Έχετε διαβήτη; Αυτά τα ροφήματα μπορεί να ωφελούν σημαντικά την υγεία σας

Η καθημερινή κατανάλωση δύο ροφημάτων μπορεί να μειώνει έως 63% τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2.

Αν έχετε διαγνωστεί με τύπου 2 διαβήτη και λατρεύετε το πράσινο τσάι ή/και τον καφέ, μπορεί να ωφελείτε σημαντικά την υγεία σας. Σε σημείο ώστε να προσθέτετε χρόνια στη ζωή σας, σύμφωνα με μία νέα, ιαπωνική μελέτη.

Όπως έδειξε, οι πάσχοντες από διαβήτη που πίνουν καθημερινά τέσσερα ή περισσότερα φλιτζάνια πράσινο τσάι και δύο φλιτζάνια καφέ, έχουν κατά 63% λιγότερες πιθανότητες πρόωρου θανάτου.

Μεμονωμένα, εξ άλλου, κάθε φλιτζάνι καφέ ή πράσινο τσάι που πίνει ένας ασθενής την ημέρα, μειώνει τον κίνδυνο αυτό κατά 12% και 15% αντιστοίχως.

Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν πως «τα δημοφιλή αυτά ροφήματα προστατεύουν την υγεία. Όταν μάλιστα συνδυάζονται στο ημερήσιο διαιτολόγιο, τα οφέλη τους δρουν αθροιστικά», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Dr. Yuji Komorita.

Οι ερευνητές δεν γνωρίζουν με ποιον ακριβώς τρόπο μπορεί να προστατεύουν την υγεία τα συγκεκριμένα ροφήματα. Και τα δύο όμως περιέχουν θρεπτικά συστατικά τα οποία, μεταξύ άλλων, μειώνουν τη φλεγμονή στο σώμα, είπε ο Dr. Komorita, ο οποίος είναι επίκουρος καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Kyushu, στην Fukuoka.

Επειδή, δε, τα δύο ροφήματα φάνηκε να είναι πιο προστατευτικά όταν συνδυάζονται, ο Dr. Komorita εκτίμησε πως μπορεί να περιέχουν διαφορετικά συστατικά που δρουν συνεργικά.

Ο σχεδιασμός της μελέτης

Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε 4.923 άνδρες και γυναίκες με τύπου 2 διαβήτη. Η μέση ηλικία τους ήταν τα 66 έτη. Οι επιστήμονες παρακολούθησαν την πορεία της υγείας τους επί 5,3 χρόνια κατά μέσον όρο.

Στην διάρκεια της περιόδου παρακολουθήσεως, οι 309 από αυτούς έχασαν τη ζωή τους. Οι κύριες αιτίες θανάτου ήταν ο καρκίνος και η καρδιοπάθεια (190 από τους 309).

Οι ερευνητές είχαν συλλέξει ποικίλα στοιχεία για τους εθελοντές τους. Άλλα από αυτά αφορούσαν τον τρόπο ζωής (π.χ. κάπνισμα, άσκηση, ύπνος, ψυχική διάθεση) και άλλα τη διατροφή. Η καταγραφή των διατροφικών συνηθειών έγινε μέσω ερωτηματολογίων που αφορούσαν την κατανάλωση 58 τροφίμων και συμπληρωμάτων.

Περίπου 600 εθελοντές ανέφεραν ότι δεν έπιναν πράσινο τσάι, ενώ σχεδόν 1.000 είπαν ότι δεν έπιναν καφέ. Από τους υπόλοιπους:

  • Περισσότεροι από 1.100 έπιναν έως 1 φλιτζάνι πράσινο τσάι την ημέρα
  • Σχεδόν 1.400 έπιναν 2-3 φλιτζάνια πράσινο τσάι την ημέρα
  • Σχεδόν 1.800 έπιναν 4 ή περισσότερα φλιτζάνια πράσινο τσάι την ημέρα

Όσον αφορά την κατανάλωση καφέ, 1.300 εθελοντές είπαν ότι πίνουν έως 1 φλιτζάνι την ημέρα. Άλλοι 960 είπαν ότι πίνουν 1-2 φλιτζάνια την ημέρα και 1.660 πάνω από 2 φλιτζάνια ημερησίως.

Τα ευρήματα

Οι ερευνητές εξέτασαν τις διατροφικές συνήθειες των εθελοντών που έχασαν τη ζωή τους με εκείνες όσων επέζησαν. Όπως διαπίστωσαν, σε σύγκριση με τους εθελοντές που δεν έπιναν κανένα από τα δύο ροφήματα:

  • Όσοι εθελοντές έπιναν πράσινο τσάι είχαν από 15% έως 40% λιγότερες πιθανότητες πρόωρου θανάτου. Το ποσοστό ήταν ανάλογο με τις ποσότητες που κατανάλωναν (όσο περισσότερο, τόσο το καλύτερο).
  • Όσοι εθελοντές έπιναν καφέ είχαν από 12% έως 41% λιγότερες πιθανότητες πρόωρου θανάτου. Και πάλι το ποσοστό ήταν ανάλογο με τις ποσότητες που κατανάλωναν (όσο περισσότερο, τόσο το καλύτερο).

Ωστόσο τα οφέλη με τον συνδυασμό των δύο ροφημάτων ήταν ακόμα πιο εντυπωσιακά. Ειδικότερα:

  • Με 2-3 φλιτζάνια πράσινο τσάι την ημέρα και 2 ή περισσότερα καφέ, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου μειωνόταν κατά 51%
  • Με 4 ή περισσότερα φλιτζάνια πράσινο τσάι ημερησίως και 1 καφέ, μειωνόταν κατά 58%
  • Με 4 ή περισσότερα φλιτζάνια πράσινο τσάι την ημέρα και 2 η περισσότερα καφέ, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου μειωνόταν κατά 63%

Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η μελέτη έγινε σε ιαπωνικό πληθυσμό, όπου η ποιότητα του καφέ και του πράσινου τσαγιού διαφέρουν απ’ ό,τι οι ποικιλίες που κυκλοφορούν στη Δύση. Παρ’ όλα αυτά, πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει πως τα δύο ροφήματα παρέχουν πολλά οφέλη στην υγεία και των κατοίκων της Δύσης. Είναι λοιπόν πιθανό καφές και τσάι να ωφελούν γενικώς όσους τα καταναλώνουν.

Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση BMJ Open Diabetes Research and Care.

Πηγή