Ανησυχητική αύξηση παρουσιάζουν τα κρούσματα καρκίνου του στόματος
«Ο καρκίνος του στόματος αποτελεί σοβαρό πρόβλημα της δημόσιας υγείας, λόγω της συχνότητάς του και λόγω του χαμηλού ποσοστού επιβίωσης των ασθενών» ανέφερε σε ημερίδα που συνδιοργάνωσαν ο Οδοντιατρικός Σύλλογος Πειραιώς με το Αντικαρκινικό Νοσοκομείο «Μεταξά», με θέμα «Ογκολογικός ασθενής», ο επίκουρος καθηγητής Στοματικής και Γναθοπροσωπικής Χειρουργικής του ΕΚΠΑ Λάμπρος Γκουτζάνης. Όπως σημείωσε, «παρ’ όλες τις εξελίξεις στην αντιμετώπιση της νόσου και τις βελτιωμένες μορφές θεραπείας, το ποσοστό επιβίωσης δεν έχει βελτιωθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες». Το ποσοστό πενταετούς επιβίωσης για τους ασθενείς με καρκίνο στο στόμα ανέρχεται στο 81,9%, αλλά πέφτει δραματικά στο 46,4% για τους ασθενείς με επέκταση της νόσου στους επιχώριους λεμφαδένες και στο 21,1% γι’ αυτούς που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο.
Ο καρκίνος του στόματος είναι μία δύσκολα αντιμετωπίσιμη νόσος, της οποίας η έκβαση όταν διαγιγνώσκεται σε προχωρημένο στάδιο είναι συνήθως μοιραία, τόνισε ο κ. Γκουτζάνης, επισημαίνοντας πως μεγάλος αριθμός ασθενών απευθύνεται στους γιατρούς όταν η νόσος είναι πλέον σε προχωρημένο στάδιο. «Δυστυχώς, μόλις το 31% των καρκινωμάτων του στόματος διαγιγνώσκεται σε αρχικό στάδιο» πρόσθεσε.
Παράγοντες κινδύνου
Σύμφωνα με μελέτες, όσοι καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ και οι καπνιστές έχουν περισσότερες πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του στόματος από εκείνους που δεν πίνουν και δεν καπνίζουν. Τουλάχιστον τα τρία τέταρτα των κρουσμάτων με στοματικό καρκίνο θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν οι ασθενείς σταματούσαν το κάπνισμα και το αλκοόλ, ενώ για την αύξηση των στοματικών καρκίνων ευθύνονται ακόμη η ηλικιακή ακτινοβολία αλλά και ο ιός HPV, γνωστός ως ο ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων που είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενος.
Όπως αναφέρθηκε στην ημερίδα, το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα του στόματος αποτελεί το πιο συχνό κακόηθες νεόπλασμα της στοματικής κοιλότητας, σε ποσοστό περίπου 90% και συνηθέστερη θέση εντόπισης τη γλώσσα.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα του καρκίνου του στόματος είναι έλκος ή εξόγκωμα στο στόμα που δεν επουλώνεται (το 80% των ατόμων με καρκίνο του στόματος έχουν αυτό το σύμπτωμα), ενόχληση στο στόμα που δεν υποχωρεί, μία λευκή ή κόκκινη κηλίδα στο στόμα ή στο φάρυγγα, δυσκολία ή πόνος κατά τη μάσηση ή την κατάποση.
Στα συμπτώματα περιλαμβάνονται, ακόμη, ανώδυνο εξόγκωμα στον τράχηλο (σχετίζεται κυρίως με τον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων), ασυνήθιστη αιμορραγία ή μούδιασμα στο στόμα, απώλεια δοντιών χωρίς εμφανή αιτία, δυσκολία στην κίνηση της γνάθου, απώλεια βάρους.
Κατά τη διάρκεια της ημερίδας οι ειδικοί έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου υποστηρίζοντας πως στοματικές βλάβες που επιμένουν και εγείρουν ισχυρό βαθμό υποψίας για κακοήθεια, πρέπει να παραπέμπονται για περαιτέρω εκτίμηση, εργαστηριακό έλεγχο και βιοψία. Όσο για βλάβες που φαίνονται αρχικά αθώες, θα πρέπει να παρακολουθούνται για 2-3 εβδομάδες και εάν συνεχίζουν να είναι παρούσες, να παραπέμπονται για περαιτέρω έλεγχο.
Απαραίτητη η συνεργασία οδοντιάτρων και ογκολόγων
Στη θεραπεία του καρκίνου του στόματος οι παράγοντες που επηρεάζουν τη θεραπευτική αντιμετώπισή του είναι πολλοί (μέγεθος, θέση, στάδιο, μεταστάσεις), ενώ καθοριστικά κριτήρια για την επιλογή του θεραπευτικού σχήματος αποτελούν η ηλικία, η πρόγνωση και η ποιότητα ζωής των ασθενών μετά τη θεραπεία, σύμφωνα με τον καθηγητή Στοματικής και Γναθοπροσωπικής Χειρουργικής στο ΑΠΘ Λάμπρος Ζουλούμης.
Όπως υπογραμμίστηκε από τους ομιλητές, η συνεργασία οδοντιάτρου και ογκολόγου είναι ιδιαίτερα σημαντική για την υγεία των ογκολογικών ασθενών, ενώ ιδιαίτερη κρίσιμη είναι και η συμμετοχή των οδοντιάτρων στα ογκολογικά συμβούλια των νοσοκομείων. Ωστόσο, ο παθολόγος-ογκολόγος στο Νοσοκομείο «Μεταξά» Νικόλαος Ζήρας ανέφερε ότι «στα περισσότερα νοσοκομεία της χώρας, στα αντίστοιχα συμβούλια, δεν υπάρχουν οδοντίατροι» και συμπλήρωσε πως η συμβολή των οδοντιάτρων στα ογκολογικά περιστατικά είναι καθοριστική, καθώς ο ρόλος του οδοντιάτρου είναι σημαντικός πριν από την έναρξη μίας αντικαρκινικής θεραπείας, αλλά και κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Επίσης, σημαντική είναι η παρακολούθηση των ασθενών μετά το πέρας της θεραπείας.
Σύμφωνα με τον κ. Ζήρα, το Νοσοκομείο «Μεταξά» δεν διαθέτει οδοντίατρο, αλλά ο νόμος προβλέπει τη συνεργασία οδοντιάτρου εκτός νοσοκομείου. «Έτσι, για τη σωστή αντιμετώπιση των ογκολογικών ασθενών το Νοσοκομείο «Μεταξά» θα συνεργαστεί με τον Οδοντιατρικό Σύλλογο Πειραιώς» υποστήριξε.