Δεν επανελέγχονται χρήσεις με καθαρό φορολογικό πιστοποιητικό
Με έντονο ενδιαφέρον ανέμεναν οι επιχειρήσεις την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για το θέμα της παραγραφής των φορολογικών χρήσεων, για τις οποίες είχαν λάβει «καθαρό» φορολογικό πιστοποιητικό.
Το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο αποφάσισε σε πιλοτική δίκη (ΣτΕ320/2020) ότι δεν είναι νόμιμος ο επανέλεγχος από τη φορολογική διοίκηση χρήσεων για τις οποίες είχε εκδοθεί φορολογικό πιστοποιητικό χωρίς επιφύλαξη και οι οποίες είχαν περαιωθεί βάσει της ΠΟΛ 1159/2011. Ουσιαστικά, η απόφαση αφορά τις χρήσεις έως και το 2013 και καταλαμβάνει και τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Με βάση την ΠΟΛ 1159/2011, ο έλεγχος από τη φορολογική διοίκηση μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε εταιρείες που είχαν λάβει ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό από ελεγκτή χωρίς επιφύλαξη, εντός αποκλειστικής προθεσμίας 18 μηνών. Μετά δε την άπρακτη πάροδο του διαστήματος αυτού, οι χρήσεις θεωρούνταν περαιωμένες (πλην συγκεκριμένων από τον νόμο περιπτώσεων, όπου υπήρχαν ενδείξεις για σοβαρές παραβάσεις). Ωστόσο, μεταγενέστερα η ΠΟΛ 1034/2015 επιχείρησε να ανατρέψει (αναδρομικά) τα προαναφερθέντα και να εφαρμόσει τη γενική πενταετή παραγραφή και στις χρήσεις αυτές.
Αναλυτικότερα, το δικαστήριο έκρινε κατ’ αρχάς ότι:
(α) Ο «φορολογικός έλεγχος» εκ μέρους ιδιωτών ελεγκτών δεν μπορεί να προβλέπεται ή/και να λειτουργεί ως νόμιμο υποκατάστατο του ελέγχου της φορολογικής διοίκησης.
(β) Η βεβαίωση από ιδιώτη ελεγκτή ότι δεν προέκυψαν παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας μπορεί να ληφθεί νομίμως υπόψη από τη φορολογική διοίκηση ως κριτήριο επιλογής των υποθέσεων προς έλεγχο από αυτήν, εντός του οριζόμενου στον νόμο χρόνου παραγραφής, και
(γ) Πρέπει να προβλέπεται η δυνατότητα (επαν)ελέγχου από τη φορολογική διοίκηση, με ορισμένη διαδικασία και εντός ευλόγου χρόνου από την ως άνω βεβαίωση, μετά δε την άπρακτη παρέλευση του χρόνου αυτού δεν αποκλείεται να θεωρείται ότι έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος από τη φορολογική διοίκηση και ότι η υπόθεση έχει περαιωθεί.
Στο πλαίσιο αυτό, οι σχετικές ρυθμίσεις της ΠΟΛ 1159/2011 κρίθηκαν συνταγματικές.
Αντίθετα, η τροποποίηση των ρυθμίσεων αυτών που επιχειρήθηκε με την ΠΟΛ 1034/31.12.2015 κρίθηκε ότι δεν ήταν νόμιμη, ως κείμενη εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης. Περαιτέρω, η αναδρομική ανατροπή των αποτελεσμάτων συντελεσθείσας περαίωσης θα αντέβαινε στις θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου και της ασφάλειας δικαίου, καθώς και στην αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του φορολογουμένου.
Πρέπει να επισημανθεί ότι από το φορολογικό έτος 2014 και μετά, το νομοθετικό πλαίσιο τροποποιήθηκε και η ύπαρξη φορολογικού πιστοποιητικού χωρίς επιφύλαξη από τους νόμιμους ελεγκτές δεν εμποδίζει πλέον τη φορολογική διοίκηση να προβεί σε ελέγχους των εν λόγω χρήσεων εντός της κανονικής πενταετούς προθεσμίας παραγραφής.
Εν κατακλείδι, χρειάστηκε για άλλη μία φορά η τελεσίδικη κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας προκειμένου να μπει φραγμός στην αυθαίρετη πρακτική της φορολογικής διοίκησης να προβαίνει σε ελέγχους υποθέσεων που έχουν κατά τον νόμο περαιωθεί. Η τελευταία θα κληθεί πλέον να επιστρέψει σημαντικά ποσά φόρων που έχουν προκαταβληθεί από τις επιχειρήσεις για σχετικές υποθέσεις τους, οι οποίες εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια της χώρας.
Θυμίζουμε ότι το ίδιο δικαστήριο έχει πλούσια νομολογία επί του θέματος, έχοντας κρίνει ως αντισυνταγματικές τις διαδοχικές παρατάσεις του χρόνου παραγραφής των υποθέσεων της φορολογίας εισοδήματος. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η κρίση του ΣτΕ ότι η τυχόν επιμήκυνση του χρόνου παραγραφής είναι δυνατή μόνο με διάταξη, η οποία θεσπίζεται το αργότερο εντός του επόμενου έτους από το έτος στο οποίο ανάγεται η φορολογική υποχρέωση και όχι λίγο πριν από τη λήξη του χρόνου παραγραφής, όπως γινόταν κατά κανόνα στο παρελθόν.
Με βάση τα ανωτέρω και τον κανόνα της πενταετούς παραγραφής, οι φορολογικές χρήσεις έως το 2013 έχουν γενικά παραγραφεί (όσον αφορά τη φορολογία εισοδήματος), ενώ η χρήση 2014 παραγράφεται στις 31/12/2020. Βέβαια, ισχύουν οι εκ του νόμου ρητά προβλεπόμενες περιπτώσεις παράτασης της παραγραφής, π.χ. σε περίπτωση φοροδιαφυγής, μη υποβολής δήλωσης, ύπαρξης νέων στοιχείων κ.λπ.
* Η κ. Τζένη Πάνου είναι υπεύθυνη του Φορολογικού Τμήματος της ASnetwork (www.asnetwork.gr).