Αλλαγές αγοραστικής συμπεριφοράς καταναλωτών: Τι πρέπει να γνωρίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά


Το πώς μπορούν οι κυριότερες αλλαγές αγοραστικής συμπεριφοράς  να βοηθήσουν τα ελληνικά νοικοκυριά να ανταπεξέλθουν λίγο καλύτερα στις δύσκολες σημερινές συνθήκες εξήγησε ο καθηγητής του Τμήματος Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών, Γεώργιος Μπάλτας μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων

Αναλυτικά:

Έχει γίνει αρκετή συζήτηση για τις συρρικνωμένες συσκευασίες. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «shrinkflation» και συμβαίνει όταν το μέγεθος ή η ποσότητα ενός προϊόντος μειώνεται, αλλά η τιμή του παραμένει ίδια ή αυξάνεται. Για να  αποφύγουν οι καταναλωτές τέτοιες αγορές, ελέγχουμε τη συσκευασία του προϊόντος που  τους ενδιαφέρει για τυχόν αλλαγές σε μέγεθος, βάρος ή ποσότητα.

Όταν ψωνίζουν οι καταναλωτές να  ελέγχουν την τιμή ανά μονάδα που είναι το χρηματικό ποσό που πληρώνουν για μια συγκεκριμένη ποσότητα ενός προϊόντος, όπως ανά κιλό, λίτρο ή τεμάχιο. Η τιμή ανά μονάδα βοηθά τους καταναλωτές  να αποφεύγουν να πληρώνουν  περισσότερα χρήματα για λιγότερο προϊόν. Αυτή η πληροφορία αναγράφεται υποχρεωτικά στην πινακίδα τιμής κάθε προϊόντος.

–  Οι καταναλωτές να συγκρίνουν τις τιμές των εναλλακτικών επιλογών (π.χ., ανταγωνιστικές μάρκες) που υπάρχουν στην ίδια κατηγορία προϊόντων. Οι τιμές των προϊόντων που ανήκουν στην ίδια ακριβώς κατηγορία μπορεί να διαφέρουν μέχρι και 50%.Αυτό σημαίνει ότι επιλέγοντας ένα αισθητά φθηνότερο προϊόν ίσως εξουδετερώσουμε όλη τη συσσωρευτική επίπτωση του πληθωρισμού στη συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων από το 2021 μέχρι σήμερα.

– Οι  καταναλωτές  να αναζητούν καλύτερες τιμές μεταξύ φυσικών ή ηλεκτρονικών καταστημάτων. Υπάρχουν συχνά μεγάλες διαφορές στην τιμή λιανικής για τον ίδιο ακριβώς κωδικό προϊόντος και μπορούν οι καταναλωτές  να εντοπίσουν σημεία λιανικής πώλησης που διαθέτουν το ίδιο προϊόν σε αρκετά χαμηλότερο κόστος.

Η σύγκριση τιμών και προϊόντων γίνεται πιο αποτελεσματικά στο διαδίκτυο και με λιγότερο κόπο, χρόνο και έξοδα. Στην προσπάθεια αυτή οι καταναλωτές μπορούν να χρησιμοποιήσουν μηχανές αναζήτησης και ψηφιακές πλατφόρμες που κάνουν τη διαδικασία απλούστερη για  τους ίδιους.

– Οι πολίτες να αποφεύγουν συνειδητά τις παρορμητικές αγορές, δηλαδή την αγορά προϊόντων που δεν είχαν προγραμματίσει να κάνουν.  Ένας τρόπος είναι να συντάξουν οι καταναλωτές  μία λίστα προϊόντων πριν ψωνίσουν και να μην κάνουν αγορές εκτός αυτής της λίστας. Σχετικές έρευνες έχουν αποκαλύψει ότι η συστηματική χρήση λίστας αγορών μπορεί να μειώσει μέχρι 25%-30% τα συνολικά έξοδα στο σούπερ μάρκετ και να μειώσει δραστικά τις περιττές αγορές.

– Οι καταναλωτές να δοκιμάζουν νέες μάρκες ή κωδικούς του προϊόντος που τους ενδιαφέρει, εφόσον προσφέρονται σε χαμηλότερες τιμές. Με τέτοιες αλλαγές των αγοραστικών συνηθειώνοι καταναλωτές μπορούν να  μειώσουν αρκετά τα έξοδα χωρίς να στερηθούν ένα προϊόν ή να μειώσουμε την κατανάλωση.

Οι πολίτες να εκμεταλλευτούν ψύχραιμα, έξυπνα και προς το δικό  τους συμφέρον τις προσφορές, τις εκπτώσεις, τα κουπόνια και τα προγράμματα επιβράβευσης πελατών. Αυτό σημαίνει ότι  οι καταναλωτές δεν πρέπει να αγοράζουν ένα προϊόν απλώς επειδή είναι σε κάποια προσφορά και παρουσιάζεται σαν ευκαιρία, αν δεν το χρειάζονται πραγματικά. Επίσης, τα περισσότερα προϊόντα στο σούπερ μάρκετ πραγματοποιούν επαναλαμβανόμενες προωθητικές ενέργειες και  οι καταναλωτές μπορούν εύκολα να βρουν  το προϊόν που θέλουν σε προσφορά.

Σύμφωνα με όσα επισημαίνει ο κ. Μπάλτας μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «ο καταναλωτής ”ψηφίζει” καθημερινά τις εταιρείες και τα προϊόντα που προτιμά μέσω των αγορών του. Εάν οι καταναλωτές υποστηρίζουν αγοραστικά τις εταιρείες και τις μάρκες που προσφέρουν δίκαιες και συγκρατημένες τιμές, τότε βοηθούν έμπρακτα την αγορά να λειτουργήσει καλύτερα και οι υπεύθυνες τιμολογιακές πρακτικές θα αυξηθούν. Παράλληλα, εάν οι καταναλωτές εγκαταλείψουν εταιρείες και μάρκες που κάνουν δυσανάλογες ανατιμήσεις και αισχροκερδούν, τότε περνούν το μήνυμα ότι οι ανεύθυνες τιμολογιακές πρακτικές δεν είναι ανεκτές και τιμωρούνται με απόσυρση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης».

Σε ό,τι αφορά τον ρόλο της πολιτείας, ο κ. Μπάλτας υποστηρίζει ότι υπάρχουν πολιτικές και μέτρα που μπορούν να ενισχύσουν τη θέση του καταναλωτή απέναντι στην ακρίβεια. Συγκεκριμένα:

-Οι αρχές μπορούν να παρεμβαίνουν στην αγορά για να αποτρέψουν μονοπώλια, καρτέλ, στρατηγικές συμπεριφορές ολιγοπωλίων και άλλες πρακτικές που υπονομεύουν τον ανταγωνισμό και επιτρέπουν στις εταιρείες να χρεώνουν υπερβολικές τιμές και να εκμεταλλεύονται τους καταναλωτές. Οι αρχές μπορούν επίσης να επιβάλλουν πρόστιμα, κυρώσεις ή να προβούν σε νομικές ενέργειες κατά εκείνων που παραβιάζουν την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία ή εμπλέκονται σε αθέμιτες πρακτικές.

– Εφαρμογή μέτρων για τον περιορισμό της αισχροκέρδειας, όπως για παράδειγμα το άρθρο 54 του ν. 5045/29-7-2023 σχετικά με την περιστολή φαινομένων αθέμιτης κερδοφορίας.

– Μέτρα που προάγουν τη συγκράτηση των τιμών από τις εταιρείες και διευκολύνουν τη σύγκριση των τιμών από τους καταναλωτές, όπως το καλάθι του νοικοκυριού.

– Τόνωση της προσφοράς της οικονομίας ώστε να μειωθούν οι εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις.

– ‘Ασκηση επιρροής σε κλαδικούς παράγοντες και μεγάλους παίκτες της αγοράς ώστε να συμμορφωθούν με την επιθυμία της κοινωνίας για συγκράτηση του κόστους ζωής και περιορισμό των ανατιμήσεων.

– Παρεμβάσεις για τη συγκράτηση του κόστους της ενέργειας που όχι μόνο υποκινεί κοστολογικά τις ανατιμήσεις στην πλευρά των επιχειρήσεων, αλλά επίσης επιβαρύνει άμεσα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς στην πλευρά των καταναλωτών.

– Εκπαίδευση και ενδυνάμωση των καταναλωτών. Η πολιτεία προσφέρει πληροφορίες και καθοδήγηση στους καταναλωτές για να τους βοηθήσει να λαμβάνουν ενημερωμένες και ορθολογικές αποφάσεις. Οι αρχές μπορούν επίσης να ενισχύσουν το θεσμικό πλαίσιο προστασίας των καταναλωτών και να βοηθήσουν τους καταναλωτές να εκφράσουν τις ανησυχίες, τα παράπονα ή τα αιτήματά τους.

«Ο πληθωρισμός είναι ένα σοβαρό και επίμονο πρόβλημα για την οικονομία και την κοινωνία» τονίζει ο κ. Μπάλτας και συμπληρώνει: «Μεμονωμένα και αποσπασματικά μέτρα δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα της ακρίβειας, αλλά ένας κατάλληλος συνδυασμός μέτρων και παρεμβάσεων μπορεί να ενισχύσει τη θέση του καταναλωτή» .



enikonomia.gr