Επιμένει στο δικό του κεραμίδι ο Ελληνας
Η μέση αξία των στεγαστικών δανείων που εκταμιεύονται για την αγορά κατοικίας ανήλθε σε σχεδόν 100.000 ευρώ, σημειώνοντας αύξηση της τάξεως του 20% σε σχέση με το 2018, όταν η αντίστοιχη αξία ανά δάνειο δεν ξεπερνούσε τις 80.000 ευρώ.
Κατοικίες αξίας έως 150.000 ευρώ και ποσοστό τραπεζικής χρηματοδότησης της τάξεως του 70%-80% είναι ο «χρυσός κανόνας» με τον οποίο «βαδίζει» εν έτει 2019 η ελληνική αγορά ακινήτων. Ωστόσο, σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια, το αγοραστικό ενδιαφέρον είναι σαφώς αυξημένο, έστω κι αν επί του παρόντος, ο διαθέσιμος προϋπολογισμός των ενδιαφερομένων είναι σαφώς χαμηλότερος σε σχέση με τα χρόνια που προηγήθηκαν της οικονομικής κρίσης, όταν μεγάλο μέρος της ζήτησης αφορούσε νεόδμητες κατασκευές κόστους της τάξεως των 250.000-300.000 ευρώ.
Με βάση τα στοιχεία της IMS (Individual Mortgage Solutions), εταιρεία η οποία δραστηριοποιείται στην αγορά στεγαστικής πίστης, έχοντας σημαντικό μερίδιο, κατά τη διάρκεια του 2019, κατά μέσον όρο εκταμιεύονται 40-50 στεγαστικά δάνεια μηνιαίως.
Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Γκιόκα, διευθυντή πωλήσεων και συνιδρυτή της IMS, «το 2018 εξασφαλίζαμε εγκρίσεις για περίπου 30-35 στεγαστικά δάνεια μηνιαίως, ενώ το 2017 ακόμα λιγότερα σχεδόν τα μισά απ’ ό,τι σήμερα, επομένως είναι σαφές ότι έχουν αυξηθεί οι αγοραστές ακινήτων».
Αντίστοιχα, η μέση αξία των στεγαστικών δανείων που εκταμιεύονται για την αγορά κατοικίας ανήλθε σε σχεδόν 100.000 ευρώ, σημειώνοντας αύξηση της τάξεως του 20% σε σχέση με το 2018, όταν η αντίστοιχη αξία ανά δάνειο δεν ξεπερνούσε τις 80.000 ευρώ. Οσον αφορά τα προς χρηματοδότηση ακίνητα, η μέση αξία τους διαμορφώνεται φέτος σε 140.000 ευρώ, από 118.000 ευρώ το 2018.
Κατά τον κ. Γκιόκα, «η αγορά ακινήτου είναι βαθιά ριζωμένη στην ελληνική κουλτούρα, ακόμα και σήμερα. Αυτό όμως που έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, είναι το γεγονός ότι οι σημερινοί δανειολήπτες είναι συνειδητοποιημένοι και απαιτούν υψηλό επίπεδο υπηρεσιών και σωστή ενημέρωση». Αυτό, πάντως, που αποτελεί βεβαιότητα είναι ότι η ζήτηση είναι αυξημένη σε σχέση με πριν από 1-2 χρόνια. Ωστόσο, εκ των πραγμάτων, οι οικονομικές δυνατότητες των περισσότερων νοικοκυριών παραμένουν περιορισμένες και σίγουρα καθιστούν πρακτικά απαγορευτική την απόκτηση νεόδμητου ακινήτου, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση το κόστος ξεπερνά εύκολα τις 200.000 ευρώ, ανεξάρτητα από την περιοχή.
Δόση 450 ευρώ
Για να λάβει κανείς (άγαμος 30 ετών) ένα στεγαστικό δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου, ύψους 100.000 ευρώ και διάρκειας 30 ετών (εφόσον δεν έχει κάποιο άλλο δάνειο), χρειάζεται να διαθέτει ετήσιο καθαρό εισόδημα της τάξεως των 15.000 ευρώ. Αν όμως διαθέτει παιδί/παιδιά, το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό αυξάνεται. Πάντως, συνηθέστερα, σε ένα στεγαστικό δάνειο εμπλέκονται τουλάχιστον δύο φυσικά πρόσωπα σήμερα, είτε ζευγάρι, είτε τέκνο με εγγυητή τον γονιό. Ενα τέτοιο δάνειο απαιτεί περίπου 450 ευρώ μηνιαίας δόσης για να εξυπηρετηθεί, ποσό που είναι αρκετά χαμηλότερο από το ενοίκιο, που θα πλήρωνε ο ενδιαφερόμενος για ένα ακίνητο αντίστοιχων προδιαγραφών και στην ίδια περιοχή, μετά την πρόσφατη εκτίναξη των ζητούμενων ενοικίων.
Ασφαλώς, αυξήσεις έχουν σημειωθεί και στις τιμές πώλησης, με τον κ. Γκιόκα να επισημαίνει ότι σε ορισμένες περιοχές, ιδίως στα νότια προάστια, όπου εντοπίζεται μεγάλο μέρος της ζήτησης, οι αξίες έχουν αυξηθεί έως 30%-35% σε σχέση με πριν από δύο χρόνια. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι οι αξίες των περισσότερων ακινήτων, π.χ. στη Γλυφάδα, στο Ελληνικό, ή στη Βούλα κινούνται εκτός του προϋπολογισμού των Ελλήνων αγοραστών, οι περισσότεροι στρέφονται σε όμορες περιοχές, όπως για παράδειγμα σε Ηλιούπολη, Αργυρούπολη, Αγιο Δημήτριο, Μοσχάτο και Ν. Φάληρο. «Επίσης, παρατηρούμε ότι όλο και μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης στρέφεται στα βόρεια προάστια, όπως σε Πεύκη, Μαρούσι, Χαλάνδρι, Ν. Ψυχικό και Βριλήσσια, όπου με το ίδιο κόστος, είναι εφικτή η απόκτηση κατοικιών μεγαλύτερης επιφάνειας, σε σχέση με τα νότια προάστια», αναφέρει ο κ. Γκιόκας. Σε κάθε περίπτωση, τα νότια και τα βόρεια προάστια εξακολουθούν να αποτελούν τις περιοχές πρώτης προτίμησης για οικογένειες με παιδιά, που αναζητούν ακίνητα έως 100 τ.μ. και ηλικίας έως 20 ετών.
Ανάλογα όμως με την περιοχή, το αγοραστικό ενδιαφέρον ενδέχεται να στραφεί και σε νεόδμητες κατασκευές. Για παράδειγμα, σε ορισμένα προάστια της Αττικής Ριβιέρας, λόγω υψηλής ζήτησης από το εξωτερικό, ένα ακίνητο 10ετίας δεν έχει μεγάλη απόκλιση σε κόστος σε σχέση με ένα νεόδμητο, με αποτέλεσμα, κάποιοι αγοραστές να προτιμούν ασφαλώς τη νέα κατοικία, ιδίως εφόσον μπορούν να τη δεσμεύσουν από τα αρχικά στάδια της κατασκευής, γεγονός που εξασφαλίζει και χαμηλότερο κόστος.
Στο κέντρο
Αναφορικά με το κέντρο της Αθήνας, ένα μέρος της ζήτησης προέρχεται από ξένους επενδυτές, οι οποίοι ούτως ή άλλως δεν δανειοδοτούνται από εγχώριες τράπεζες, αλλά και δεν αναζητούν κάποιον δανεισμό. Ειδικότερα, τα ακίνητα που είναι περισσότερο εμπορεύσιμα, είναι κτίσματα άνω των 40 ετών, τα οποία είναι συνήθως χαμηλής αξίας, με αποτέλεσμα η πλειονότητα των συναλλαγών να γίνεται με μετρητά. Εναλλακτικά, ενδιαφέρον μπορεί να προκύψει και από Ελληνες, νεαρά ζευγάρια ή εργένηδες, που όμως αποφεύγουν τα ακίνητα που βρίσκονται κοντά σε τουριστικά αξιοθέατα και κινούνται σε γειτονικά σημεία, π.χ. στον Νέο Κόσμο, αντί για το Κουκάκι.
Σύμβουλοι για ενδιαφερόμενους δανειολήπτες
Η IMS λειτουργεί ως σύμβουλος για τους ενδιαφερόμενους δανειολήπτες, αναλαμβάνοντας όλες τις σχετικές διαδικασίες, έχοντας συνάψει συνεργασίες με τις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας, από τις οποίες και αμείβεται, εφόσον εγκριθεί το στεγαστικό δάνειο. Μάλιστα, έχει κατορθώσει να κατέχει σημαντικό μερίδιο της αγοράς στεγαστικής πίστης, καθώς μέσω αυτής εκταμιεύεται περίπου το 10% της αξίας των στεγαστικών δανείων πανελλαδικά.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον κ. Γκιόκα, «χάρη στη γνώση της πολιτικής έγκρισης της κάθε τράπεζας, το ποσοστό των αιτημάτων που έχουν θετική κατάληξη ξεπερνά το 93%. Μέσω της επεξεργασίας του προφίλ του πελάτη βρίσκουμε την τράπεζα που ανταποκρίνεται στις ανάγκες και στο προφίλ του, αλλά και για την κάθε τράπεζα γνωρίζουμε αντίστοιχα το προφίλ των πελατών που αναζητά και δύναται να χρηματοδοτήσει», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, η εταιρεία προσφέρει και υπηρεσίες μετά την πώληση, π.χ. σε περίπτωση που ο πελάτης επιθυμεί να αλλάξει τους όρους του δανείου του, ενώ ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να προσφέρει και αποκλειστικά τραπεζικά προϊόντα και εκπτώσεις για ειδικές ομάδες δανειοληπτών (π.χ. ένστολους), στο πλαίσιο ειδικών συνεργασιών με τις τράπεζες.
Επίσης είναι σημαντικό το γεγονός ότι πολλοί ενδιαφερόμενοι πρώτα ενημερώνονται για το δάνειο που μπορούν να εξασφαλίσουν, ώστε να έχουν σαφή εικόνα και του προϋπολογισμού τους και στη συνέχεια προχωρούν σε αναζήτηση και εύρεση του ακινήτου τους. Σε αυτήν την περίπτωση βέβαια συστήνεται να έχει γίνει μια προεργασία, ώστε να έχει δοθεί κάποια προέγκριση δανείου, προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι να μπορέσουν να ενεργήσουν με ταχύτητα όταν εντοπίσουν το ακίνητο που καλύπτει τις ανάγκες τους.