Η 10ετία που άλλαξε τη χώρα και τη ζωή μας
Τη 10ετία που έφυγε, η Ελλάδα κατάφερε να αντιμετωπίσει τα «δίδυμα ελλείμματα» που βύθισαν τη χώρα στην πολυετή κρίση και λιτότητα. Κατάφερε επίσης να τιθασεύσει το δημόσιο χρέος, καθώς παρά το γεγονός ότι αυτό αυξήθηκε ως ποσό και ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, θεωρείται βιώσιμο λόγω της μείωσης των τόκων εξυπηρέτησης αλλά και του αποθεματικού ασφαλείας. Ηταν, όμως, μια «πύρρειος νίκη».
Σκληρή μάχη
Για να μειωθεί το γιγαντιαίο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και για να μετατραπούν σε πλεονάσματα οι δημοσιονομικές τρύπες, άλλαξε η εικόνα της χώρας τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Η μείωση του πληθυσμού, η κατακόρυφη πτώση των γεννήσεων, η ταχύτατη γήρανση, το «γκρέμισμα» των εισοδημάτων, η απώλεια θέσεων εργασίας, ο πολλαπλασιασμός των μακροχρόνια ανέργων, τα κόκκινα δάνεια και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο σε συνθήκες μάλιστα υπερφορολόγησης είναι η βαριά «κληρονομιά» της νέας 10ετίας.
Παλιές αμαρτίες
Κατά τη διάρκεια αυτής της 10ετίας, η Ελλάδα καλείται να κλείσει τις πληγές της προηγούμενης, χωρίς όμως τις «αμαρτίες» του παρελθόντος και την επαναφορά στις πολιτικές των ελλειμμάτων. Για να επιστρέψουμε στο επίπεδο που ήμασταν το 2009 αναζητούμε αύξηση των γεννήσεων κατά τουλάχιστον 30-40.000 σε ετήσια βάση, ώστε να επανέλθει ο πληθυσμός εκεί όπου ήταν πριν από 10 χρόνια. Πρέπει να δημιουργήσουμε περίπου μισό εκατομμύριο νέες θέσεις απασχόλησης και τις κατάλληλες συνθήκες για να «γυρίσουν» καταθέσεις ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ, αν βέβαια εξακολουθούν να υπάρχουν. Ψάχνουμε ρευστότητα για να σβήσουν ληξιπρόθεσμα χρέη ύψους περίπου 60 δισ. ευρώ προς το Δημόσιο αλλά και κόκκινα δάνεια από τις τράπεζες περίπου 50 δισ. ευρώ. Και σε τελική ανάλυση, ψάχνουμε τρόπους για να αυξήσουμε το ΑΕΠ μας έως και κατά 50 δισ. ευρώ για να επανέλθει το μέγεθος της οικονομίας εκεί που το αφήσαμε στο τέλος της προηγούμενης 10ετίας.
Οι «επιτυχίες» της 10ετίας που έκλεισε είναι σημαντικές αλλά μετρημένες και καταγράφηκαν με πολύ μεγάλο κόστος. Μία από αυτές, η εξαφάνιση ελλείμματος της τάξεως των 36,6 δισ. ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το 2018 έκλεισε με πλεόνασμα 1,8 δισ. ευρώ, ενώ περίπου στα ίδια επίπεδα αναμένεται να διαμορφωθεί το αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης και το 2019. Ετσι, στη 10ετία, οι δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας βελτιώθηκαν κατά 38,5 δισ. ευρώ περίπου. Δεύτερη σημαντική επιτυχία, η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Είχαμε έλλειμμα 16 δισ. ευρώ το 2008 και το περιορίσαμε στα 5 δισ. ευρώ το 2018 (αναμένεται να είναι ακόμη μικρότερο το 2019). Αυτή η διαφορά των 10,9 δισ. ευρώ προήλθε κυρίως από την αύξηση του τουρισμού, ενώ η στατιστική κατέγραψε και πολύ μεγάλη αύξηση των εξαγωγών.
Στα θετικά της 10ετίας και η αναδιάρθρωση του χρέους. Αν και το χρέος αυξήθηκε κατά 31 δισ. ευρώ μέσα στη 10ετία παρά το «κούρεμα» του PSI, και οι ετήσιοι τόκοι εξυπηρέτησης μειώθηκαν στο μισό λόγω της αναδιάρθρωσης, και το επιτόκιο έγινε σταθερό και δημιουργήθηκε ένα «μαξιλάρι» ασφαλείας με περίπου 37 δισ. ευρώ για τη διασφάλιση της εξυπηρέτησης σε μεσοπρόθεσμη βάση. Στα θετικά της 10ετίας, και η μείωση των επιτοκίων. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς έχει υποχωρήσει στο 1,4% από 9% που ήταν το 2010.
Πύρρειος νίκη
Οι θυσίες για αυτές τις επιτυχίες ήταν πολύ μεγάλες. Χάθηκαν 47 δισ. ευρώ από το ΑΕΠ, με τα 35 δισ. ευρώ να λείπουν από την κατανάλωση των νοικοκυριών και τα 20 δισ. ευρώ από τις επενδύσεις. Χάθηκαν 488.000 θέσεις απασχόλησης, με τον αριθμό των εργαζομένων να περιορίζεται στα 4,216 εκατομμύρια από 4,705 εκατομμύρια στις αρχές της 10ετίας. Οι μακροχρόνια άνεργοι είναι 643.000 από 195.000 στις αρχές της 10ετίας, ενώ παρά τη μείωση των τελευταίων ετών, εξακολουθούμε να καταγράφουμε 430.000 περισσότερους ανέργους στο σύνολο.
Χάθηκαν καταθέσεις 100 δισ. ευρώ, ενώ το κλείσιμο της στρόφιγγας του δανεισμού έριξε τα δάνεια επίσης κατά 100 δισ. ευρώ. Τα κόκκινα δάνεια, παρά τα «κουρέματα» και τις ρυθμίσεις, έκλεισαν στη 10ετία που πέρασε με αύξηση 48 δισ. ευρώ, ενώ οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία αυξήθηκαν κατά 60 δισ. ευρώ φτάνοντας στα 105 δισ. ευρώ. Αν κρατήσει κάποιος σταθερό το κατώφλι της φτώχειας στα επίπεδα του 2008 (ήταν περίπου 7.000 ευρώ τον χρόνο), θα διαπιστώσει ότι κάτω από αυτό το εισοδηματικό όριο κινείται το 45% του πληθυσμού από μόλις 18,9% στις αρχές της 10ετίας, ενώ ο ένας στους τρεις υφίσταται υλικές στερήσεις από 23% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό προ δεκαετίας.
Οι ηλικιωμένοι αυξήθηκαν, οι γεννήσεις μειώθηκαν και χιλιάδες νέοι μετανάστευσαν
Οι γεννήσεις μειώθηκαν κατακόρυφα και οι θάνατοι αυξήθηκαν αισθητά. Οι γάμοι έγιναν λιγότεροι και τα διαζύγια περισσότερα. Μετράμε περισσότερους κατοίκους ηλικίας άνω των 64 ετών και σαφώς λιγότερους κάτω των 24 ετών. Συρρικνωμένο είναι και το πλέον παραγωγικό τμήμα του πληθυσμού, αυτό των ατόμων ηλικίας 25-64 ετών. Και είναι τέτοια η έκταση του προβλήματος, που σίγουρα θα χρειαστούν πολύ πιο «επιθετικές» πολιτικές από το επίδομα γέννησης ή τις κρατικές επιδοτήσεις για την επιστροφή των «ελληνικών μυαλών» από το εξωτερικό πίσω στα πάτρια εδάφη.
Τα στατιστικά στοιχεία στην αρχή της προηγούμενης 10ετίας σε σχέση με τα αντίστοιχα στο τέλος αυτής αποτυπώνουν πολύ μεγάλη επιδείνωση, ενώ στους περισσότερους δείκτες που αφορούν τον πληθυσμό δεν έχουν καν φανεί τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης. Η συρρίκνωση του πληθυσμού συνεχίστηκε και το 2019, παρά το γεγονός ότι οι μεταναστευτικές ροές είναι και πάλι θετικές ύστερα από πολλά χρόνια. Οι γεννήσεις παραμένουν λιγότερες από τους θανάτους και η αναλογία των νέων προς τους ηλικιωμένους βρίσκεται στο χειρότερο επίπεδο ιστορικά και εξακολουθεί να επιδεινώνεται. Η οικονομική κρίση περιόρισε τους γάμους, ενώ αύξησε τα διαζύγια. Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά:
1. Η εκτίμηση του πληθυσμού στις αρχές του 2019 εμφανίζει τη χώρα με 10,724 εκατομμύρια κατοίκους έναντι 11,119 εκατομμυρίων την Πρωτοχρονιά του 2010. Δηλαδή, μέσα σε 10 χρόνια (διότι και το 2019 η τάση του πληθυσμού ήταν πτωτική) ο πληθυσμός της χώρας έχει συρρικνωθεί κατά περισσότερα από 400.000 άτομα. Οι αιτίες, πολλές: το brain drain, η αποχώρηση των οικονομικών μεταναστών, ειδικά την περίοδο 2011-2015, αλλά και ο μειωμένος αριθμών γεννήσεων, τουλάχιστον συγκριτικά με τους θανάτους.
2. Οι γεννήσεις στην αρχή της προηγούμενης 10ετίας ήταν της τάξεως των 110.000-120.000 σε ετήσια βάση. Στο τέλος της 10ετίας είχαν πέσει κάτω από τις 87.000 (με βάση τα στοιχεία του 2018), ενώ ενδεχομένως και σε χαμηλότερα επίπεδα αναμένεται να κλείσει το 2019. Οι θάνατοι, από την άλλη πλευρά, έχουν αυξηθεί. Ηταν λιγότεροι από 110.000 το 2009 και ξεπέρασαν τις 120.000 και το 2018 και το 2019. Ετσι, κάθε χρόνο, μόνο εξαιτίας του αρνητικού ισοζυγίου γεννήσεων – θανάτων ο πληθυσμός μειώνεται κατά περισσότερα από 40.000 άτομα, ενώ το έλλειμμα συρρικνώνεται περίπου κατά 15.000 άτομα λόγω μετανάστευσης.
3. Ο πληθυσμός της χώρας ηλικίας έως και 24 ετών αριθμούσε 2,87 εκατομμύρια στις αρχές του 2010. Μέσα στη 10ετία, όμως, έχει μειωθεί σε λιγότερο από 2,635 εκατομμύρια (τόσος ήταν την 1/1/2019). Στην ίδια περίοδο, περισσότερα από 2,363 εκατομμύρια άτομα έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους έναντι 2,110 εκατ. στις αρχές της 10ετίας. Η αναλογία αντιστράφηκε πλήρως μέσα σε μόλις μία 10ετία, με αποτέλεσμα οι ηλικιωμένοι να είναι πλέον περισσότεροι από τους νέους. Στα άτομα ηλικίας 25 έως 64 ετών καταγράφηκε πολύ μεγάλη μείωση του πληθυσμού, κατά 413.000 άτομα, κάτι που οφείλεται και στη φυγή πολιτών στο εξωτερικό για αναζήτηση καλύτερης δουλειάς.
4. Η μείωση των γάμων έχει αποδοθεί στην οικονομική κρίση. Το 2009 οι γάμοι έφταναν κοντά στις 60.000 σε ετήσια βάση και πλέον έχουν περιοριστεί σε λιγότερους από 47.500. Στην ίδια περίοδο, τα διαζύγια έχουν προσεγγίσει τις 20.000 σε ετήσια βάση, όταν στις αρχές της 10ετίας ήταν 13.600. Ετσι, οι παντρεμένοι μειώνονται κατά τουλάχιστον 15.000 σε ετήσια βάση. Σε μεγάλο βαθμό η μείωση οφείλεται και σε οικονομικά συμφέροντα, καθώς, λόγω χρεών, συνέφερε περισσότερο να είναι κάποιος χωρισμένος παρά παντρεμένος.