για αυτούς που θαρρούν τον εαυτό τους ως ξεχωριστούς, αμόλυντους και καθαρούς.
Και σαν πανάγαθος που είναι περνά πολλές φορές από τις ζωές μας και μας ρίχνει τον σπόρο ώστε να τον εκμεταλλευτούμε και να τον καλλιεργήσουμε προκειμένου την χαμένη μας αίγλη να ξανακερδίσουμε δίπλα στον δικό Του θρόνο.
Άρχισε να ρωτά λοιπόν ο Ρέπροβος από εδώ και από εκεί ξανά, αυτή την φορά να μάθει για τον σταυρό. Κι έμαθε πως ο σταυρός είναι αυτός που ευλαβούνται οι χριστιανοί και πάνω σε αυτόν σταυρώθηκε ο Υιός του Θεού για να σώσει τους ανθρώπους. Μπορεί από αυτά που του είπαν στην αρχή να μην καταλάβαινε και πολλά μα τον συνεπήρε η Θεία Χάρις κι έτσι άρχισε η σπίθα μέσα του να ανάβει…
Και τώρα άρχισε όχι να υπηρετεί κάτι το φθαρτό και το γήινο αλλά προσπαθούσε να φανεί χρήσιμος στους συνανθρώπους του. Κι έτσι κάπως κατέληξε να προσεύχεται όπως αυτός μπορούσε κι ένιωθε, έμεινε δίπλα από έναν ποταμό ο οποίος ενίοτε φούσκωνε τα νερά του και ήταν απροσπέλαστος για τους άλλους ανθρώπους. Ο Ρέπροβος διακονούσε όποιον ήθελε στην απέναντι όχθη να περάσει κι έτσι χρησιμοποιούσε την ρωμαλέα και ασύγκριτη για τα ανθρώπινα δεδομένα δύναμη του για να βοηθάει τους ανθρώπους μα και έτσι εξασκούταν στην υπομονή, την προσευχή και την διακονία..
Μα μια μέρα τον πλησίασε ένα χαριτωμένο Παιδί, όμορφο, γαλήνιο και πολύ γλυκό στην όψη. Ζήτησε από τον Ρέπροβο να τον περάσει στην απέναντι όχθη του ποταμού και αμέσως ο Ρέπροβος έσκυψε και ανασήκωσε στους ώμους του το μικρό αυτό Αγόρι. Άρχισε να εισέρχεται εντός του ποταμού με το Παιδί στους ώμους του μας όσο προχωρούσε ένιωθε το βάρος να μεγαλώνει ολοένα και πιο πολύ. Που να ‘ξερε ο απλοϊκός στην καρδία Ρέπροβος ποιον κουβαλούσε…
Κάποια στιγμή κόντεψε να πνιγεί αφού το Παιδί έγινε τόσο βαρύ που ο Ρέπροβος άρχισε να βυθίζεται έως και το κεφάλι στο νερό. Μα με επιμονή, υπομονή και χωρίς να αντιδράσει προσπάθησε να βγάλει εις πέρας την αποστολή του.
Και τα κατάφερε…!!
Όταν έφτασε στην άλλη όχθη άφησε το Παιδί στο έδαφος και ένιωσε κάπως περίεργα, κάτι παράδοξο του είχε συμβεί και το ανέφερε το Παιδί αυτό. Του είπε πως ήταν τόσο βαρύ που δεν το είχε ξανασυναντήσει. Και ολόκληρο τον κόσμο να είχε στις πλάτες του θα ήταν ελαφρότερος.
Το Παιδί του χαμογέλασε και του είπε σαφώς πως Αυτός ήταν βαρύτερος γιατί ήταν ο ίδιος ο Πλάστης του κόσμου τούτου και για να το πιστέψει αυτό Ρέπροβος τον παρότρυνε να φυτέψει το μπαστούνι που κρατείς και έως την επαύριον θα έχει βλαστήσει. Πράγμα το οποίο και έγινε.
Αργότερα συνάντησε έναν άγιο επίσκοπο, τον Άγιο Βαβύλα και ζήτησε να βαπτισθεί. Ο Άγιος Βαβύλας τον βάπτισε και του έδωσε εξαιτίας του γεγονότος που είχε προηγηθεί το όνομα Χριστοφόρος. Οι διωγμοί όμως κατά των χριστιανών δεν είχαν πάψει, αντιθέτως είχαν θεριέψει, μιας και στον θρόνο βρισκόταν ο Δέκιος.
Ο Χριστοφόρος επενέβαινε και έσωζε από βασανισμούς και συλλήψεις πολλούς χριστιανούς με αποτέλεσμα αυτό να το μάθει ο Δέκιος και να στείλει 200 στρατιώτες για να καταστεί δυνατή η σύλληψη του. Όταν οι στρατιώτες βρήκαν τον Χριστοφόρο αυτός δεν έφερε καμία αντίσταση, μα ίσα ίσα προσπάθησε να τους φιλοξενήσει και μάλιστα πήρε στα χέρια του ένα ξερό κομμάτι ψωμί που είχε για την δική του σίτιση και ψελλίζοντας λόγια προσευχής ξαφνικά από αυτό το ξερό ψωμί χόρτασαν και οι 200 στρατιώτες. Αυτό όμως αποτέλεσε αφορμή για τους στρατιώτες να γνωρίσουν δια μέσου του Χριστοφόρου, τον Χριστό μιας και γνώριζαν τον πρότερο βίο του Χριστοφόρου και είδαν την μετατροπή του μα και το θαύμα μπρος τα μάτια τους. Του ζήτησαν να τους μιλήσει για τον Χριστό κι αυτό τους σαγήνευσε μέσα από τα βιώματά του και κάπως έτσι άλλες διακόσιες ψυχές ασπάσθηκαν τον χριστιανισμό.
Ο άγιος παρουσιάστηκε μπροστά στον Δέκιο ο οποίος προσπάθησε να τον πάρει με το μέρος του γνωρίζοντας το πόσο δυνατός ήταν, μπορεί να ήταν εξοργισμένος με το περιστατικό όπου 200 στρατιώτες του έγιναν χριστιανοί μα η αιτία ήταν ο Χριστοφόρος όποτε προσπαθούσε να τον μεταβάλει. Μάταια όμως…
Ο Χριστοφόρος γνώρισε εκεί δυο γυναίκες την Ακυλίνα και την Καλλινίκη, οι οποίες μάλλον ήταν πόρνες οι οποίες διέμεναν στον στρατώνα των Ρωμαίων με ότι αυτό συνεπάγεται. Κι όμως με προσευχή τους μίλησε κι αυτές αναγνωρίζοντας την κενότητα των πράξεων και της ζωής τους πίστεψαν στον Χριστό.
Ο Δέκιος εξοργήσθηκε και διέταξε να τις κρεμάσουν από τα μαλλιά ενώ στα πόδια τους να δέσουν βαριές πέτρες έως ότου ξεψυχήσουν, αν δεν απαρνηθούν την Χριστό. Η δεν μάρτυς Ακυλίνα υπέκυψε στα βασανιστήρια πρώτη και η ψυχή της στεφανώθηκε τον Χριστό, η δε Καλλινίκη όμως ζήτησε να θυσιάσει στα είδωλα ή μάλλον πιο ορθά προφασίσθηκε κι έτσι την κατέβασαν και την οδήγησαν στον ναό. Εκεί η Καλλινίκη όμως δεν θυσίασε αλλά με τόλμη έριξε και κατέστρεψε τα αγάλματα των ειδωλολατρικών θεοτήτων και οι στρατιώτες την έπιασαν ξανά και αμέσως την σούβλισαν, κι έτσι μία ακόμη μάρτυς προστέθηκε στην χωρία των Αγίων.
Τον δε Χριστοφόρο μετά από πολλά βασανιστήρια στα οποία ο Άγιος τα υπέμεινε μα και ο Θεός με παρεμβάσεις του τον κράτησε ανέγγιχτο από τον πόνο και την φθορά αυτών ώστε κάπως έτσι πολλοί που το αντίκρισαν αυτό πίστεψαν στον Θεό του Χριστοφόρου, στον Έναν και Αληθινό. Ο Δέκιος όμως τυφλωμένος δεν μπόρεσε να δει την Αλήθεια και διέταξε τον αποκεφαλισμό του, η δε ψυχή του παρελήφθηκε από μυριάδες αγγέλων που τον οδήγησαν σε θρόνο κοντά στον Χριστό για να είναι αιώνιος μεσίτης κάθε ψυχής που ζητά την θαλπωρή, την αλήθεια μα και την αιώνια ζωή!!
Το μαρτύριο του έγινε το έτος 251 μ. Χ.
Ο Άγιος Χριστοφόρος τιμάται στις 9 Μαΐου και είναι προστάτης των οδοιπόρων και κατ’ επέκταση των οδηγών μα και του Σώματος Ανεφοδιασμού και Μεταφορών του Ελληνικού Στρατού. Η εικονογράφηση του ως κυνοπρόσωπου αγίου συναντάται για πρώτη φορά τις αρχές του 17ου αιώνα σε εργαστήρια αγιογραφίας της Μέσης Ανατολής που παράφρασαν προφανώς την ονομασία της φυλής του Αγίου και θεώρησαν ότι ήταν σκυλοπρόσωποι. Όπως και να έχει όμως η επίκληση του ονόματος του θαύματα πραγματοποιεί διότι φέρει Χριστό!!!