Οι «Αδερφές του Ελέους» και το ένοχο μυστικό της Καθολικής Ιρλανδίας


Ένα καλά κρυμμένο μυστικό που ταλανίζει τα «χρηστά ήθη» της Καθολικής Ιρλανδίας, βρισκόταν κάτω από το χαλάκι, εδώ και σχεδόν 100 χρόνια. Μία φρικιαστική ιστορία από αυτές που διαβάζουμε σε ιστορικά βιβλία και αναρωτιόμαστε πώς ο ανθρώπινος νους μπορεί να σκέφτηκε και να έδρασε πάνω σε μία βάση που γέννησε μία πραγματική θηριωδία. Είναι μία από εκείνες τις περιπτώσεις όπου οι λέξεις δεν μπορούν να περιγράψουν τα γεγονότα με πλήρη σαφήνεια.

Μπορούν να ονομαστούν γενοκτονία οι θάνατοι κοντά 800 βρεφών και οι μαζικοί τάφοι τους από χωράφια μέχρι υπονόμους; Μπορεί να θεωρηθεί γενοκτονία όταν αυτό το έγκλημα συντελέστηκε σε ιρλανδούς πολίτες; Και εμπλεκόμενοι είναι Ιρλανδοί πολιτικοί, ιερείς και κρατικοί υπάλληλοι. Τα «Πλυντήρια της Μαγδαληνής» και τα «Χαμένα παιδιά του Τουάμ» μιλούν είτε με τις άγραφες ιστορίες τους είτε διαμέσου αυτών που επέζησαν για να μεταφέρουν στην ανθρωπότητα τη φρίκη που προξένησαν οι «απεσταλμένοι του Θεού» στη Γη.

Τα μοναστήρια-πλυντήρια και το «στίγμα»

Η Ιρλανδία έχει εδώ και δεκαετίες διχαστεί κοινωνικά, πολιτισμικά και πολιτικά πάνω στη βάση των θρησκευτικών διαχωρισμών. Ήταν και είναι ακόμα (αν και όχι σε τόσο έντονο βαθμό) μία κοινωνία που παλεύει με τις εσωτερικές αντιφάσεις που δημιουργούνται από την ακραία έκφανση της θρησκείας. Και των κοινωνικών διαχωρισμών που αυτή επιφέρει μεταξύ εκείνων που ακολουθούν τις νόρμες και τους απόκληρους.

Μία ανύπαντρη μητέρα ή ακόμα και μία εγκυμοσύνη αποτέλεσμα βιασμού αντιμετωπιζόταν σαν στίγμα για την γυναίκα που θα είχε αυτή την «τύχη». Ένα έγκλημα όπως είναι ο βιασμός αντιμετωπιζόταν με τον διαχωρισμό της γυναίκας από το υπόλοιπο σύνολο ώστε αφενός να «αναμορφωθούν», αφετέρου για να μην επηρεάσουν τους «σωστούς» Καθολικούς Ιρλανδούς. Το μέγεθος των μυστικών που έκρυβαν οι εγκυμοσύνες αυτών των γυναικών θα έφτανε μέχρι υψηλά κλιμάκια της ιεροσύνης και του επιχειρηματικού κόσμου της χώρας. Ας φανταστούμε τον αντίκτυπο που θα είχε στην κοινωνία η είδηση πως ένας εύπορος παντρεμένος καθολικός Ιρλανδός θα άφηνε έγκυο μία άγνωστη κοπέλα; Τα στόματά έπρεπε με κάποιο τρόπο να κλείσουν. Και οι αμαρτίες των πολλών να ξεπλυθούν στα ιδρύματα της Εκκλησίας που ανέλαβε, με το αζημίωτο, αυτή τη δουλειά.

Οι «Αδερφές του Ελέους» και το «λειτούργημά» τους

Η Εκκλησία λειτουργούσε πολλά ιδρύματα στην Ιρλανδία, μεταξύ των οποίων και εστίες για μητέρες και μωρά. Η φήμη του ιδρύματος των «Αδερφών του Ελέους» ήταν διαβόητη. Αλλά η έρευνα ενός ντόπιου ιστορικού οδήγησε στην άκρη του νήματος και ανάγκασε στην ουσία τις αρχές να διατάξουν την ενδελεχή έρευνα για την φρικιαστική ανακάλυψη στο σύστημα υπονόμων του Τουάμ.

Η Καθολική Εκκλησία διοικούσε πολλές από τις κοινωνικές υπηρεσίες της χώρας τον 20ο αιώνα, περιλαμβανομένων και αυτών των ιδρυμάτων τα οποία φαινομενικά παρείχαν στέγη, τροφή και διαπαιδαγώγηση μητέρων και παιδιών αλλά στην πραγματικότητα ήταν ανθρώπινα κολαστήρια οικογενειών.

Τα ιδρύματα αυτά εκμεταλλεύονταν εμπορικά οι μοναχές, αλλά λάμβαναν κρατική επιχορήγηση. Λειτουργούσαν ως κέντρα υιοθεσίας και λόγω αυτής της ιδιότητάς τους τελούσαν υπό κρατικό έλεγχο.

Πρόσφατα, η ταινία «Φιλομένα» του Βρετανού Στίβεν Φρίαρς κατέγραψε την ιστορία μίας από αυτές τις γυναίκες που αναζητούσε επί χρόνια τον γιο της, ο οποίος είχε υιοθετηθεί από μία οικογένεια Αμερικανών.

Εξάλλου, η σκληρή και συχνά νοσηρή πραγματικότητα των «Πλυντηρίων της Μαγδαληνής» αποτυπώθηκε στην ταινία του Πίτερ Μούλαν (2002) με τίτλο «Οι κόρες της Ντροπής». Η ταινία καταγράφει την άφιξη των κοριτσιών στα ιδρύματα, τα οποία είναι μοναστήρια που κερδίζουν χρήματα ως πλυντήρια ρούχων, τις εμπειρίες τους εκεί και τους τρόπους τελικά που διαφεύγουν από εκεί. Μπορεί η ταινία να αποτελεί μία δραματοποιημένη βέρσιον της πραγματικότητας αλλά η βάση των γεγονότων που διαδραματίστηκαν πίσω από τους γκρίζους τοίχους των ιδρυμάτων είναι πραγματική.

Η κακοποίηση και η αρπαγή

Μία από τις πρώην τρόφιμες δήλωσε ότι παρά την σκληρότητα της ταινίας, «Οι κόρες της Ντροπής», η πραγματικότητα ήταν κατά πολύ χειρότερη…

Πολλά από τα στιγματισμένα κορίτσια υφίστανται σεξουαλική παρενόχληση, σωματική και σεξουαλική κακοποίηση από τις καλόγριες και τον ιερέα του μοναστηριακού ιδρύματος. Υπήρξαν περιπτώσεις μετά από καταγγελίες ανδρών που δεν ήθελαν να μαθευτούν οι εξωσυζυγικές τους σχέσεις, κοπέλες να απαγάγονται για να κρυφτεί το σκοτεινό μυστικό που κρύβουν στις κοιλιές τους.

Γεννούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες, σε στάβλους ή σε αποθήκες. Τις περισσότερες φορές τα βρέφη πέθαιναν κατά τη γέννα ή αμέσως μετά από αυτή. Οι καλόγριες έθαβαν μαζικά τα νεκρά βρέφη σε ομαδικούς τάφους στο σύστημα υπονόμων κάτω από τις εγκαταστάσεις του ιδρύματος… Μετά την αποκάλυψη της Κάθριν Κόρλις η έρευνα έφερε στο φως λείψανα από περίπου 800 παιδιά τα οποία είχαν «θαφτεί» μαζικά σε έναν σηπτικό βόθρο. Εάν ένα παιδί είχε την τύχη να ζήσει θα μεγάλωνε μέχρι μία ηλικία στο ίδιο ίδρυμα μακριά από τη μητέρα του, θα πήγαινε σχολείο στην τοπική κοινότητα αλλά πλήρως αποκομμένο από τα υπόλοιπα «νόμιμα» παιδιά και το πήγαινε έλα γινόταν σε στοίχιση και υπό το άγρυπνο βλέμμα των «Αδερφών του Ελέους».

Οι οικογένειες που χωρίστηκαν και οι νεκροί που ζητούν δικαίωση

Οι αποκαλύψεις για τους ομαδικούς τάφους επέφερε σοβαρό κλυδωνισμό στην ιρλανδική κυβέρνηση. Η οποία εξαναγκάστηκε να ανοίξει την έρευνα για τις θηριωδίες του Τουάμ μετά και από το ξέσπασμα σκανδάλων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που ακουμπούσε τα υψηλά δωμάτια της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η κυβέρνηση χαρακτήρισε «εξαιρετικά ανησυχητική» την ανακάλυψη του ομαδικού τάφου και τα στοιχεία για το θάνατο 796 παιδιών το διάστημα 1925-1961.

Οι New York Times ωστόσο με ένα μίνι ντοκιμαντέρ τους, μίλησαν με όλους όσοι δεν μπορούν να δεχτούν ότι ένα τυχαίο σκαρφάλωμα για να πάρουν μήλα θα οδηγούσε στην ανακάλυψη των οστών εκατοντάδων παιδιών. Ένας κάτοικος αναφέρει πως «ένας ιερέας ήρθε μία προσευχή και δεν τον ξαναείδαμε στην περιοχή. Οι κάτοικοι έχουν φτιάξει ένα μνημείο για να μην ξεχαστεί αυτή η θηριωδία».

«Η μητέρα μου έμεινε έγκυος εκτός γάμου. Ο ιερέας της ενορίας έπρεπε να το μάθει. Είπε στους γονείς της πως αυτό αποτελούσε όνειδος για την οικογένεια. Δεν έπρεπε να την βλέπουν έξω γιατί θα ήταν κακή επιρροή. Έτσι έπρεπε να πάει στο σπίτι στο Τουάμ και μόλις γεννούσε το μωρό θα το έπαιρναν οι καλόγριες. Εκείνες θα με φρόντιζαν». Η μητέρα του P. J. Haverty ήταν μία από τις τουλάχιστον 23.000 ανύπαντρες γυναίκες που εξαναγκάστηκαν να παραδώσουν τα παιδιά τους. «Κάθε εβδομάδα πήγαινε και ζητούσε το παιδί της. Η απάντηση που έπαιρνε για 5,5 χρόνια ήταν “όχι το μωρό θα δοθεί για υιοθεσία”».

 

newsbeast.gr



Πηγή