Ανακαλείται η μεγάλη αύξηση του φόρου στις επενδυτικές ακινήτων

Ενα απροσδόκητο «δώρο» για τον κλάδο των επενδυτικών εταιρειών ακινήτων (ΑΕΕΑΠ) έκρυβε το φορολογικό νομοσχέδιο, καθώς ανακλήθηκε η προ τριετίας ρύθμιση, με την οποία επταπλασιάζονταν η φορολόγηση του ενεργητικού των εταιρειών (ακίνητα και καταθέσεις). Ουσιαστικά, πρόκειται για επαναφορά στο προγενέστερο καθεστώς, όταν ο σχετικός φόρος ήταν της τάξεως του 0,105% ετησίως, αντί για 0,75% που ίσχυε από το 2016 μέχρι σήμερα. Οπως αναφέρεται στο σχετικό άρθρο 35, «οι εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία υποχρεούνται σε καταβολή φόρου, ο συντελεστής του οποίου ορίζεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (επιτοκίου αναφοράς), προσαυξανομένου κατά μία ποσοστιαία μονάδα και υπολογίζεται επί του μέσου όρου των επενδύσεών τους, πλέον των διαθεσίμων, σε τρέχουσες τιμές, όπως απεικονίζονται στους εξαμηνιαίους πίνακες επενδύσεων. Κατά τον υπολογισμό του παραπάνω φόρου δεν λαμβάνονται υπόψη τα ακίνητα που κατέχουν άμεσα ή έμμεσα θυγατρικές των ΑΕΕΑΠ, εφόσον αυτά αναγράφονται διακεκριμένα στις καταστάσεις επενδύσεών τους».

«Πρόκειται για επαναφορά του πρότερου καθεστώτος, γεγονός που θα βοηθήσει πολύ τις εταιρείες του κλάδου να προσελκύσουν κεφάλαια από το εξωτερικό», σημειώνει στην «Κ», ο κ. Αρις Καρυτινός, διευθύνων σύμβουλος της Prodea Investments, της μεγαλύτερης ΑΕΕΑΠ στην Ελλάδα. Κατά τον ίδιο, η αύξηση που έγινε το 2016 έπληξε σημαντικά το κύρος του θεσμού εκτός Ελλάδας, γεννώντας αβεβαιότητα σε πολλούς επίδοξους ξένους επενδυτές, λόγω του επταπλασιασμού του σχετικού φορολογικού συντελεστή. Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο φόρος εξακολουθεί να υπολογίζεται κι επί των καταθέσεων (κάτι που δεν ίσχυε πριν από το 2016), ενώ διατηρούνται και οι υψηλότεροι συντελεστές συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ (55 τοις χιλίοις, από 25 τοις χιλίοις πριν από το 2016), παρότι υπάρχει αισιοδοξία, ότι ενδεχομένως και αυτοί να μειωθούν.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με υπολογισμούς που είχαν κάνει στελέχη του κλάδου, όπως ο κ. Γιώργος Χρυσικός, επικεφαλής της Grivalia, αν δεν είχε επιβληθεί ο φόρος αυτός, ο κλάδος των ΑΕΕΑΠ θα είχε διπλασιαστεί ως μέγεθος ήδη από το 2017, καθώς υπήρχαν πλάνα για τη λειτουργία τουλάχιστον πέντε νέων ΑΕΕΑΠ, ήδη από την περίοδο 2013-2014. Παράλληλα, η χώρα απώλεσε την ευκαιρία να προσελκύσει κεφάλαια της τάξεως των 3 δισ. ευρώ σε βάθος χρόνου, λόγω της ανασφάλειας που προκλήθηκε στους ξένους επενδυτές που μελετούσαν την είσοδό τους στην ελληνική αγορά ακινήτων, προκειμένου να εκμεταλλευθούν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονταν.

Πέραν, όμως, της επενδυτικής ανασφάλειας, ο αυξημένος φόρος που επιβλήθηκε, κατέστησε τις ελληνικές ΑΕΕΑΠ ως τις λιγότερο ελκυστικές για επενδύσεις σε ακίνητα, συγκριτικά με εκείνες του εξωτερικού, παρότι η Ελλάδα είχε πρωτοπορήσει πανευρωπαϊκά, όταν το 1999 θεσπίστηκε το θεσμικό πλαίσιο για τις ΑΕΕΑΠ, δεδομένου ότι σχεδόν καμία άλλη χώρα δεν διέθετε αντίστοιχη πρόβλεψη. Σήμερα βέβαια, όπως σημειώνουν στελέχη του κλάδου, απαιτείται ένα εξ ολοκλήρου νέο πλαίσιο λειτουργίας και φορολόγησης των εταιρειών, προσαρμοσμένο στις σύγχρονες ανάγκες και το οποίο να μην αντιμετωπίζει τις ΑΕΕΑΠ ως αμοιβαία κεφάλαια, όπως σημείωσε σε πρόσφατη δημόσια τοποθέτησή του ο κ. Καρυτινός.

kathimerini.gr