Η αντίσταση στις αλλαγές φρενάρει την ανάπτυξη
Σε όρους αποτελεσματικότητας του κράτους, η Ελλάδα υπολείπεται αισθητά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με το επίπεδο διαφθοράς να απέχει σχεδόν 40 μονάδες από τις πιο ανεπτυγμένες χώρες. Οσον αφορά την ισχύ των νόμων, κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις, μπροστά μόνο από τη Βουλγαρία, ενώ στην ποιότητα του ρυθμιστικού πλαισίου, η Ελλάδα τοποθετείται στην τελευταία θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης, σύμφωνα με τη μελέτη της PwC.
Αγκυλώσεις της ελληνικής νοοτροπίας και αρτηριοσκληρώσεις στο θεσμικό πλαίσιο της οικονομίας δημιουργούν σοβαρά εμπόδια στην ανάπτυξη και στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Ζητήματα αμφότερα γνωστά, μόνον που τώρα μια νέα ενδελεχής μελέτη της PwC που παρουσιάζει σήμερα η «K» έρχεται να μετρήσει και να καταγράψει αυτά τα προβλήματα, τεκμηριώνοντας για πρώτη φορά τους λόγους για τους οποίους η πρόοδος στη χώρα είναι πάντοτε δύσκολη. Παραθέτει δε η ίδια μελέτη μια συγκριτική αποτίμηση των επιδόσεων της Ελλάδας στο μέτωπο της κουλτούρας, ή αν θέλετε της επικρατούσας νοοτροπίας και των θεσμών με αυτές άλλων χωρών, η οποία δεν είναι καθόλου κολακευτική. Ειδικότερα, η Ελλάδα εμφανίζεται στην 41η θέση μεταξύ 61 χωρών στην κατάταξη της ποιότητας των θεσμών της και τελευταία μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και ουραγός παγκοσμίως στην ανοχή στις κοινωνικές αλλαγές και στην υιοθέτηση διαφορετικών ιδεών και πεποιθήσεων.
Η Ελλάδα, εισερχόμενη στην Ευρωπαϊκή Ενωση, έγινε μέρος ενός κλειστού γκρουπ χωρών που έχει διαφορετικά θεσμικά χαρακτηριστικά. «Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες εμφανίζουν χαρακτηριστικά μιας ορθολογικής θεσμικής δομής που διευκολύνουν την εύρυθμη λειτουργία της πολιτείας», εξηγεί ο Κυριάκος Ανδρέου, Advisory Leader της PwC Ελλάδας. Σε όρους αποτελεσματικότητας του κράτους, η χώρα υπολείπεται αισθητά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με το επίπεδο διαφθοράς να απέχει σχεδόν 40 μονάδες από ανεπτυγμένες χώρες, όπως η Ολλανδία και η Νορβηγία που έχουν κορυφαίες βαθμολογίες. Η Ελλάδα βρίσκεται επίσης 15 μονάδες κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ως προς την πολιτική σταθερότητα, ενώ όσον αφορά την ισχύ των νόμων, κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις, μπροστά μόνο από τη Βουλγαρία. Οσον αφορά δε την ποιότητα του ρυθμιστικού πλαισίου, η Ελλάδα τοποθετείται στην τελευταία θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης, σύμφωνα με τη μελέτη της PwC με τίτλο «Culture shapes up institutions».
Αυτό που παρατηρείται από καταξιωμένους, διεθνώς, κοινωνιολόγους είναι ότι η κουλτούρα (η νοοτροπία) και οι θεσμοί μιας χώρας είναι άρρηκτα συνδεδεμένα και διατηρούν τη βιωσιμότητα μιας χώρας. Οι θεσμοί είναι οι «κανόνες του παιχνιδιού», ενώ η κουλτούρα αποτελεί μέρος της κληρονομιάς μιας χώρας, υπογραμμίζει ο Κυριάκος Ανδρέου αποκωδικοποιώντας τα ευρήματα της PwC. Σύμφωνα με τη μελέτη, η διαμόρφωση και η λειτουργία των θεσμών αντανακλά την κουλτούρα, τις νοοτροπίες δηλαδή μιας κοινωνίας. «Για παράδειγμα, στη χώρα μας μια παρεξηγημένη αντίληψη δημοκρατίας και ελευθερίας φαίνεται να οδήγησε σε αναρχία με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις την πλήρη κατάργηση και απαξίωση νόμων και κανόνων», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Κύριο γνώρισμα της ελληνικής κουλτούρας, σύμφωνα με τη μελέτη, είναι η αντίσταση στην αλλαγή η οποία απορρέει από μια νοοτροπία αντίδρασης των Ελλήνων στην αμφισβήτηση εδραιωμένων ιδεών και πρακτικών και την προσήλωση στα κεκτημένα. Η αντίδραση αυτή αποτελεί τον βασικότερο ίσως λόγο για τη μεγάλη διάρκεια της κρίσης.
«Τα χρόνια της κρίσης η χώρα μας επέλεξε να κινείται για μεγάλο χρονικό διάστημα ανάμεσα στον θυμό και την κατάθλιψη, αρνούμενη πεισματικά να περάσει στη φάση της αυτογνωσίας και συνεπώς της αλλαγής, ώστε να οδηγηθεί στη γρηγορότερη έξοδο από την κρίση», εκτιμά o Advisory Leader της PwC Ελλάδας.
Ενα σημαντικό ιδίωμα της ελληνικής κοινωνίας που προκύπτει από τη μελέτη, είναι η αποδοχή των πολύπλοκων και πολυεπίπεδων ιεραρχικών δομών που οδηγούν σε απόσταση από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, περιορίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη δημιουργικότητα και την ανάπτυξη δικτύων και οικοσυστημάτων καινοτομίας. Με απλά λόγια, πολύ δύσκολα κάποιος μπορεί να υλοποιήσει μια ιδέα.
Από τον θυμό στην αυτογνωσία
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, οι ανεπτυγμένες χώρες έχουν εντελώς διαφορετικό αποτύπωμα νοοτροπίας, το οποίο και αντικατοπτρίζεται σε υψηλότερης ποιότητας θεσμούς και κατ’ επέκταση επίπεδα πλούτου, σημειώνει η PwC. Εμφανίζουν έτσι «ευκρινή κοινωνικά χαρακτηριστικά που διευκολύνουν και στηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις, παροτρύνουν διαρκείς αλλαγές ιδεών και συμπεριφορών, ενθαρρύνουν και επικροτούν την ατομική ευθύνη και τη λογοδοσία, και προωθούν τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό χρησιμοποιώντας τον ως αντίβαρο στο ευμετάβλητο εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον».
Η κουλτούρα των χωρών αυτών λειτουργεί ως συνεκτικός και καταλυτικός μηχανισμός των θεσμικών τους διαδικασιών, προωθώντας πολιτικές που ευνοούν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις και εξασφαλίζουν κοινωνική και οικονομική βιωσιμότητα, εξηγεί ο Κυριάκος Ανδρέου, Advisory Leader της PwC Ελλάδας. Τα επόμενα χρόνια η παγκοσμιοποίηση και η εξελισσόμενη ψηφιακή επανάσταση θα αναγκάσουν επιχειρήσεις, κοινωνίες και κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε έναν ευρύ μετασχηματισμό και επαναπροσδιορισμό του ρόλου τους στην παγκόσμια οικονομία. Και η Ελλάδα φαίνεται πως θα χρειαστεί να κάνει πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια σε σχέση με τους ομολόγους της για να επιτύχει κάτι τέτοιο. Τι ακριβώς; Ιδου τι προτείνει ο Κυριάκος Ανδρέου: θα πρέπει να δημιουργήσουμε μια διαφορετική εθνική κουλτούρα έτσι ώστε να οδηγεί στα θεσμικά πρότυπα των ισχυρών οικονομιών.
Η στροφή
Τα κύρια χαρακτηριστικά της πρέπει να είναι η μετακίνηση από την προσήλωση σε ένα ιεραρχικό και κεντροποιημένο σύστημα σε μια πιο συμμετοχική κουλτούρα, η στροφή σε μακροπρόθεσμους προγραμματισμούς, σχεδιασμούς και στρατηγικές και η καλλιέργεια μιας νέας αντίληψης που προάγει την ατομική πρωτοβουλία καθώς επίσης και την ατομική ευθύνη και λογοδοσία σε αντίθεση με τη διαρκή μετακίνηση της ευθύνης σε τρίτους. «Το τελευταίο διάστημα φαίνεται τα συναισθήματα θυμού στην ελληνική κοινωνία να μετασχηματίζονται σε αισιοδοξία και εποικοδομητική αυτογνωσία, ενώ παράλληλα το ευρύτερο οικονομικό κλίμα προεξοφλεί μια σημαντική ανάκαμψη τα επόμενα χρόνια», διαπιστώνει πάντως ο Advisory Leader της PwC.