Άνοια: Γιατί δεν πηγαίνει στον γιατρό ένας ηλικιωμένος που ξεχνά

Πολλοί ηλικιωμένοι με προβλήματα μνήμης αρνούνται να επισκεφθούν έναν γιατρό, επιμένοντας πεισματικά «δεν έχω τίποτα, είμαι μια χαρά». Η στάση αυτή έχει συγκεκριμένες αιτίες, σύμφωνα με μία ελληνίδα ειδικό.

Ανησυχείτε ότι ένας δικός σας άνθρωπος έχει αρχίσει να ξεχνά και φοβάστε ότι έχει άνοια. Δοκιμάσατε να το συζητήσετε μαζί του και να τον πείσετε να εξεταστεί από έναν ειδικό, αλλά αρνήθηκε κατηγορηματικά. Γιατί το κάνει αυτό;

Όπως εξηγεί η γνωστική νευροψυχολόγος Όλγα Λυμπεροπούλου, ειδικευμένη στην τρίτη ηλικία και τις άνοιες, υπάρχουν πολλές πιθανές εξηγήσεις, όπως:

  • Αισθάνεται ότι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει είναι φυσιολογικές και αναμενόμενες για την ηλικία του. Παλαιότερα ήταν ευρέως αποδεκτή η άποψη ότι είναι φυσιολογικό να «τα χάνουν» οι άνθρωποι μεγαλώνοντας. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η άνοια δεν είναι μέρος της φυσιολογικής διαδικασίας της γήρανσης.
  • Φοβάται ότι οι διαταραχές μνήμης που παρουσιάζει, αποτελούν σύμπτωμα της νόσου Αλτσχάιμερ. Το στίγμα σχετικά με τη νόσο είναι ακόμα βαθιά ριζωμένο στις συνειδήσεις μας. Ο τρόπος με τον οποίο έχουμε συνηθίσει να μιλάμε για την άνοια (πόσες φορές π.χ. έχετε ακούσει για «τη μάστιγα του 21ου αιώνα»;) το κάνει ακόμα εντονότερο. Επομένως, ο απλούστερος τρόπος για να διαχειριστεί κανείς το ενδεχόμενο να έχει άνοια, είναι να κλείσει τα μάτια και τα αυτιά του σε αυτή την πιθανότητα.
  • Θέλει να παραμείνει στο τιμόνι της ζωής του με κάθε κόστος. Στο μυαλό ενός δυνητικού ασθενούς η διερεύνηση των προβλημάτων μνήμης ισοδυναμεί με την παραδοχή ότι είναι ανίκανος να αποφασίζει μόνος του για τη ζωή του. Η αιτία της αντίστασης που προβάλλει δεν είναι άλλη από το φόβο ότι θα χάσει τον έλεγχο, ότι θα γίνει βάρος για τους δικούς του ανθρώπους, ότι ο ειδικός θα «τον βγάλει» χαζό ή τρελό.
  • Η νόσος δεν του επιτρέπει να αναγνωρίσει τις δυσκολίες του. Τα νοητικά ελλείμματα που συνοδεύουν τη νόσο Αλτσχάιμερ και τις άλλες μορφές άνοιας συχνά επηρεάζουν το επίπεδο εναισθησίας. Έτσι, εμποδίζουν τον ηλικιωμένο να συνειδητοποιήσει ότι ξεχνά και χρειάζεται βοήθεια.

Πώς να κάνετε τη συζήτηση

Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχουν τρόποι για να συζητήσετε το θέμα μαζί του, έχοντας πολλές ελπίδες να δεχθεί να επισκεφθεί έναν γιατρό. Η κυρία Λυμπεροπούλου συνιστά να κάνετε τα εξής:

  • Επιλέξτε την κατάλληλη ημέρα και ώρα. Βεβαιωθείτε πως τόσο εσείς, όσο και ο άνθρωπός σας είστε ήρεμοι, ξεκούραστοι και ευδιάθετοι. Επιλέξτε ένα ευχάριστο και οικείο περιβάλλον. Αρχίστε, λ.χ., τη συζήτηση ενώ απολαμβάνετε τον καφέ σας στη βεράντα.
  • Παραμείνετε ψύχραιμοι. Δεσμευθείτε εκ των προτέρων πως θα διατηρήσετε τον τόνο της φωνή σας σε χαμηλό, ενθαρρυντικό και φιλικό επίπεδο οποιαδήποτε κι αν είναι η αντίδραση του αγαπημένου σας προσώπου στα λεγόμενά σας. Να θυμάστε πως η αντίδρασή του είναι απολύτως φυσιολογική. Κι εσείς κάπως έτσι δεν θα αντιδρούσατε αν ήσασταν στη θέση του;
  • Αποφύγετε τις λέξεις «άνοια» και «νόσος Αλτσχάιμερ». Η αρνητική φόρτιση που τις συνοδεύει θα πληγώσει και θα φέρει σε αμυντική θέση το αγαπημένο σας πρόσωπο. Δεν αποκλείεται, εξ άλλου, τα προβλήματα μνήμης του να οφείλονται σε άλλα αίτια. Παραδείγματος χάριν σε κάποιο θεραπεύσιμο πρόβλημα υγείας (όπως είναι η δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα ή η έλλειψη συγκεκριμένων βιταμινών), σε παρενέργειες ενός φαρμάκου κ.λπ.
  • Αρχίστε τη συζήτηση με μία γενική ερώτηση. Πείτε, π.χ., «αισθάνομαι ότι δεν είσαι πολύ καλά τελευταία. Σε απασχολεί κάτι; Είναι όλα καλά με την υγεία σου;». Αναλόγως με την απάντησή του, οδηγήστε τη συζήτηση σταδιακά προς το θέμα που σας απασχολεί.
  • Ακούστε για να κατανοήσετε. Ακόμα και αν αισθάνεστε ότι γνωρίζετε εκ των προτέρων πώς ακριβώς θα εξελιχθεί η συζήτηση, ακούστε όσα έχει να σας πει ο άνθρωπός σας με ειλικρινές ενδιαφέρον και πρόθεση να κατανοήσετε πώς σκέφτεται. Σεβαστείτε τα συναισθήματα που κρύβονται πίσω από τις λέξεις. Μην τον διακόψετε για να εκθέσετε τα δικά σας επιχειρήματα.

Τι δεν πρέπει να κάνετε

Αυτό που δεν πρέπει να κάνετε είναι να χρησιμοποιήσετε ως αφορμή για συζήτηση ένα περιστατικό που αποδεικνύει ότι το αγαπημένο σας πρόσωπο ξεχνά. Ας υποθέσουμε ότι η μητέρα σας χάνει για πολλοστή φορά το πορτοφόλι της. Είναι μεγάλο λάθος να της πείτε ότι πρέπει να δει έναν ειδικό διότι συνέχεια το χάνει. Αν το κάνετε, το μόνο που θα καταφέρετε θα είναι να την κάνετε να νιώσει ταπεινωμένη και να αντιδράσει αμυντικά.

Τέλος, «πρέπει να βρίσκεστε σε επαγρύπνηση, ώστε να εντοπίσετε την παραμικρή ένδειξη ότι ο άνθρωπός σας σκέφτεται θετικά την πιθανότητα να επισκεφθεί έναν ειδικό», συνιστά η κυρία Λυμπεροπούλου. «Σε αυτή την περίπτωση, κλείστε αμέσως  το ραντεβού με τον γιατρό, ει δυνατόν ακόμα και για την ίδια ή την επόμενη ημέρα».

Πηγή