Ακρίβεια: Καταναλωτές σε απόγνωση, αγωνία σε επιχειρήσεις και παραγωγούς
Δέκα βδομάδες μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, με τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων και του φυσικού αερίου να αγγίζουν ιστορικά ρεκόρ προκαλώντας ασφυξία στα λειτουργικά κόστη παραγωγών και μεταποιητών, ο διψήφιος πληθωρισμός δεν τρομάζει μόνο τους καταναλωτές, αλλά και τις επιχειρήσεις.
Ηδη στην αγορά παρατηρούνται δυσκολίες, αν όχι ελλείψεις, στην προμήθεια πρώτων υλών και υλικών συσκευασίας, από τα μπουκάλια, τα πλαστικά για τρόφιμα και αναψυκτικά μέχρι τη χάρτινη συσκευασία καθώς εκτός του ενεργειακού κόστους έχει διαταραχθεί η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.
Στέλεχος μιας εκ των μεγαλυτέρων αλυσίδων café αναφέρει πως το κόστος λειτουργίας έχει συνολικά αυξηθεί σε ποσοστό 35% έναντι του 2021, με την τιμή της πρώτης ύλης να καταγράφει άνοδο κατά 50%-70% σε σχέση με πέρυσι.
«Το 2021 πληρώναμε 1.000 ευρώ για ένα κοντέινερ που μεταφέρει περίπου 19,5 τόνους καφέ από τη Βραζιλία. Εφέτος πληρώσαμε 15.000 ευρώ» περιγράφει χαρακτηριστικά ο ίδιος. Η εταιρεία προέβη σε ανατιμήσεις τον Νοέμβριο του 2021, αυξάνοντας κατά 10 λεπτά την τιμή στο ρόφημα.
Την ίδια ώρα, θέμα βιωσιμότητας επικαλείται ο leader στα όσπρια προχωρώντας σε αύξηση τιμών 6% στο πρώτο δίμηνο του 2022, καθώς οι μεσοσταθμικές αυξήσεις στις πρώτες ύλες φτάνουν το 45%, ενώ σε αύξηση τιμών 7% προχώρησε εταιρεία αναψυκτικών μέσα στο δίμηνο Φεβρουαρίου – Μαρτίου και όπως σημειώνει ο βασικός μέτοχος «εάν δεν είχαν γίνει οι πρόσφατες εξαγγελίες για τη στήριξη στο ενεργειακό κόστος ενδεχομένως να ξαναβλέπαμε το θέμα των ανατιμήσεων».
Για ανατιμήσεις που κυμαίνονται από 20% μέχρι και 40% στην τιμή του ρυζιού έκανε λόγο ανώτερο στέλεχος εταιρείας που δραστηριοποιείται στην εμπορία του εν λόγω προϊόντος. Προκειμένου λοιπόν να διαχειριστεί τα κόστη, η εταιρεία προέβη σε ανατιμήσεις της τάξεως του 5%-7% στα προϊόντα της στις αρχές του 2022.
Στα ζυμαρικά έχουν γίνει τρεις ανατιμήσεις μέσα στο τελευταίο 12μηνο, ενώ η φέτα έχει φτάσει να πωλείται στα 9-10 ευρώ το κιλό, με την τιμή του συσκευασμένου προϊόντος να προσεγγίζει τα 14 ευρώ το κιλό.
Την ίδια ώρα, αρκετοί παραγωγοί δηλώνουν ότι μπορεί να μην προχωρήσουν σε νέες καλλιέργειες την επόμενη σεζόν, καθώς το κόστος των εισροών είναι δυσβάστακτο. Αλλοι σκέφτονται να στραφούν σε διαφορετικές καλλιέργειες, όπως είναι το βαμβάκι, που έχει μικρότερο κόστος. Αυτό σημαίνει νέες ανατιμήσεις στις τιμές καταναλωτή και υποκατάσταση της εγχώριας παραγωγής από εισαγόμενο προϊόν.
Εν τω μεταξύ σε απόγνωση βρίσκονται κτηνοτρόφοι και πτηνοπαραγωγοί, λόγω των συνεχιζόμενων αυξήσεων στις ζωοτροφές και στην ενέργεια. Κοπάδια πωλούνται, κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις σταματούν να λειτουργούν, ενώ σφάζονται και ζώα αναπαραγωγής. Το αποτέλεσμα είναι αύξηση των τιμών τόσο του παραγωγού, η οποία δεν καλύπτει το αυξημένο κόστος όπως λένε οι κτηνοτρόφοι, όσο και του καταναλωτή.
Μνήμες από την εποχή της δραχμής
Για τους καταναλωτές η ταχύτητα αύξησης των τιμών στα βασικά είδη διατροφής θυμίζει εποχές δραχμής καθώς η άνοδος στο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή 10,2% που κατεγράφη τον Απρίλιο, επιστρέφει την αγορά στο 1994(!).
Η πίεση των κυμάτων ανατιμήσεων πολλαπλασιάζεται για τους οικονομικά ευάλωτους.
Από τον Ιούλιο του 2021, που η ακρίβεια άρχισε να δείχνει τα δόντια της στην εγχώρια αγορά, ο ρυθμός αύξησης των τιμών στο «καλάθι» των 245 τροφίμων, τα οποία συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, έχει εξαπλασιαστεί, δημιουργώντας πλέον συνθήκες οικονομικής ασφυξίας σε ένα υπολογίσιμο τμήμα του πληθυσμού.
Με βάση τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) προκύπτει ότι ο δείκτης τιμών στην ομάδα «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» εκτινάχθηκε σε ετήσια βάση τον Απρίλιο πάνω από τον μέσο πληθωρισμό στο 10,9%, όταν τον Ιούλιο πέρσι είχε αυξηθεί κατά 1,7%.
Σε μηνιαία βάση μάλιστα, η ίδια ομάδα προϊόντων τον Απρίλιο έσπασε τα κοντέρ, καθώς αυξήθηκε 2,5% έναντι του Μαρτίου, καταγράφοντας την υψηλότερη μεταβολή τους τελευταίους 12 μήνες.
Αυξήσεις άνω του 20%
Στη διάρκεια του Απριλίου, Πάσχα γαρ, η τιμή σε αρνί και κατσίκι εκτινάχθηκε κατά 20,7%, το μοσχάρι ακρίβυνε κατά 6,4%, το χοιρινό κατά 6,5% και τα πουλερικά κατά 8%. Υψηλότερα κατά 5% βρέθηκε η τιμή στο ψωμί, ενώ το γάλα ανατιμήθηκε κατά 4%, το γιαούρτι κατά 5,5%, τα τυριά κατά 2% και τα αβγά κατά 3,9%. Επίσης ακριβότερα ήταν τα νωπά λαχανικά κατά 2,7% και τα κατεψυγμένα κατά 4,6%, ενώ η τιμή του καφέ ανέβηκε κατά 2,6%.
Σε ετήσια βάση στην κορυφή της λίστας των ανατιμήσεων παρέμειναν τα έλαια με αύξηση 22%, με το κρέας να ακολουθεί στο +14,1%. Οι τιμές στα λαχανικά σημείωσαν άνοδο 13,8%, στα γαλακτοκομικά και στα αβγά η αύξηση ήταν 11,7%, ενώ 10% ήταν ακριβότερο το ψωμί.
Να σημειωθεί ότι από 10,20 μονάδες που αυξήθηκε ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή σε ετήσια βάση (Απρίλιος 2022/Απρίλιος 2021) οι ανατιμήσεις των τροφίμων είναι «υπεύθυνες» για τις 2,18 μονάδες, ενώ το ηλεκτρικό ρεύμα για τις 3,40 μονάδες. Δηλαδή ακόμη και χωρίς μετακινήσεις ή οποιαδήποτε άλλο «περιττό» έξοδο, ένα νοικοκυριό θα είχε επιβάρυνση 5,58% σε σχέση με πέρυσι μόνο για το φαγητό και το ρεύμα.
Ανησυχία στην κυβέρνηση και νέα μέτρα
Αν και οι τιμές ενέργειας ήταν αυτές που εκτίναξαν σε μεγάλο βαθμό τον πληθωρισμό σε υψηλό 27 ετών, με την τιμή του φυσικού αερίου να αυξάνεται κατά 122,6%, του ηλεκτρισμού κατά 88,8%, του πετρελαίου θέρμανσης κατά 65,1% και των καυσίμων και λιπαντικών κατά 29%, η σφοδρότητα και η τεράστια επιτάχυνση της ακρίβειας στα τρόφιμα έχουν θορυβήσει το οικονομικό επιτελείο. Και ο λόγος δεν είναι άλλος από τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα, αφού εντός και εκτός των τειχών όλα δείχνουν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα συνεχιστούν ως έναν βαθμό καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022, εξανεμίζοντας το εισόδημα των καταναλωτών και προκαλώντας σοβαρά πλήγματα στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Επιπρόσθετος λόγος ανησυχίας είναι η έξαρση της κερδοσκοπίας εν όψει της τουριστικής σεζόν, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την εκτίναξη των τιμών της αμόλυβδης βενζίνης πάνω από τα 2,30 ευρώ το λίτρο στα νησιά και το ακραίο παράδειγμα τιμής 2,47 ευρώ το λίτρο σε πρατήριο της Σαντορίνης.
Παρότι στην κυβέρνηση πιστεύουν (ή καλύτερα ελπίζουν) ότι αυτά είναι τα χειρότερα με τον τιμάριθμο να αρχίζει να υποχωρεί από το δεύτερο εξάμηνο, ο υπουργός Οικονομικών αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να ακολουθήσουν νέα μέτρα στήριξης, πέραν του πακέτου των 3,2 δισ. ευρώ για τα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα υπάρξει και νέος δημοσιονομικός χώρος. Συγκεκριμένα, εξετάζονται νέα μέτρα διευκόλυνσης αγοράς τροφίμων για ευάλωτα νοικοκυριά που πλήττονται ιδιαίτερα από την πληθωριστική κρίση.
Με βάση τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης, το πακέτο των μέτρων για το ρεύμα θα περιορίσει τον πληθωρισμό κατά 0,5% σε ετήσια βάση.