Χατζηθεοδοσίου: Η κατάσταση δεν επιτρέπει άλλες καθυστερήσεις στο ελεγχόμενο άνοιγμα της αγοράς
Με αγωνία περιμένει ο εμπορικός κόσμος τις αποφάσεις της κυβέρνησης για το σταδιακό άνοιγμα της αγοράς, ανέφερε ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννης Χατζηθεοδοσίου σε συνέντευξή του στο libre.gr.
Σύμφωνα με σχετική ανάρτηση στην ηλεκτρονική σελίδα του επιμελητηρίου, ο πρόεδρος είπε ότι, το γεγονός πως έχουμε τόσο υψηλό αριθμό κρουσμάτων παρά το λουκέτο στην αγορά, αποδεικνύει ότι δεν ευθύνεται το λιανεμπόριο, ενώ επανέλαβε ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, δεν αποκλείεται τα λουκέτα στις επιχειρήσεις να φτάσουν έως και τις 200.000 το επόμενο διάστημα.
Πιο αναλυτικά, όπως σημείωσε: «Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και των επιχειρήσεων της χώρας – κυρίως των μικρομεσαίων – δεν επιτρέπει άλλες καθυστερήσεις στο ελεγχόμενο άνοιγμα της αγοράς. Εστιάζω στο «ελεγχόμενο» γιατί όλοι μας προτάσσουμε την προστασία της δημόσιας υγείας. Όμως όταν τις τελευταίες εβδομάδες, με το lockdown σε ισχύ, τους κλάδους του λιανεμπορίου και της εστίασης να παραμένουν κλειστοί και το σύνολο των υπολοίπων επιχειρήσεων να υπολειτουργεί, βλέπουμε τη συνεχή αύξηση των κρουσμάτων, αποδεικνύεται ότι δεν έκανε τη ζημιά το επιχειρείν.
Εμείς λοιπόν λέμε να ανοίξουν τα καταστήματά μας, όσο το δυνατόν συντομότερα. Και αυτό το άνοιγμα πρέπει να γίνει συντεταγμένα, με εφαρμογή των υγειονομικών πρωτοκόλλων και όλων των μέτρων ασφαλείας. Για παράδειγμα το λιανεμπόριο μπορεί να επαναλειτουργήσει άμεσα με τη μέθοδο του click inside, δηλαδή με «παράδοση εντός» μετά από ραντεβού και βέβαια με ό,τι άλλο προβλέπεται, όπως την υποχρέωση της παρουσίας ενός πελάτη ανά 25 τμ..
Με το ίδιο σκεπτικό και συνυπολογίζοντας τη βελτίωση των καιρικών συνθηκών, πρέπει να δούμε και την επαναλειτουργία της εστίασης, για αρχή σε εξωτερικούς χώρους. Καθημερινά βλέπουμε εικόνες συνωστισμού σε μέσα μεταφοράς και συναθροίσεις πολιτών σε πλατείες ή παραλίες. Νομίζω ότι μόνο καλό θα κάνει στην ψυχολογία των πολιτών και βέβαια στην επιχειρηματικότητα, να δοθεί η δυνατότητα να κάτσει μία οικογένεια σε ένα τραπέζι που θα βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας από τα υπόλοιπα. Εδώ να σημειώσω ότι αυτές οι θέσεις δεν είναι μόνο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών ή γενικότερα των ανθρώπων της αγοράς, αλλά πλέον τις εκφράζουν και κορυφαίοι επιδημιολόγοι. Και ίσως, αν τέτοια μέτρα είχαν ήδη εφαρμοστεί, η κατάσταση σχετικά με την πορεία της πανδημίας να ήταν καλύτερη.
Το βέβαιο είναι ένα: Αν οι επιχειρήσεις δεν επαναλειτουργήσουν άμεσα, το μέγεθος της καταστροφής θα είναι τεράστιο. Αυτό αποδεικνύεται και από τα στοιχεία. Το γεγονός ότι το λιανεμπόριο έμεινε κλειστό κατά την χριστουγεννιάτική περίοδο και χάθηκαν και οι εκπτώσεις, σημαίνει περίπου 7 δισ. ευρώ λιγότερα στην αγορά. Αν υπολογίζουμε και όλους τους υπόλοιπους μήνες και την εστίαση να βρίσκεται εκτός λειτουργίας, μιλάμε για απώλεια πολλών δισ. ευρώ».
Ο ίδιος, σύμφωνα με τη σχετική ανάρτηση, πρόσθεσε ότι «η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού. Με μετριοπαθείς προβλέψεις εκτιμούμε ότι τους επόμενους μήνες θα αναγκαστούν να βάλουν λουκέτο περίπου 200.000 επιχειρήσεις. Όσο καθυστερεί το άνοιγμα της αγοράς, αυτή η εκτίμηση θα αναθεωρείται προς τα πάνω. Οι συνέπειες μίας τέτοιας εξέλιξης για την οικονομία, την κοινωνία, την απασχόληση θα είναι εφιαλτικές. Για αυτό λέμε ότι δεν πρέπει να καθυστερήσουμε άλλο.
Και να ξεκαθαρίσω ότι θα απαιτηθεί περαιτέρω στήριξη της Πολιτείας προς τις επιχειρήσεις, τουλάχιστον μέχρι να επιστρέψουμε σε μία κανονικότητα. Γιατί και αύριο το πρωί να επαναλειτουργήσει μία επιχείρηση, δεν σημαίνει ότι θα μπορέσει άμεσα να ανταποκριθεί στις τόσες υποχρεώσεις που έχουν συσσωρευτεί αυτούς τους μήνες της υγειονομικής κρίσης. Το μόνο που θα μπορούσε να συμβάλει αποφασιστικά στην στήριξη της επιχειρηματικότητας είναι το «κούρεμα» των οφειλών που «γεννήθηκαν» εν μέσω πανδημίας και το υπόλοιπο τους να ρυθμιστεί σε έως 120 δόσεις.
Εκτιμώ ότι αυτή η λύση αποτελεί μονόδρομο και είναι κάτι που δεν θα απασχολήσει μόνο την Ελλάδα αλλά συνολικά την οικονομία της Ε.Ε., καθώς σε παρόμοια δυσχερή θέση με τις δικές μας μικρομεσαίες επιχειρήσεις, βρίσκονται και οι ευρωπαϊκές. Η κυβέρνηση οφείλει να δει το θέμα με ρεαλισμό, και να μην επιχειρήσει με ημίμετρα να αντιμετωπίσει το πρόβλημα».