Από τη σύνταξη ζουν τα μισά νοικοκυριά στην Ελλάδα
Η σύνταξη παραμένει η κύρια πηγή εισοδήματος για τα μισά νοικοκυριά στην Ελλάδα, φαινόμενο που συνδέεται αφενός με τον μεγάλο πληθυσμό συνταξιούχων –2,55 εκατομμύρια, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία–, αφετέρου με το γεγονός ότι η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα και οι μισθοί την ίδια ώρα σε χαμηλά.
Το στοιχείο αυτό, που προκύπτει από την τελευταία έρευνα εισοδήματος που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ), δείχνει αν μη τι άλλο ότι, παρά την έξοδο από τα μνημόνια, η δεκαετής οικονομική κρίση διατηρεί το αποτύπωμά της στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας και ιδιαιτέρως στα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα, τα οποία συνεχίζουν να βρίσκονται στο κατώφλι σοβαρών κοινωνικών και οικονομικών αβεβαιοτήτων. Διευκρινίζεται ότι η έρευνα πραγματοποιήθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου 2019 και στις αρχές Ιανουαρίου 2020, περίοδο κατά την οποία δεν είχαν διαφανεί οι οικονομικές επιπτώσεις από την εξάπλωση του κορωνοϊού.
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η οποία έγινε με τη συνδρομή της εταιρείας ερευνών Marc, το 49,4% των νοικοκυριών δήλωσε ότι κύρια πηγή εισοδήματος είναι η σύνταξη, ποσοστό υψηλότερο σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2018 (49,1%). Σε αυτά τα επίπεδα διαμορφώνεται το εν λόγω ποσοστό όλα τα έτη από το 2013 κι έπειτα, ενώ το 2012 ήταν 42,3%. Την ίδια ώρα αποκαλύπτεται στην τελευταία έρευνα ότι το ποσοστό των νοικοκυριών που έχουν ως κύρια πηγή εισοδήματος τον μισθό μειώθηκε σε 37,1% έναντι 40,1% τον Δεκέμβριο του 2018. Ελαφρά βελτίωση φαίνεται ότι παρουσιάζουν οι τάξεις των ελεύθερων επαγγελματιών – επιχειρηματιών, καθώς αυξήθηκε σε 8,7% (από 6,7%) το ποσοστό των νοικοκυριών που δήλωσαν ότι η κύρια πηγή εισοδήματός τους είναι έσοδα και κέρδη από επιχείρηση. Το 11,1%, ποσοστό ρεκόρ για την περίοδο 2013-2019, δήλωσε ότι το εισόδημά του αυξήθηκε το 2019 σε σύγκριση με το 2018, με την αιτία της αύξησης να είναι κυρίως η αύξηση του μισθού κάποιου μέλους του νοικοκυριού (34,9% όσων δήλωσαν ότι αυξήθηκε το εισόδημά τους). Ιδιαιτέρως ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι το 17,4% όσων δήλωσαν ότι αυξήθηκε το εισόδημά τους ανέφερε ως κύρια αιτία την επάνοδο στην αγορά εργασίας κάποιου μέλους του νοικοκυριού που πριν ήταν άνεργο. Ωστόσο, 3 στα 10 νοικοκυριά εξακολουθούν να έχουν τουλάχιστον ένα άνεργο μέλος, ενώ 1 στα 10 νοικοκυριά δηλώνει ότι ένα τουλάχιστον μέλος της οικογένειας έχει μεταναστεύσει στο εξωτερικό για την εύρεση εργασίας. Για πρώτη φορά καταγράφεται σε έρευνα ότι ένα ποσοστό περί το 30% των αποδημούντων έχει επιστρέψει στην Ελλάδα κάποια προηγούμενη χρονική περίοδο.
Περικοπές
Η αναγκαστική λιτότητα παραμένει καθημερινότητα για την πλειονότητα των νοικοκυριών, καθώς το 48,7% δηλώνει ότι χρειάζεται να κάνει περικοπές για να καλύψει τα αναγκαία. Πρόκειται, ωστόσο, για πολύ μικρότερο ποσοστό σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, όπου πάντα κυμαινόταν σε επίπεδα άνω του 60%. Αντιστρόφως, 1 στα 3 νοικοκυριά δηλώνει ότι τα καταφέρνει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία να καλύψει τις υποχρεώσεις του, ενώ έως και το 2018 η αντίστοιχη αναλογία ήταν περίπου 1 στα 4 ή 1 στα 5.
Σημαντικό, πάντως, παραμένει το ποσοστό, 12,9%, όσων δηλώνουν ότι τα εισοδήματά τους δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές ανάγκες τους. Στα ίδια επίπεδα κυμαίνεται και το ποσοστό της εισοδηματικής επισφάλειας (12,1%) για την έκτακτη ανάγκη κάλυψης δαπάνης 500 ευρώ.
Βελτιούμενοι, αλλά σημαντικά υψηλοί παραμένουν οι δείκτες που αφορούν την καθυστέρηση κάλυψης κάποιας ανάγκης εξαιτίας οικονομικής αδυναμίας. Ενδεικτικά, 3 στους 10 καθυστέρησαν να αναζητήσουν την κατάλληλη θεραπεία για κάποιο ιατρικό πρόβλημα, ενώ 2 στους 10 καθυστέρησαν να πληρώσουν το ρεύμα.