Απρόθυμοι για το κλίμα στην COP24
ΚΑΤΟΒΙΤΣΕ. Ακόμη αναπνέουν, αλλά με δυσκολία. Οι διεθνείς προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν «πέθαναν» στο Κατοβίτσε της Πολωνίας, αλλά η κληρονομιά της συνόδου (COP24) του ΟΗΕ που έληξε το βράδυ του Σαββάτου είναι βαριά. Για μία ακόμη φορά, η διεθνής κοινότητα αρνήθηκε να λάβει τα μέτρα που απαιτούνται για την αποφυγή των καταστροφικότερων συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Με βάση την έκθεση της διεθνούς επιτροπής επιστημόνων IPCC, οι παγκόσμιες εκπομπές ρύπων από ορυκτά καύσιμα πρέπει να έχουν μειωθεί στο μισό έως το 2030, προκειμένου να περιοριστεί η άνοδος της θερμοκρασίας. Ο στόχος αυτός δεν περιλαμβάνεται στο ανακοινωθέν της συνόδου, καθώς τέσσερις χώρες (ΗΠΑ, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ) αρνήθηκαν να αποδεχθούν τα συμπεράσματα της IPCC.
Πέραν τούτου, η σύνοδος οριστικοποίησε κάποιους από τους κανόνες που αφορούν την εφαρμογή της Συνθήκης του Παρισιού, και συγκεκριμένα με ποιες μεθόδους θα καταγράφουν και θα ανταλλάσσουν οι χώρες στοιχεία για τις εκπομπές ρύπων και τις μειώσεις που υλοποίησαν.
«Το μεγαλύτερο μέρος των κανόνων για την εφαρμογή της Συνθήκης του Παρισιού οριστικοποιήθηκε, κάτι που μας ευχαριστεί. Αλλά το γεγονός ότι οι χώρες έπρεπε να συρθούν “απο τα μαλλιά” έως τη γραμμή του τερματισμού δείχνει ότι κάποιες δεν έχουν καταλάβει τις επείγουσες εκκλήσεις των επιστημόνων», είπε ο Μοχάμεντ Αντάου, υπεύθυνος για την κλιματική αλλαγή της οργάνωσης Κρίστιαν Εϊντ.
H σύνοδος απέτυχε επίσης να συμφωνήσει στο νέο σύστημα αγοράς δικαιωμάτων ρύπων, το οποίο επιτρέπει στις χώρες και στις εταιρείες που παράγουν τους περισσότερους ρύπους να χρηματοδοτήσουν προσπάθειες εξοικονόμησης (π.χ. τη διατήρηση ενός δάσους) σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Το σύστημα αυτό έχει χαρακτηριστεί ανεπαρκές, καθώς αφαιρεί τα κίνητρα για καθαρές μειώσεις εκπομπών από όλους, χωρίς εξαιρέσεις. Κυριότεροι υπέρμαχοι του συστήματος είναι οι μεγάλες εταιρείες, αλλά και αυτές θα χρειαστεί να περιμένουν έως τα τέλη της ερχόμενης χρονιάς προκειμένου να ξεκαθαρίσουν οι κανόνες.
«Το γεγονός ότι η Συνθήκη του Παρισιού είναι ζωντανή, παρά την άνοδο του εθνικισμού και του λαϊκισμού, είναι μια ανακούφιση», είπε ο διευθυντής του Ινστιτούτου του Πότσνταμ για την Μελέτη του Κλίματος Γιόχαν Ρόκστρομ. «Ωστόσο, οι επιδιώξεις της συνόδου πάλι δεν ευθυγραμμίζονται με την επιστήμη».