Η αναστολή συμβάσεων συγκράτησε την ανεργία το πρώτο τρίμηνο
Αλώβητη, στατιστικά, άφησε το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19 την ανεργία στη χώρα μας, καθώς, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το ποσοστό ανεργίας του πρώτου τριμήνου του 2020 μειώθηκε σε 16,2% έναντι 16,8% το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο και 19,2% το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι δεν άφησε βαρύ αποτύπωμα στην απασχόληση, η οποία, παρότι όσοι μπήκαν σε αναστολή εξακολουθούν να θεωρούνται απασχολούμενοι, μειώθηκε. Αναλυτικά, ο αριθμός των απασχολουμένων το α΄ τρίμηνο φέτος ανήλθε σε 3.852.615 άτομα. Το ποσοστό απασχόλησης μειώθηκε κατά 1,3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αυξήθηκε κατά 1% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Οι οικονομικά μη ενεργοί κάτω των 75 ετών (τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία) ανήλθαν σε 3.311.960, αυξημένοι κατά 2,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 2,4% σε σχέση με αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Ηλικιακά, τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται στις ομάδες 15-19 ετών (34,2%) και 20-24 ετών (34,5%). Ακολουθούν οι ηλικίες 25-29 ετών (26%), 30-44 (15,5%), 45-64 (13%) και 65 και άνω ετών (8,2%), ενώ σε επίπεδο περιφερειών της χώρας, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται η Δυτική Ελλάδα (20,4%), η Δυτική Μακεδονία (19,4%) και η Κεντρική Μακεδονία (19,3%) με τη Στερεά Ελλάδα (19,3%).
Οπως επισημαίνει η ΕΛΣΤΑΤ, οι κύριες επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά εργασίας ήταν η αύξηση των απουσιών από την εργασία, η μείωση των ωρών εργασίας σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο καθώς και η αύξηση της εργασίας από το σπίτι. Μάλιστα προκύπτει ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά εργασίας επηρέασαν το σύνολο των κλάδων της οικονομίας.
Ειδικά στο θέμα της απουσίας από την εργασία και της μείωσης των ωρών εργασίας, οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο ήταν αυτοί των υπηρεσιών (εμπόριο, ξενοδοχεία, εστιατόρια, μεταφορές, επικοινωνίες και άλλες υπηρεσίες), ενώ λιγότερο επηρεάστηκε ο κλάδος της γεωργίας, δασοκομίας και αλιείας. Η επίπτωση στις ώρες εργασίας είναι περισσότερο εμφανής στους κλάδους των χρηματοπιστωτικών, επιχειρηματικών και άλλων υπηρεσιών.