Εκδοση ευρωομολόγου ζητούν εννέα χώρες

Στην επιστολή τους προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ οι εννέα ηγέτες γράφουν χαρακτηριστικά: «Πρέπει να εργαστούμε επί ενός χρεογράφου που θα εκδοθεί από έναν ευρωπαϊκό θεσμό, το οποίο θα αντλήσει χρήματα από τις αγορές στην ίδια βάση και προς όφελος όλων των κρατών-μελών, εξασφαλίζοντας έτσι σταθερή μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση για τις πολιτικές που είναι αναγκαίες για την αντιμετώπιση των ζημιών που προκαλεί αυτή η πανδημία».

Εννέα χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, ζήτησαν χθες με επιστολή τους προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, την έκδοση ευρωομολόγου για την καταπολέμηση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού. Την επιστολή, πλην του Κυρ. Μητσοτάκη, συνυπογράφουν ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ και οι πρωθυπουργοί των Ιταλίας, Πορτογαλίας, Βελγίου, Ιρλανδίας, Σλοβενίας και Λουξεμβούργου.

Η επιστολή προέκυψε κατόπιν πρωτοβουλίας της Ιταλίας και έπειτα της Ισπανίας. Οι ηγέτες των χωρών ήταν μαζί με τον κ. Μητσοτάκη σε ανοικτή γραμμή για την εκδήλωση της πρωτοβουλίας, η οποία καθυστέρησε λίγες ημέρες προκειμένου να δοθεί χρόνος ώστε να δημιουργηθεί πρόσφορο έδαφος για να στηριχθεί από περισσότερους. Σημειώνεται ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός ήδη από την τηλεδιάσκεψη της περασμένης εβδομάδας είχε ζητήσει πιο τολμηρές πρωτοβουλίες από την Ε.Ε. Η διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού Ελένη Σουρανή σήκωσε το βάρος των διαβουλεύσεων με τις άλλες οκτώ κυβερνήσεις, διεκδικώντας μία διατύπωση που δεν θα αποξένωνε τους θιασώτες της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Οπως γράφουν οι εννέα ηγέτες: «Πρέπει να εργαστούμε επί ενός χρεογράφου που θα εκδοθεί από έναν ευρωπαϊκό θεσμό, το οποίο θα αντλήσει χρήματα από τις αγορές στην ίδια βάση και προς όφελος όλων των κρατών-μελών, εξασφαλίζοντας έτσι σταθερή μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση για τις πολιτικές που είναι αναγκαίες για την αντιμετώπιση των ζημιών που προκαλεί αυτή η πανδημία. Τα επιχειρήματα υπέρ ενός τέτοιου κοινού εργαλείου είναι ισχυρά, καθώς όλοι αντιμετωπίζουμε ένα συμμετρικό εξωγενές σοκ, για το οποίο δεν φέρει ευθύνη καμία χώρα, αλλά τις αρνητικές συνέπειες του οποίου τις υποκείμεθα όλοι. Και είμαστε όλοι συλλογικά υπεύθυνοι για μία αποτελεσματική και ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση». Το κοινό αυτό εργαλείο έκδοσης χρέους, προσθέτουν, «πρέπει να είναι επαρκούς μεγέθους και διάρκειας ώστε να είναι πλήρως αποτελεσματικό και να αποφύγει κινδύνους αναχρηματοδότησης τώρα ή στο μέλλον. Οι πόροι που θα συγκεντρωθούν θα χρησιμοποιηθούν για να χρηματοδοτήσουν σε όλα τα κράτη-μέλη τις αναγκαίες επενδύσεις στο σύστημα υγείας και προσωρινές πολιτικές για την προστασία των οικονομιών και του κοινωνικού μας μοντέλου».

Η επιστολή ήλθε μία μέρα μετά τη συνεδρίαση (διά τηλεδιάσκεψης) του Eurogroup, στην οποία η πρόεδρος της ΕΚΤ τάχθηκε σθεναρά υπέρ της έκδοσης των λεγόμενων «κορωνο-ομολόγων» – ευρωομολόγων ειδικά στοχευμένων για την καταπολέμηση της νέας κρίσης. Η Κριστίν Λαγκάρντ μίλησε για μία «εφάπαξ» έκδοση –αλλά παρ’ όλα αυτά, και παρά τη στήριξη των κρατών-μελών της Περιφέρειας της Ευρωζώνης, δεν έδειξε να πείθει τους συνήθεις υπόπτους του ευρωπαϊκού Βορρά. Η Φινλανδία, ειδικά, απέρριψε κάθετα την ιδέα, ενώ η Ολλανδία και η Γερμανία παραμένουν και αυτές αρνητικά διακείμενες (ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ τη Δευτέρα χαρακτήρισε τα περί ευρωομολόγων «συζήτηση-φάντασμα»).

Το ζήτημα των «κορωνο-ομολόγων», ωστόσο, δεν συζητήθηκε ιδιαίτερα στο Eurogroup – «υπερβαίνει τις αρμοδιότητες των υπουργών Οικονομικών», όπως εξηγεί στην «Κ» αξιωματούχος με γνώση των διαβουλεύσεων. Η πραγματική συζήτηση θα γίνει σήμερα στην τηλεδιάσκεψη των «27», που αντικαθιστά την προγραμματισμένη Σύνοδο. Ως χθες, που οι μόνιμοι αντιπρόσωποι των κρατών-μελών συνέχιζαν τις διαπραγματεύσεις για την τελική του μορφή, το προσχέδιο του κοινού ανακοινωθέντος δεν περιελάμβανε κάποια αναφορά σε κοινή έκδοση χρέους. Σύμφωνα με διασταυρωμένες πηγές, οι πιθανότητες ήταν ελάχιστες να αλλάξει αυτό.

Για τις χώρες με υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους, η δυνατότητα άντλησης πόρων χωρίς την περαιτέρω αύξησή του που θα παρείχε ένα ευρωομόλογο θα συνέβαλε ζωτικά στην ευχέρειά τους να λάβουν όλα τα αναγκαία δημοσιονομικά μέτρα διάσωσης των οικονομιών τους από τις επιπτώσεις της πανδημίας.

Αλληλεγγύη με όρους θέλουν οι Βόρειοι

Το ζήτημα που βρέθηκε στο επίκεντρο του προχθεσινού Eurogroup, αντί των ευρωομολόγων, ήταν η δυνατότητα ενεργοποίησης του ESM στη μάχη κατά της πανδημίας. Η συζήτηση επικεντρώθηκε σε μια σειρά ενοτήτων βάσει ανάλυσης του ESM που τέθηκε στη διάθεση των υπουργών πριν από τη συνεδρίαση. Μεταξύ των εκκρεμών ζητημάτων ήταν η αιρεσιμότητα που θα συνοδεύει τυχόν πρόγραμμα, ο ρόλος της ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους και του ΔΝΤ, αλλά και το ύψος της διαθέσιμης χρηματοδότησης.

Σε επιστολή του χθες προς τον κ. Μισέλ ενόψει της σημερινής τηλεδιάσκεψης των «27», που περιέχει τα «προσωπικά συμπεράσματά» του από τη συνεδρίαση του Eurogroup, ο Μάριο Σεντένο αναφέρεται σε «ευρεία συμφωνία» για την επιστράτευση του ESM και στη χρήση των πόρων του –410 δισ. ευρώ ή 3,4% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης– «με τρόπο που να είναι συνεπής με την εξωγενή, συμμετρική φύση του σοκ του COVID-19». Ο πρόεδρος του Eurogroup προσθέτει ότι υπάρχει «ευρεία στήριξη» στην ιδέα το νέο εργαλείο να συσταθεί στη βάση της υφιστάμενης προληπτικής γραμμής ECCL και να είναι διαθέσιμο σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, «με τους κατάλληλους τυποποιημένους όρους, στη βάση μιας εκ των προτέρων αξιολόγησης από τους θεσμούς». Αν υπάρξει προσφυγή στην πιστωτική γραμμή, αναφέρει ο Σεντένο, «η στήριξη του ESM θα χρησιμοποιηθεί συγκεκριμένα για το κόστος διαχείρισης της επιδημίας του κορωνοϊού, συμπεριλαμβανομένου του υγειονομικού κόστους και των ανειλημμένων οικονομικών δαπανών. Μακροπρόθεσμα, τα μέλη πρέπει να εστιάσουν στη διασφάλιση μιας βιώσιμης πορείας». Προσθέτει ότι υπάρχει «ευρεία συμφωνία» το νέο εργαλείο να διαθέτει «σημαντικούς πόρους» ώστε να μπορούν όλα τα κράτη-μέλη να δανειστούν 2% του ΑΕΠ ή και περισσότερο.

Και σε αυτό το μέτωπο το χάσμα Βορείων – Νοτίων αποδείχθηκε υπερβολικά μεγάλο για να γεφυρωθεί. Η στάση Βερολίνου και Χάγης είναι ότι τα εθνικά δημοσιονομικά πακέτα, με τη θεσμική θωράκιση της ρήτρας γενικής εξαίρεσης του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, τη χαλάρωση των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων και την πρακτική στήριξη του νέου προγράμματος αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ,  επαρκούν προς το παρόν για τη διαχείριση της κρίσης. Σε περίπτωση που απαιτηθεί κάτι επιπλέον, αμφότερες οι χώρες είναι διατεθειμένες να αναλογιστούν το ενδεχόμενο να ενεργοποιηθεί ο ESM – υπό τον όρο ότι η παροχή χρηματοδότησης θα συνοδευτεί από όρους που θα θυμίζουν τα μνημόνια της ευρω-κρίσης.

Από την άλλη, για τις υπερχρεωμένες χώρες του Νότου, όπως η Ιταλία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η προληπτική γραμμή, στην παρούσα μορφή, συνδυάζει το βαρύ πολιτικό κόστος ενός προγράμματος διάσωσης με τη χαμηλή διαθέσιμη χρηματοδότηση (το 2% του ΑΕΠ θεωρείται από αρκετές χώρες ανεπαρκές). Το βασικό σενάριο των υποστηρικτών της προσέγγισης της προληπτικής γραμμής είναι ότι η ύπαρξη του συγκεκριμένου εργαλείου με τους όρους που θα συμφωνηθούν θα είναι αρκετή για να αποτρέψει την ανάγκη χρήσης του. Αν υπάρξει προσφυγή στην ECCL, ένα επιπλέον σημαντικό όφελος για τη χώρα που θα πάρει αυτήν την απόφαση είναι ότι θα μπορούσε να αποκτήσει πρόσβαση στο πρόγραμμα OΜΤ της ΕΚΤ, που επιτρέπει αγορές κρατικών ομολόγων χωρίς όριο για τη χώρα που βρίσκεται σε πρόγραμμα του ESM.

Πηγή