Φορολογία εισοδήματος: Τι πρέπει να γνωρίζετε για τις ηλεκτρονικές αποδείξεις
Παραμένει το ποσοστό του 30% του εισοδήματος και έως 20.000 ευρώ δαπανών που πρέπει να πραγματοποιηθούν με «πλαστικό χρήμα», προκειμένου ο φορολογούμενος να αποφύγει το «πέναλτι» κατά την εκκαθάριση της δήλωσης. Αυτό αναφέρει απόφαση του υφυπουργού Οικονομικών Απόστολου Βεσυρόπουλου, καθώς, σύμφωνα με παράγοντες του υπουργείου, διαπιστώθηκε, ειδικά στην καραντίνα, αύξηση της κατανάλωσης με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, οπότε καλύπτεται το συγκεκριμένο ποσοστό. Παράλληλα, ισχύει για συγκεκριμένες κατηγορίες φορολογουμένων η απαλλαγή από την υποχρέωση πραγματοποίησης δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και η απαίτηση προσκόμισης των αποδείξεων.
Στον υπολογισμό του πραγματικού εισοδήματος δεν περιλαμβάνονται το ποσό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, το ποσό της διατροφής που δίδεται από τον φορολογούμενο στον/στην διαζευγμένο/-η σύζυγο ή σε μέρος συμφώνου συμβίωσης ή/και σε εξαρτώμενο τέκνο του, εφόσον αυτό καταβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Επιπλέον, δεν περιλαμβάνεται το εισόδημα που προκύπτει από την προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων. Για τον φορολογούμενο, του οποίου είναι κατασχεμένοι ένας ή περισσότεροι λογαριασμοί- πλην του ακατάσχετου λογαριασμού-, οποτεδήποτε έως την 31η Δεκεμβρίου του οικείου φορολογικού έτους, το όριο των δαπανών που πρέπει να καταβληθούν με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής εντός του φορολογικού έτους περιορίζεται στις 5.000 ευρώ.
Επίσης, στην περίπτωση που οι δαπάνες, που έχουν πραγματοποιηθεί εντός του εκάστοτε φορολογικού έτους και αφορούν σε καταβολές φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ, ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσης αυτών, δανειακές υποχρεώσεις προσωπικές ή επαγγελματικές προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό) και για ενοίκια, υπερβαίνουν το 60% του πραγματικού εισοδήματος, τότε το απαιτούμενο ποσοστό δαπανών περιορίζεται στο 20%, υπό την προϋπόθεση ότι οι ανωτέρω δαπάνες έχουν καταβληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Στα ενοίκια περιλαμβάνεται το ποσό που καταβάλλεται για ενοίκιο κύριας ή/και δευτερεύουσας κατοικίας του φορολογούμενου, επαγγελματικής στέγης, καθώς και το ποσό που καταβάλλεται για ενοίκιο κατοικίας των εξαρτώμενων τέκνων του που φοιτούν σε άλλη πόλη.
Από την υποχρέωση πραγματοποίησης δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής- και δεν απαιτείται να προσκομίσουν αποδείξεις- απαλλάσσονται οι ακόλουθες κατηγορίες φορολογουμένων:
(i) Φορολογούμενοι που έως το τέλος του εκάστοτε φορολογικού έτους έχουν συμπληρώσει το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας τους.
(ii) ‘Ατομα με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω.
(iii) Όσοι βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση.
(iv) Οι φορολογικοί κάτοικοι αλλοδαπής, που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα.
(v) Δημόσιοι λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι που υπηρετούν στην αλλοδαπή, καθώς και φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας που διαβιούν ή εργάζονται στην αλλοδαπή.
(vi) Ανήλικοι που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
(vii) Οι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία τους.
(viii) Φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εκτός εάν πρόκειται για τουριστικούς τόπους.
(ix) Οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
(x) Οι φορολογούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας νοσηλείας (πέραν των 6 μηνών).
(xi) Όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας και σε ψυχιατρικό κατάστημα.
(xii) Οι φυλακισμένοι.
Ως γνωστόν, στις δαπάνες με ηλεκτρονικά μέσα περιλαμβάνεται μια ευρεία γκάμα προϊόντων και υπηρεσιών, και ειδικότερα: Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, Αλκοολούχα ποτά και καπνός, Ένδυση και υπόδηση, Στέγαση (εξαιρουμένων των ενοικίων), Διαρκή αγαθά, είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες, Υγεία, Μεταφορές (εξαιρουμένης της δαπάνης για τέλη κυκλοφορίας και της αγοράς οχημάτων, πλην των ποδηλάτων), Επικοινωνίες, Αναψυχή, πολιτιστικές δραστηριότητες (εξαιρουμένης της αγοράς σκαφών, αεροπλάνων και αεροσκαφών), Εκπαίδευση, Ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια και άλλα αγαθά και υπηρεσίες.
Το ποσό των δαπανών που πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, δηλώνεται ατομικά από κάθε σύζυγο ή από κάθε μέρος συμφώνου συμβίωσης. Σε περίπτωση κοινής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, όπου καλύπτεται το απαιτούμενο ποσό δαπανών από οποιονδήποτε εκ των δύο συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, το τυχόν πλεονάζον ποσό δύναται κατά τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος να μεταφερθεί στον άλλον σύζυγο ή στο άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης για τυχόν κάλυψη του απαιτούμενου ποσού δαπανών. Στην κοινή δήλωση, όταν ένας εκ των δυο συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης ανήκει στα πρόσωπα των περιπτώσεων για τα οποία δεν απαιτείται η πραγματοποίηση δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και εφόσον πραγματοποιεί δαπάνες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, τότε το δηλωθέν ποσό των δαπανών του δύναται κατά τον προσδιορισμό του φόρου να μεταφερθεί στον άλλο σύζυγο ή στο άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης για τυχόν κάλυψη του ελάχιστα απαιτούμενου ποσού δαπανών.
Σε περίπτωση που δεν καλύπτεται το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, τότε ο φόρος που προκύπτει προσαυξάνεται κατά το ποσό που προκύπτει από τη θετική διαφορά μεταξύ του απαιτούμενου και του δηλωθέντος ποσού δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, πολλαπλασιαζόμενης με συντελεστή 22%.