Δυνατότητα ένταξης δανείων 15 δισ. στο πρόγραμμα «Γέφυρα»
Το πρόγραμμα επιδοτεί έως και το 90% της μηνιαίας δόσης για όλα τα ενήμερα δάνεια που συνδέονται με την πρώτη κατοικία, αλλά και σημαντικό ποσοστό (60%-80%) της δόσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σημαντική στήριξη στα έσοδα των τραπεζών θα δώσει το πρόγραμμα «Γέφυρα» –για την προστασία της πρώτης κατοικίας, μέσω επιδότησης της δόσης από το υπουργείο Οικονομικών–, στο οποίο μπορούν να ενταχθούν δάνεια έως και 15 δισ. ευρώ. Πρόκειται για δάνεια φυσικών προσώπων, αλλά και ελεύθερων επαγγελματιών ή επιχειρηματιών που έχουν οφειλή με υποθήκη την πρώτη τους κατοικία.
Από το πρόγραμμα έχει υπολογιστεί ότι μπορούν να επωφεληθούν πάνω από 300.000 δανειολήπτες και ενδεικτικό της μεγάλης ανταπόκρισης που υπάρχει είναι το γεγονός ότι, μέχρι χθες το μεσημέρι, είχαν εισέλθει στην πλατφόρμα της Ειδικής Γραμματείας Ιδιωτικού Χρέους 34.494 φορολογούμενοι. Από αυτούς, 27.661 είχαν συναινέσει στην άρση του απορρήτου τους και ο αριθμός των αιτήσεων που είχε υποβληθεί έως χθες είχε φτάσει τις 11.397.
Το πρόγραμμα, που επιδοτεί έως και το 90% της μηνιαίας δόσης για όλα τα ενήμερα δάνεια που συνδέονται με την πρώτη κατοικία αλλά και σημαντικό ποσοστό (από 60% έως 80%) της δόσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα λειτουργήσει ως τροφοδότης των εσόδων από τόκους για τις τράπεζες σε μια κρίσιμη χρονική περίοδο, κατά την οποία η κρίση δοκιμάζει τις αντοχές νοικοκυριών και επιχειρήσεων και την ικανότητά τους να αποπληρώνουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Δικαιούχοι του προγράμματος «Γέφυρα» είναι οι οικονομικώς πληγέντες από την οικονομική κρίση που προκαλεί η πανδημία, έχοντας υποστεί μείωση του εισοδήματός του, και στους οποίους έχει παρασχεθεί οικονομική ενίσχυση στο πλαίσιο του μηχανισμού στήριξης εργαζομένων, ελεύθερων επαγγελματιών ή φυσικών προσώπων που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα. Εκτός από τις παραπάνω κατηγορίες, στο πρόγραμμα μπορούν να ενταχθούν και οι μακροχρόνια άνεργοι, καθώς και οι ιδιοκτήτες ακινήτων οι οποίοι έλαβαν μειωμένο μίσθωμα στο πλαίσιο του μηχανισμού στήριξης για τη μείωση μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων και μισθώσεων κύριας κατοικίας λόγω κορωνοϊού.
Η επιδότηση των τόκων για εννέα μήνες από το κράτος έρχεται να «κουμπώσει» με τα προγράμματα αναστολής δόσεων που έχουν εφαρμόσει οι τράπεζες και τα οποία λήγουν –ανάλογα με την κατηγορία των δανειοληπτών– είτε στα τέλη Σεπτεμβρίου είτε ή στα τέλη Δεκεμβρίου, διασφαλίζοντας την ομαλή αποπληρωμή των στεγαστικών δανείων όχι μόνο για το 2020, αλλά και για το 2021.
Αυτό, γιατί η κρατική επιδότηση συνοδεύεται με την υποχρέωση για τη συνέχιση της αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεων από την πλευρά των δανειοληπτών που θα ωφεληθούν από το πρόγραμμα για χρονικό διάστημα από 6 έως και 18 μήνες, ανάλογα με την κατηγορία του δανείου. Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να επιστραφεί η κρατική επιδότηση.
Οπως προβλέπει το πρόγραμμα, αν κάποιος δανειολήπτης έχει λάβει αναστολή πληρωμών δανείων από την τράπεζα, τότε μπορεί να επιλέξει είτε να διακόψει την αναστολή και να ξεκινήσει να πληρώνει, λαμβάνοντας ταυτόχρονα και την κρατική επιδότηση, είτε να περιμένει τη λήξη της αναστολής πληρωμών και να ξεκινήσει να πληρώνει μετά, λαμβάνοντας και πάλι την κρατική επιδότηση. Ετσι η επιδότηση μπορεί να παρασχεθεί για χρονικό διάστημα εννέα μηνών, με σημείο εκκίνησης το αργότερο έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Ειδικά για όσους δανειολήπτες είχαν μη εξυπηρετούμενο ή καταγγελμένο δάνειο πριν από την πανδημία, η συμμετοχή στο πρόγραμμα προϋποθέτει τη ρύθμιση της οφειλής με την τράπεζα.
Ο προϋπολογισμός του προγράμματος έχει υπολογιστεί στο 1 δισ. ευρώ και, εκτός από τα έσοδα από τόκους των τραπεζών, θα συμβάλει στην αποτροπή δημιουργίας μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων, στηρίζοντας την προσπάθεια των τραπεζών για την εξυγίανση των ισολογισμών τους.