Ευκαιρίες στις ελληνικές τράπεζες εντοπίζουν οι διεθνείς επενδυτές


Tο πρώτο από τα τρία επενδυτικά συνέδρια που έχουν διεξαχθεί έως τώρα είναι εκείνο για τον διεθνή χρηματοοικονομικό κλάδο της Deutsche Bank.

Πρώιμη αισιοδοξία επικρατεί στο περιβάλλον των διεθνών επενδυτών σε ό,τι αφορά τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών, μετά το βίαιο στοπ που έθεσε το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού στη διαδικασία ομαλοποίησης του κλάδου. Αυτό είναι το συμπέρασμα από τα πρώτα roadshows που πραγματοποιήθηκαν το τελευταίο δεκαήμερο από Deutsche Bank, Wood και Βank of America, όπου συμμετείχαν οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες –Alpha Bank, Eurobank, Εθνική και Πειραιώς–, οι οποίες συνάντησαν έντονο ενδιαφέρον από μεγάλα και μικρότερα funds από Ευρώπη, ΗΠΑ και Ασία.

Τα πρώτα αυτά επενδυτικά συνέδρια εν μέσω της πανδημίας συνέπεσαν με την επανεκκίνηση της οικονομίας, την ανάκαμψη του Χρηματιστηρίου Αθηνών, καθώς και την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του α΄ τριμήνου των ελληνικών τραπεζών, κάτι που τόνωσε ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον, με τις ερωτήσεις των funds να επικεντρώνονται στα πλάνα τιτλοποιήσεων, στη ρευστότητα και στα κεφάλαια του κλάδου.

Σημειώνεται ότι στις 26 και 27 Μαΐου διεξήχθη το 10ο roadshow για τον διεθνή χρηματοοικονομικό κλάδο της Deutsche Bank, στις 28 και 29 Μαΐου ακολούθησε το roadshow της Wood – EME Financials and Real Estate Virtual Conference –με 124 υψηλόβαθμα στελέχη εταιρειών και 122 επενδυτές να δίνουν το «παρών»– ενώ διοργανώθηκαν 424 συναντήσεις (με 125 να είναι οne-on-one). Στις 2 και 3 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε το συνέδριο της Bank of America για τις μετοχές και τα ομόλογα των αναδυόμενων αγορών (Bofa Emerging Markets Debt and Equity Conference), με τη συμμετοχή να είναι και εκεί ιδιαίτερα μεγάλη, ενώ οι συναντήσεις έγιναν σε γκρουπ των δύο έως πέντε επενδυτών με την καθεμία ελληνική συστημική τράπεζα. Σειρά έχει, την επόμενη εβδομάδα, το ετήσιο συνέδριο της Goldman Sachs, Annual European Financials Virtual Conference (10-12 Ιουνίου), με το ενδιαφέρον να είναι ήδη ισχυρό, σύμφωνα με πληροφορίες.

Η παρουσία μεγάλων ονομάτων διεθνών funds στις συναντήσεις με τα υψηλόβαθμα στελέχη των ελληνικών τραπεζών υπογραμμίζει το γεγονός ότι ο κλάδος βρίσκεται ψηλά στο ραντάρ των επενδυτών. Μεταξύ αυτών, ήταν οι Amundi, Barings, Capital, TCW, Aviva Investors, Danske Capital, East Capital, Fidelity, Goldman Sachs Asset Management, Lazard,  Nomura Asset Management, Raiffeisen Capital Management, Schroders Investment Management, SEB Investment Management Standard Life Aberdeen Group, Wellington UK και Zenon Investments.

Το βασικό συμπέρασμα των roadshows είναι πως αυτή την περίοδο υπάρχει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για τις ελληνικές τράπεζες λόγω της «ευκαιρίας» που δημιούργησε η κρίση από πλευράς αποτιμήσεων. Οι τιμές των μετοχών τους έχουν δεχθεί ισχυρή πίεση και, παρά το ριμπάουντ που έχει σημειωθεί το τελευταίο διάστημα, οι αποτιμήσεις τους παραμένουν ιδιαίτερα χαμηλές. Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρά την έξοδο των τριών συστημικών τραπεζών (Alpha, Eurobank, ETE) από τον δείκτη MSCI αναδυόμενων αγορών και τις αναμενόμενες εκροές, καταγράφηκαν ταυτόχρονα πολύ ενθαρρυντικές εισροές από hedge funds και macro funds, αποτυπώνοντας την ευκαιρία που έχουν εντοπίσει οι ξένοι επενδυτές στις ιδιαίτερα πιεσμένες τιμές των μετοχών του κλάδου. Ας επισημανθεί πως ο τραπεζικός δείκτης βρέθηκε σε ιστορικό χαμηλό τον Μάιο, έχοντας σημειώσει βουτιά της τάξης του 70% και, παρότι έκτοτε έχει ανακάμψει κατά 30%, παραμένει ακόμη μακριά από τα επίπεδα όπου βρισκόταν προ πανδημίας.

Το δεύτερο πολύ σημαντικό συμπέρασμα είναι πως παρατηρείται αρκετή αισιοδοξία στο περιβάλλον των επενδυτών σε ό,τι αφορά την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. «Οι επενδυτές βλέπουν ότι πέφτει πολύ χρήμα στην αγορά και αυτό θα στηρίξει την ανάκαμψη», σημειώνει στην «Κ» υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος που συμμετείχε στα roadshows. Ειδικά σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες, οι επενδυτές έχουν μια πρώιμη αισιοδοξία ότι τελικά η πανδημία δεν θα οδηγήσει στην καταστροφή. Τα μέτρα ύψους 24 δισ. ευρώ της κυβέρνησης, σε συνδυασμό με τα 32 δισ. ευρώ που ενδέχεται να  εισρεύσουν στην Ελλάδα συνεπεία του σχεδίου της Κομισιόν, καθώς και η στήριξη της ΕΚΤ (η οποία πλέον δέχεται ως collateral τα ελληνικά ομόλογα), θα περιορίσουν την ύφεση, η οποία δεν θα είναι όσο βαθιά αναμενόταν αρχικώς.

Οι σημαντικές τονωτικές ενέσεις κεφαλαίων θα βοηθήσουν τις ελληνικές εταιρείες (που είναι και «πελάτες» των ελληνικών τραπεζών) και κατ’ επέκταση θα συμβάλουν στην ανάκαμψη του κλάδου. Ιδιαίτερα θετικές είναι οι απόψεις των επενδυτών και για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, οι καλές επιδόσεις των οποίων θα συνεχίζουν να στηρίζουν την κερδοφορία των τραπεζών, κυρίως λόγω του μεγάλου όπλου που έχουν πλέον και που ονομάζεται ΕΚΤ. Η κεντρική τράπεζα θα συνεχίσει να αγοράζει ελληνικούς τίτλους για μεγάλο διάστημα, με τους επενδυτές να δηλώνουν ότι «κανείς δεν θα θέλει να ποντάρει κόντρα στην ΕΚΤ».

Επίσης, οι επενδυτές δεν εξέφρασαν καμία ανησυχία για τα κεφάλαια και τη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες στηρίζονται έντονα από τα προγράμματα TLTRO της ΕΚΤ, ενώ για τις τιτλοποιήσεις –για τις οποίες έχει αποτιμηθεί ήδη ότι θα καθυστερήσουν– παρατηρείται ανανεωμένο ενδιαφέρον από τους επενδυτές. Επιπλέον, το ενδιαφέρον των επενδυτών έχουν αρχίσει και συγκεντρώνουν και πάλι οι τίτλοι Tier 2, που εξέδωσαν οι ελληνικές τράπεζες πρόσφατα. Αν και οι περισσότεροι συνεχίζουν να κινούνται χαμηλότερα της ονομαστικής αξίας τους (στο 83% της Alpha Bank, στο 71% και 82% της Πειραιώς –έκδοση Φεβρουαρίου 2020 και Ιουνίου 2019 αντίστοιχα– και στο 103% της Εθνικής), η ανάκαμψή τους από τα χαμηλά του Μαρτίου είναι σημαντική: όπως φαίνεται, εκτός από τις μετοχές, και οι συγκεκριμένοι τίτλοι έχουν αρχίσει να κερδίζουν έδαφος στις προτιμήσεις των επενδυτών.

Φυσικά, δεν λείπουν οι ανησυχίες, καθώς οι καιροί εξακολουθούν να είναι αβέβαιοι. Αν και δεν υπάρχουν ιδιαίτεροι φόβοι για εκτόξευση των NPEs των ελληνικών τραπεζών φέτος (η καλή πορεία το α΄ και το β΄ τρίμηνο του έτους θα αντισταθμίσει τα αρνητικά αποτελέσματα που αναμένονται το γ΄ και το δ΄ τρίμηνο), με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για ανάλογα επίπεδα δεικτών με εκείνα του 2019, ωστόσο για το 2021 η ορατότητα δεν είναι σαφής. Για παράδειγμα, υπάρχει αβεβαιότητα ως προς τον τρόπο που θα χειριστούν οι εποπτικές αρχές το επόμενο έτος τα μορατόρια πληρωμών που έχουν δοθεί για φέτος, καθώς και για το αν θα ζητηθεί η πληρωμή τους – κάτι που ενδέχεται να θέσει εμπόδια στη μείωση των NPEs το 2021 και να οδηγήσει σε συνολικότερη αύξησή τους.

Επίσης, οι επενδυτές θέλουν να δουν πώς θα εξελιχθεί η οικονομία μέσα στο επόμενο εξάμηνο. Τα αποτελέσματα του τουρισμού θεωρούνται ιδιαίτερα κρίσιμα για τα ξένα funds, καθώς η πορεία του κλάδου θα καθορίσει και αυτή της ελληνικής οικονομίας προς την ανάκαμψη, με αρκετούς επενδυτές να επισημαίνουν ότι το προσεχές φθινόπωρο θα παρακολουθήσουν στενά την Ελλάδα.

kathimerini.gr