Αρθρο Χρ. Σταϊκούρα: Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη στην πράξη
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η πανδημία του κορωνοϊού θέτει υπό δοκιμασία το ανεκτίμητο αγαθό της υγείας και τα συστήματα – πρωτίστως τα δημόσια – που το υπηρετούν, τις αντοχές των κοινωνιών και των οικονομιών.
Στην Ευρώπη, οι επιμέρους κοινωνίες βιώνουμε, με μικρότερο ή μεγαλύτερο κόστος, αυτή την τεράστια υγειονομική, κοινωνική και οικονομική κρίση, της οποίας η έκταση και οι επιπτώσεις είναι πολύ μεγαλύτερες απ’ ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί.
Οι έκτακτες, πρωτόγνωρες αυτές συνθήκες, και η αβεβαιότητα που τις συνοδεύει, επιβάλλουν άμεσες, δραστικές και συνεκτικές λύσεις, για την προάσπιση της δημόσιας υγείας και τη στήριξη των κοινωνιών και των οικονομιών.
Παράλληλα, και ένα βήμα πίσω από την αντιμετώπιση του αιτίου, απαιτείται να διαμορφωθούν οι συνθήκες για να κερδίσουμε όλοι μαζί –κράτη, πολίτες και επιχειρήσεις– το κρίσιμο στοίχημα της στήριξης και επανεκκίνησης της οικονομίας στην εποχή μετά τον κορωνοϊό.
Η επίτευξη των παραπάνω στόχων προϋποθέτει ψυχραιμία, αποφασιστικότητα και δυναμισμό τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, όπως πράττει με επάρκεια η ελληνική κυβέρνηση από την αρχή της υγειονομικής κρίσης.
Καμία χώρα δεν είναι αρκετά ισχυρή και έτοιμη, ώστε να αντεπεξέλθει μόνη της στις τεράστιες επιβαρύνσεις που γεννά η πανδημία. Απολύτως ασφαλή και μόνιμα καταφύγια δεν υπάρχουν, ούτε για τα «βουβάλια» ούτε για τους «βατράχους». Ο εχθρός είναι κοινός.
Επομένως, απαιτούνται κοινές λύσεις. Λύσεις ουσιαστικές, τολμηρές και ανάλογες με τη σοβαρότητα της κατάστασης, απαλλαγμένες από όρους, περιορισμούς και αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Είναι γεγονός ότι σε αυτή την κρίση, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης έλαβαν σημαντικές και γρήγορες αποφάσεις, ενεργοποιώντας μέτρα, τόσο στο δημοσιονομικό πεδίο όσο και για την ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία. Οι δημοσιονομικοί στόχοι και περιορισμοί ήρθησαν, ώστε οι κυβερνήσεις –μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας– να έχουν την αναγκαία ευελιξία για τη λήψη μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας και των επιπτώσεών της, ενώ το πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων και των δημοσίων συμβάσεων έγινε πιο ελαστικό. Περαιτέρω, παρασχέθηκε ευελιξία στη χρήση και μεταφορά πόρων εντός και από τα διαρθρωτικά και περιφερειακά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ ενεργοποιήθηκε το εργαλείο ενίσχυσης έκτακτης ανάγκης για τα συστήματα υγείας. Αντίστοιχα έπραξε και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο νομισματικό πεδίο. Διεύρυνε την επιλεξιμότητα εταιρικών χρεογράφων στο υφιστάμενο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και προχώρησε σε νέο, στοχευμένο πρόγραμμα, στο οποίο, για πρώτη φορά από το 2015, τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου είναι αποδεκτοί τίτλοι. Επιπρόσθετα, οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές διευκόλυναν την εποπτική και λογιστική αντιμετώπιση των ρυθμίσεων δανείων και την αναγνώριση του πιστωτικού κινδύνου για επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Είναι όμως σαφές ότι τα προαναφερθέντα, αν και ιδιαίτερα χρήσιμα, δεν αρκούν για μια δοκιμασία με τα χαρακτηριστικά της σημερινής. Είναι απαραίτητο, σε μια λογική πραγματικής αλληλεγγύης, να ριχθούν στη «μάχη» και άλλα ισχυρά «όπλα». Η επενδυτική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη στήριξη των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και της αγοράς εργασίας με τη διάθεση πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία και –κυρίως– η πρόταση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για ένα πανευρωπαϊκό ταμείο εγγυήσεων, που, μέσω μόχλευσης, θα μπορούσε να κινητοποιήσει πρόσθετη χρηματοδότηση για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κινούνται στον σωστό δρόμο. Το ίδιο ισχύει για την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη σύσταση ενός προσωρινού ταμείου για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας (SURE), καθώς και για τις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης για αξιοποίηση των πιστοληπτικών γραμμών για όλα ανεξαιρέτως τα κράτη-μέλη, με ευελιξία και προϋποθέσεις σχετιζόμενες αποκλειστικά με το εξωγενές και συμμετρικό σοκ της οικονομίας.
Εντούτοις, πανευρωπαϊκά, οι ανάγκες στην αδρανοποιημένη και χειμαζόμενη από την υγειονομική κρίση πραγματική οικονομία και στον παραγωγικό ιστό της, είναι πολύ μεγαλύτερες. Πιστεύω ότι απαιτείται μια κίνηση-καταλύτης, που θα προσφέρει ισχυρή ένεση ρευστότητας στις εθνικές και στην ευρωπαϊκή οικονομία, με την έκδοση ενός κοινού ευρωπαϊκού αξιογράφου, το οποίο θα χρηματοδοτεί –μέσω πιθανόν ενός ταμείου αλληλεγγύης– τις ανάγκες για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και την ανάκαμψη της επόμενης μέρας, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου οδικού χάρτη, και θα αναζωογονήσει την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων πολιτών στο όραμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Μια απόδειξη ότι έχουμε συνειδητοποιήσει όλοι μας, πως τα μεγάλα οράματα προσεγγίζονται με μεγάλες αποφάσεις και γενναίες πράξεις.
Πράγματι, τις προηγούμενες ημέρες, οι σχετικές διαβουλεύσεις ήταν πυκνές και σήμερα το Eurogroup καλείται να λάβει αποφάσεις, συνθέτοντας τις διαφορετικές προτάσεις που έχουν τεθεί στο τραπέζι. Αποφάσεις που θα πρέπει αφενός να εμφορούνται από την αξία της αλληλεγγύης, που αποτελεί την απαρχή της ευρωπαϊκής ιδέας και τη βάση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, και αφετέρου να μην είναι κατώτερες των περιστάσεων, ούτε να δείχνουν ατολμία και απροθυμία.
Αυτά περιμένουν όλοι οι πολίτες στην Ευρώπη.
Ο πρωθυπουργός, η ελληνική κυβέρνηση και ο υπογράφων ως υπουργός Οικονομικών, έχουμε την πεποίθηση ότι με δεδομένη την πρωτόγνωρη αιτία, την ένταση και τον συμμετρικό χαρακτήρα της παρούσας κρίσης, η ενδεδειγμένη απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από την ενίσχυση της σύγκλισης και συνοχής και την περαιτέρω ενδυνάμωση της οικονομικής αρχιτεκτονικής της Ευρώπης. Η αμοιβαιοποίηση χρέους, για να ξεπεραστούν η πανδημία και οι επιπτώσεις της, αποτελεί δείγμα κοινής ισχύος και επιβεβλημένης αλληλεγγύης μεταξύ ισότιμων εταίρων.
Σε ένα μήνα συμπληρώνονται 70 χρόνια από την ιστορική διακήρυξη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα. Σε αυτή, ο θεωρούμενος «πατέρας της Ευρώπης», Ρομπέρ Σουμάν είχε τονίσει ότι «η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί δια μιας, ούτε σε ένα συνολικό οικοδόμημα: θα διαμορφωθεί μέσα από συγκεκριμένα επιτεύγματα που θα δημιουργήσουν πρώτα μια πραγματική αλληλεγγύη». Στην παρούσα δύσκολη περίοδο, είναι χρέος όλων των Ευρωπαίων, και πρωτίστως όσων μετέχουμε στη λήψη των κοινών πολιτικών αποφάσεων, η Ευρώπη να κατακτήσει την «πραγματική αλληλεγγύη» και να λειτουργήσει με ενότητα. Να πείσει ότι αποτελεί πλέον ένα στέρεο, συνεκτικό οικοδόμημα που προασπίζεται αποτελεσματικά τη ζωή, την υγεία και την ευημερία των πολιτών της.
Πιστεύω ότι όλοι μαζί, με υπευθυνότητα, σύνεση, μεθοδικότητα και τις κατάλληλες πρωτοβουλίες, θα τα καταφέρουμε!
* Ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας είναι υπουργός Οικονομικών.