Έρευνα: Το 68,7% των Ελλήνων θα αντιμετώπιζε πρόβλημα αν έχανε τη σύνδεση στο διαδίκτυο
Αναμφίβολα, η πανδημία COVID-19 ανέδειξε την αξία της τεχνολογίας σε περιόδους κρίσης, καθώς μεγάλο κομμάτι της καθημερινότητάς μας μεταφέρθηκε online και έννοιες όπως η τηλεργασία και η τηλεκπαίδευση μπήκαν για τα καλά στο λεξιλόγιό μας.
Τα νέα ευρήματα πρόσφατης έρευνας* της Kaspersky επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. Πέρα από το γεγονός ότι 3 στους 4 (75,2%) Έλληνες εμπιστεύτηκαν το διαδίκτυο για να ενημερωθούν και να αναζητήσουν πληροφορίες για την πανδημία, το χρησιμοποιήσαν πολύπλευρα για να καλύψουν ένα ευρύτερο φάσμα αναγκών μέσα στο 2020. Ειδικότερα, 3 στους 4 (75,8%) παρακολούθησαν διαδικτυακά κάποια ταινία, πάνω από τους μισούς (53,8%) παρήγγειλαν φαγητό μέσω διαδικτύου, σχεδόν 6 στους 10 (63,1%) επικοινώνησαν με γνωστούς/ συγγενείς μέσω ομαδικών βιντεοκλήσεων, ενώ σημαντικά λιγότεροι ήταν αυτοί που φλέρταραν ψηφιακά (30,3%) και πραγματοποίησαν ηλεκτρονικά αγορές από supermarket (29,5%).
Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, πως σχεδόν 7 στους 10 Έλληνες (68,7%) δήλωσαν πως θα αντιμετώπιζαν μεγάλο πρόβλημα αν έχαναν τη σύνδεσή τους στο διαδίκτυο για μία ημέρα μέσα σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Ειδικά, όπως γίνεται εμφανές, για όσους εργάστηκαν σε συνθήκες τηλεργασίας μέσα στο 2020, το συγκεκριμένο πρόβλημα μπορεί να δυσχεράνει τη ροή της εργασίας τους. Ωστόσο, η έλλειψη σύνδεσης αποτελεί ένα ζήτημα εύκολα διαχειρίσιμο σε σχέση με αυτό της ψηφιακής ασφάλειας το οποίο μπορεί να διογκωθεί σε ένα περιβάλλον τηλεργασίας. Επομένως, σε μία πραγματικότητα όπου τα όρια της προσωπικής και της επαγγελματικής ζωής γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα μέσω της τηλεργασίας, είναι αναγκαίο να οχυρωθούμε ψηφιακά όσο αποτελεσματικότερα γίνεται, καλλιεργώντας σταδιακά μία κουλτούρα ψηφιακής ασφάλειας την οποία θα κουβαλήσουμε σε κάθε πτυχή της ζωή μας και μετά το πέρας της πανδημίας.
Τα στοιχεία της έρευνας φανερώνουν πως έχουν μπει τα θεμέλια για κάτι τέτοιο, αλλά θα χρειαστεί περισσότερη, ατομική και συλλογική προσπάθεια για να οικοδομηθεί πιο γερά μία φιλοσοφία ψηφιακής ασφάλειας στη χώρα μας. Είναι ενδεικτικό πως μόνο 1 στους 4 Έλληνες (25,6%) επένδυσε στη διαδικτυακή ασφάλεια του ιδιωτικού του δικτύου κατά τη φετινή χρονιά. Όσον αφορά την τηλεργασία, ενδιαφέρον παρουσιάζει πως σχεδόν 6 στους 10 (58,7%) εργάστηκαν απομακρυσμένα μέσω του προσωπικού τους υπολογιστή/ φορητού laptop, εκ των οποίων η πλειονότητα (75,8%) έχει εγκαταστημένα προγράμματα προστασίας απέναντι σε ιούς. Το στοιχείο που επισφραγίζει την ανάγκη για περισσότερη εκπαίδευση πάνω σε ζητήματα ασφάλειας είναι αυτό που θέλει μόνο μόνο 2 στους 10 Έλληνες (23,1%) εργαζόμενους σε συνθήκες τηλεργασίας να έχουν παρακολουθήσει εκπαιδευτικά σεμινάρια για ασφαλή τηλεργασία κατά το τελευταίο 6μηνο.
Αναφορικά με τις πλατφόρμες που χρησιμοποιήθηκαν περισσότερο από τους Έλληνες για τηλεδιασκέψεις, νικητής βγήκε το Zoom καθώς ήταν η επικρατέστερη επιλογή για σχεδόν τους μισούς ερωτηθέντες (48,9%). Ακολουθούν το Skype με 41,8%, το Webex με 29,9%, το Viber με 24,7% και το Teams με 22,7%.
Την ανάγκη των Ελλήνων για μεγαλύτερη ψηφιακή ασφάλεια καταδεικνύουν και τα ευρήματα του Kaspersky Security Network για το 2020. Παρά το γεγονός ότι σε σύγκριση με το 2019 σημειώθηκε αισθητή μείωση του αριθμού των επιθέσεων σε σταθερούς υπολογιστές (-39,16%), καθώς και μείωση του συνολικού αριθμού ανιχνεύσεων κακόβουλου λογισμικού για φορητές συσκευές (-52,38%), όσον αφορά τα banking trojans σημειώθηκε τεράστια αύξηση της δραστηριότητάς τους σε σύγκριση με το 2019. Συγκεκριμένα, αυξήθηκαν κατά 132,75% με το τρίτο τρίμηνο να παρουσιάζει αύξηση της τάξης του 604,56%. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα γεγονότα είναι ότι, σε σύγκριση με πέρυσι, ο αριθμός των μοναδικών χρηστών στην Ελλάδα που επηρεάστηκαν φέτος από ransomware προγράμματα αυξήθηκε κατά 108,55%, με τη μεγαλύτερη αύξηση να καταγράφεται τους πρώτους τρεις μήνες του έτους (296,01%). Τέλος, ο εγκλεισμός φαίνεται ότι οδήγησε και στη μείωση των stalkerware σε σύγκριση με το 2019 (-56,8%).
Ο Βασίλης Βλάχος, Channel Manager, Ελλάδα και Κύπρος, Kaspersky, σχολίασε αναφορικά με τα ευρήματα της έρευνας: «Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του 2020 αποδείχθηκε η επίγνωση πιθανών διαδικτυακών κινδύνων. Το κλειδί εδώ δεν είναι ότι η ξαφνική ζήτηση για διαδικτυακές υπηρεσίες – είτε σχετίζονται με την εργασία είτε για παράδοση φαγητού – αυξήθηκε. Πολλοί νέοι χρήστες ήταν άνθρωποι που κατ’ αρχήν απέφευγαν να εκτίθενται ψηφιακά. Δεν αγνόησαν απαραίτητα την ανάγκη για ψηφιακή ασφάλεια – απλά είχαν επιλέξει να μην χρησιμοποιούν ψηφιακές υπηρεσίες στο παρελθόν και ήταν λιγότερο «εκπαιδευμένοι» για το τι μπορεί να τους συμβεί στο διαδίκτυο. Αυτή η ομάδα ανθρώπων αποδείχθηκε μια από τις πιο ευάλωτες κατά τη διάρκεια της πανδημίας – το επίπεδο συνειδητοποίησής τους σχετικά με τους διαδικτυακούς κινδύνους ήταν πολύ χαμηλό. Πρέπει να εργαστούμε από κοινού για την αύξηση του επιπέδου ευαισθητοποίησης σχετικά με την ψηφιακή ασφάλεια μεταξύ των απλών χρηστών».
«Επιπλέον, είναι πλέον σαφές ότι οι ψηφιακοί εγκληματίες επιλέγουν όλο και λιγότερο τους παραδοσιακούς τύπους επιθέσεων, όπως αυτές εναντίον υπολογιστών και η δημιουργία κακόβουλου λογισμικού για φορητές συσκευές και αναζητούν όλο και περισσότερο οικονομικά αποδοτικούς τρόπους για να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι εστιάζουν στα τραπεζικά trojans, σε trojanized νόμιμες εφαρμογές ή κακόβουλες εφαρμογές που έχουν τη δυνατότητα να υπερκαλύπτουν με ψεύτικες οθόνες σύνδεσης τραπεζικές εφαρμογές για να κλέψουν τα διαπιστευτήρια των θυμάτων και τα οποία μπορεί να είναι πραγματικά αποτελεσματικά», προειδοποιεί ο Βασίλης Βλάχος.