Η χρηματοδότηση των εξαγωγών


Η πανδημία της COVID-19 έχει ανατρέψει άρδην τα διεθνή δεδομένα του εξωτερικού εμπορίου.

Η πανδημία και η οικονομική ύφεση έχουν οδηγήσει στην ολική επαναφορά της δημόσιας συζήτησης για το αναπτυξιακό υπόδειγμα της ελληνικής οικονομίας. Οι γενικοί στόχοι είναι κοινός τόπος. Το ζητούμενο είναι η έγκαιρη διάγνωση των αναπτυξιακών προκλήσεων και η υλοποίηση πολιτικών με πρακτικό πνεύμα και επιχειρησιακή προσέγγιση. Η πρόσφατη εμπειρία χρηματοδότησης των εξαγωγών κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης είναι αρκούντως διδακτική για την αναγκαιότητα γεφύρωσης γενικών στόχων και πρακτικών προϋποθέσεων.

Τον Οκτώβριο του 2012 είχε οργανωθεί η πρώτη αποστολή της EBRD στην Ελλάδα για τη διερεύνηση των προοπτικών συνεργασίας της τράπεζας με την ελληνική οικονομία, έπειτα από πρόσκληση του τότε υπουργού Ανάπτυξης Κωστή Χατζηδάκη. Ηδη από τις πρώτες συναντήσεις είχε διαπιστωθεί ότι η κατάρρευση του δικτύου χρηματοδότησης και ασφάλισης των εξαγωγικών πιστώσεων για τις ελληνικές επιχειρήσεις υπονόμευε τις προσπάθειες βελτίωσης των εξαγωγικών επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας. Για τους συμμετέχοντες στις σχετικές συζητήσεις ήταν απορίας άξιο ότι αυτή η παράμετρος δεν είχε αναδειχθεί στο πρόγραμμα προσαρμογής που είχε συμφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση με τους δανειστές της. Στην πραγματική οικονομία, η προοπτική αύξησης του διακρατικού εμπορίου προϊόντων και ενδιάμεσων εισροών χωρίς τη διαμεσολάβηση τραπεζών και ασφαλιστικών φορέων παύει

να υφίσταται.

Κατά την ίδια περίοδο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε κατατάξει την Ελλάδα στην κατηγορία των μη εμπορεύσιμων χώρων ως προς την ασφάλιση εξαγωγικών πιστώσεων. Οι διεθνείς τράπεζες είχαν αποσυρθεί από την αγορά και οι παραδοσιακοί προμηθευτές των επιχειρήσεων αντιμετώπιζαν επιφυλακτικά κάθε αίτημα χορήγησης πιστώσεων επικαλούμενοι το συστημικό ρίσκο της ελληνικής οικονομίας. Επρόκειτο για μια κλασική περίπτωση απότομης ανακοπής της οικονομικής δραστηριότητας, η οποία επέτεινε την οικονομική ύφεση. Τρεις διεθνείς αναπτυξιακές τράπεζες (EIB, IFC και EBRD) συνεργάστηκαν με τις ελληνικές τράπεζες για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Η EIB πρόσφερε κίνητρα για την επιστροφή των διεθνών τραπεζών στην ελληνική αγορά, το IFC επανήλθε στην Ελλάδα με τη χρηματοδότηση μεγάλης κλίμακος συναλλαγών εξωτερικού εμπορίου, η EBRD κάλυψε το κενό της χρηματοδότησης των εξαγωγών μικρομεσαίων επιχειρήσεων και οι ελληνικές τράπεζες αξιοποίησαν την τεχνογνωσία που απέκτησαν με τη διαμόρφωση διαδικτυακών λύσεων που ενισχύουν την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων. Μέχρι σήμερα έχουν χρηματοδοτηθεί από την EBRD 1.524 συναλλαγές των ελληνικών τραπεζών συνολικού ύψους 1.492.000 ευρώ. Παράλληλα, έγιναν τα πρώτα βήματα για την επίλυση του προβλήματος πρόσβασης σε επιλέξιμα ομόλογα καλής εκτελέσεως που αντιμετώπιζαν οι εγχώριες κατασκευαστικές επιχειρήσεις κατά τη συμμετοχή τους σε διεθνείς διαγωνισμούς. Ολα τα ανωτέρω υλοποιήθηκαν με μηδενικό κόστος για τον Ελληνα φορολογούμενο.

Με την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα ο ρόλος των διεθνών αναπτυξιακών τραπεζών στη χρηματοδότηση των εξαγωγών είχε αρχίσει να προσαρμόζεται στη ζήτηση για εγγυήσεις μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας, στην αξιολόγηση συναλλαγών σε νέες αγορές και στην επέκταση της υποστήριξης κατασκευαστικών επιχειρήσεων. Η πανδημία έχει ανατρέψει άρδην τα διεθνή δεδομένα του εξωτερικού εμπορίου. Οι προδιαγραφές των προϊόντων υπόκεινται σε αναθεώρηση, οι αλυσίδες παραγωγής υφίστανται ριζική αναδιάρθρωση και οι εμπορεύσιμες υπηρεσίες που συνδέονται με την ψηφιακή οικονομία αυξάνονται με γρήγορους ρυθμούς.

Από τα ανωτέρω ανακύπτουν νέες προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων. Το συνολικό ρίσκο διογκώνεται, νέες κατηγορίες αναγκών πρέπει να υποστηριχθούν και οι ανακατατάξεις στις διεθνείς αγορές αυξάνουν το κόστος της απραξίας και αναδεικνύουν την προστιθέμενη αξία της έμφασης σε πρακτικά προβλήματα. Από πρόσφατες εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας προκύπτει ότι η βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος και των διαδικασιών πρόσβασης στις διεθνείς αγορές θα μπορούσε να αυξήσει τις ελληνικές εξαγωγές εμπορεύσιμων υπηρεσιών κατά 75%. Οι εν λόγω προκλήσεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με οριζόντιες επιδοτήσεις αλλά με δημόσιες πολιτικές επιμερισμού του ρίσκου, αύξηση της διαφάνειας των οικονομικών συναλλαγών και με την έγκαιρη προσαρμογή του ρυθμιστικού περιβάλλοντος στις επερχόμενες τεχνολογικές αλλαγές.

* Ο κ. Αντώνης Μπαρτζώκας είναι αναπληρωτής διευθυντής στο Δ.Σ. της EBRD, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Senior Visiting Fellow στο London School of Economics. Το βιβλίο του με τίτλο «Macroeconomic adjustment and investment recovery in Greece:

the economics of a special case» θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Palgrave – Macmillan Press

εντός του 2020.

kathimerini.gr