Η διαφορά του νέου ημερολογίου με το παλαιό
Το πιο διαδεδομένο σε χρήση ημερολόγιο σήμερα είναι γνωστό ως Γρηγοριανό ή Δυτικό ή Χριστιανικό. Το ημερολόγιο έλκει την ονομασία του από τον Πάπα Γρηγόριο 13ο, ο οποίος το παρουσίασε το 1582.
Το Γρηγοριανό Ημερολόγιο είναι μέρος της καθημερινότητας και οι περισσότεροι άνθρωποι το χρησιμοποιούν χωρίς να γνωρίζουν την πραγματική του ιστορία, τους λόγους που υιοθετήθηκε και την επίδραση που είχε στον κόσμο.
Αρχικώς ένα σωστό ετήσιο ημερολόγιο πρέπει να έχει ως βάση του τον ακριβή χρόνο που χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μία πλήρη περιφορά της γύρω από τον Ήλιο. Οι Βαβυλώνιοι κατέγραψαν για πρώτη φορά την αργή φαινόμενη κίνηση του Ήλιου από τη Δύση προς την Ανατολή, γιατί παρατηρούσαν προσεκτικά τον ορίζοντα την ώρα της Δύσης. Και οι παρατηρήσεις τους εκείνες τους απεκάλυψαν ότι ο Ήλιος επέστρεφε στην αφετηρία του μετά από περίπου 360 ημέρες. Έτσι οι Βαβυλώνιοι χώρισαν τον κύκλο σε 360 μοίρες και θέσπισαν συγχρόνως ένα μεικτό σεληνιακό και ηλιακό ημερολόγιο 360 ημερών.
Η εμφάνιση του Ιουλιανού Ημερολογίου
Πριν από την εμφάνιση του Γρηγοριανού Ημερολογίου, αυτό που χρησιμοποιούνταν στην Ευρώπη ήταν το Ιουλιανό. Το συγκεκριμένο ημερολόγιο παρουσιάστηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα το 46 π.Χ. και εφαρμόστηκε το 45 π.Χ.. Μέχρι εκείνη τη στιγμή το ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν ένα συνονθύλευμα, με έξτρα ημέρες να μπαίνουν στον Φεβρουάριο κάποιες φορές, αναλόγως με τα καπρίτσια των πολιτικών. Ο Καίσαρας είχε αντίθετη άποψη.
Στηρίχθηκε στον Έλληνα αστρονόμο Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια. Ο Σωσιγένης βασισμένος στους υπολογισμούς του πατέρα της αστρονομίας Ιππάρχου (ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό ή τροπικό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες), θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθεταν μία ακόμη ημέρα, μετά την «έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου», που ονομάζονταν «bis sextus». Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δύο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο».
Όταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εκχριστιανίστηκε, το Ιουλιανό ημερολόγιο υιοθετήθηκε σαν το χριστιανικό λειτουργικό ημερολόγιο. Αυτό του επέτρεψε να εξαπλωθεί τελικά σε περιοχές πέρα από τα σύνορα της αυτοκρατορίας, όπως η Ρωσία και ο Νέος Κόσμος.
Η ανάγκη για ένα νέο ημερολόγιο
Ένα από τα προβλήματα του Ιουλιανού Ημερολογίου είναι ότι το μήκος του ηλιακού έτους υπολογίζεται εσφαλμένα με παρέκκλιση 11 λεπτών κάθε χρόνο. Περισσότερο σημαντικό όμως για τους χριστιανούς ήταν ότι ο εορτασμός του Πάσχα, το οποίο παραδοσιακά έπεφτε στις 21 Μαρτίου, απέκλινε όλο και περισσότερο από την εαρινή ισημερία κάθε χρόνο που πέρναγε. Ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ’ αποφάσισε να διορθώσει το πρόβλημα, αλλάζοντας τους λάθος υπολογισμούς στο Ιουλιανό ημερολόγιο.
Ανέθεσε σε μια επιτροπή, με επικεφαλής τον φυσικό Aloysius Lilius και τον αστρονόμο Christopher Clavius, να λύσει το πρόβλημα. Τους πήρε πέντε χρόνια αλλά βρήκαν μια λύση: Αρχικά εξαφάνισαν τις δέκα ημέρες που περίσσευαν. Μετά καθόρισαν ότι κάθε τέσσερα χρόνια το έτος θα είναι δίσεκτο εκτός από τις εκατονταετηρίδες που δεν διαιρούνται με το 400. Έτσι το 2000 ήταν δίσεκτο, αλλά όχι και το 1900, το 1800 ή το 1700.
Το Γρηγοριανό ημερολόγιο απέχει από το ηλιακό έτος 26 δευτερόλεπτα κάθε χρόνο, παρά την ευφυία του Lilius που ανέπτυξε τη μέθοδο του συγχρονισμού του με τις εποχές. Οπότε από το 1582, έχει προκύψει μια ανακολουθία και μέχρι το έτος 4909 το Γρηγοριανό ημερολόγιο θα είναι μία ημέρα μπροστά από το ηλιακό έτος.
Ο Πάπας Γρηγόριος επίσης μετέφερε την Πρωτοχρονιά από τις 25 Μαρτίου (ημέρα εορτασμού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου) και όρισε ως πρώτη ημέρα του χρόνου την 1η Ιανουαρίου.
Όταν τα λάθη διορθώθηκαν, το Γρηγοριανό ημερολόγιο παρουσιάστηκε από το 1582, με παπική βούλα γνωστή ως «Inter gravissimas ». Μέχρι εκείνη τη στιγμή ωστόσο το Σχίσμα μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της Ανατολικής Ορθόδοξης, μετρούσε πάνω από 500 χρόνια ιστορίας και η Προτεσταντική Μεταρρύθμιση στη Δυτική Ευρώπη είχε ξεκινήσει πριν από περίπου 50 χρόνια. Συνεπώς η αλλαγή από το Ιουλιανό ημερολόγιο στο Γρηγοριανό το 1582 υιοθετήθηκε κυρίως από χώρες υπό τη Ρωμαιοκαθολική «εξουσία», συμπεριλαμβανομένων της Ισπανίας, της Πορτογαλίας (και των υπερπόντιων κτήσεων των δύο χωρών) και της Γαλλίας.
Απόρριψη του ημερολογίου
Οι χώρες υπό την επιρροή του Προτεσταντισμού αρχικά απέρριψαν το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Εξαιτίας της σχέσης του ημερολογίου με τον Παπισμό, οι συγκεκριμένες χώρες εξέλαβαν τη μετατροπή ως μία συνωμοσία που στόχευε να τις φέρει πίσω στη Ρωμαϊκή Καθολική Εκκλησία. Με τον ίδιο τρόπο, οι χώρες που ανήκαν στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υιοθέτησαν πρόθυμα το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Αυτό έγινε με κάποια καθυστέρηση. Για παράδειγμα, η πράξη νομοθετικού περιεχομένου για το Ημερολόγιο (Νέου Τύπου) το 1750 παρουσίασε το Γρηγοριανό ημερολόγιο στη Βρετανική Αυτοκρατορία. Το 1752 η Μεγάλη Βρετανία και οι κτήσεις της άλλαξαν από το Ιουλιανό ημερολόγιο στο Γρηγοριανό. Ήταν αναγκαίο να ευθυγραμμιστεί η «Γηραιά Αλβιώνα» με την υπόλοιπη Ευρώπη, οπότε αποφασίστηκε ότι η Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους θα ακολουθούνταν από την 14η Σεπτεμβρίου, με αποτέλεσμα να χαθούν 11 ημέρες.
«Δώστε μας τις 11 ημέρες μας»
Η αλλαγή έφερε αναστάτωση στους πολίτες και ταραχές στην Αγγλία. Σε έναν πίνακα ζωγραφικής του 1755 του William Hogarth με τον τίτλο «An Election Entertainment», που αναφερόταν στις εκλογές του 1754, φαίνεται ένα πανό με τη φράση: «Δώστε μας πίσω τις 11 ημέρες μας». Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι αυτές οι ταραχές δεν σημειώθηκαν ποτέ ή ότι οι διαστάσεις που πήραν ήταν υπερβολικές.
Η ύστερη αποδοχή του Γρηγοριανού ημερολογίου
Η Μεγάλη Βρετανία ωστόσο δεν ήταν η τελευταία χώρα που υιοθέτησε το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Η πρώην Οθωμανική Αυτοκρατορία άρχισε να το χρησιμοποιεί το 1917. Η αλλαγή επήλθε από το ημερολόγιο Rumi, που βασιζόταν στο Ιουλιανό, μόνο που είχε ως αφετηρία την Εγίρα του προφήτη Μωάμεθ το έτος 622 μ.Χ..
Άλλη χώρα που υιοθέτησε το Γρηγοριανό ημερολόγιο σχετικά αργά ήταν η Ρωσία, η οποία ξεκίνησε να το χρησιμοποιεί το 1918. Ωστόσο η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ακόμη και σήμερα χρησιμοποιεί το Ιουλιανό ημερολόγιο. Για παράδειγμα τα Χριστούγεννα στη χώρα εορτάζονται στις 7 Ιανουαρίου, ημερομηνία που αντιστοιχεί στις 25 Δεκεμβρίου του Γρηγοριανού.
Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, οι ηγέτες της αποφάσισαν να καθαρίσουν το ημερολόγιο από κάθε θρησκευτικό υπαινιγμό. Το νέο Γαλλικό Δημοκρατικό Ημερολόγιο, το οποίο υιοθετήθηκε το 1792, είχε 12 ταυτόσημους μήνες με 30 μέρες ο καθένας. Η κάθε εβδομάδα είχε 10 ημέρες. Και υπήρχαν πέντε ή έξι ημέρες στο τέλος κάθε έτους για διακοπές. Είχαν μάλιστα αλλάξει και το όνομα των μηνών με παρατσούκλια όπως Brumaire ή Thermidor. Αυτό το ημερολόγιο εγκαταλείφθηκε το 1805 και επανήλθε για λίγο κατά την Παρισινή Κομμούνα το 1871.
Αλλά οι χώρες δεν ακολουθούν πάντα το Γρηγοριανό Ημερολόγιο για τον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς, η οποία συχνά βασίζεται σε σεληνιακούς κύκλους, χωρίς απαραίτητα να πέφτει την 1η Ιανουαρίου. Η περσική Πρωτοχρονιά για το Ιράν για παράδειγμα, καθορίζεται από την εαρινή ισημερία του Βόρειου Ημισφαιρίου.
Παρεπιμπτόντως, η 29η Φεβρουαρίου δεν είναι ο μόνος μπελάς για αυτούς που μετρούν τον χρόνο. Υπάρχουν και τα δευτερόλεπτα. Πρακτικά η Γη χρειάζεται κάτι παραπάνω από 24 ώρες για να ολοκληρώσει μία πλήρη περιστροφή γύρω από τον άξονά της: 86,400.002 δευτερόλεπτα αντί για 86,400. Έτσι προκειμένου να κρατάμε τα ρολόγια μας συντονισμένα με το ηλιακό μεσημέρι, ένα κλάσμα δευτερολέπτου προστίθεται κάθε λίγα χρόνια.
Αυτό που καθιστά δύσκολο τον υπολογισμό είναι ότι η περιστροφή της Γης επιταχύνεται ή επιβραδύνεται με τρόπο που δεν μπορεί να προβλεφθεί. Μακροπρόθεσμα η παλιρροϊκή τριβή βαθμιαία επιμηκύνει τον χρόνο περιστροφής. Αλλά και άλλοι παράγοντες όπως το λιώσιμο των πάγων, οι άνεμοι, οι καταιγίδες μπορούν εξίσου να επηρεάσουν το μήκος της ημέρας.
Η αλλαγή στην Ελλάδα και οι αντιδράσεις
Στα Ορθόδοξα κράτη η αρχή της μεταρρύθμισης ξεκίνησε το 1895 όταν ο οικουμενικός πατριάρχης Άνθιμος Ζ’ εξέφρασε «πόθους και ευχάς υπέρ ενός ενιαίου ημερολογίου δι’ άπαντας τους χριστιανικούς λαούς». Έτσι το 1903, μετά από ερώτημα του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ’, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος σε συνεργασία με τη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών αποφάσισε ότι «αι ορθόδοξοι Εκκλησίαι εν συνεννοήσει μετ’ αλλήλων και μετά της πολιτείας εκάστης αυτών δύνανται να επιχειρήσωσι την μεταρρύθμισιν του νυν εν χρήσει παρ’ ημίν ημερολογίου συμφώνως προς τας προόδους και τα πορίσματα της αστρονομικής επιστήμης».
Το 1919 η ελληνική πολιτεία ανακίνησε και πάλι το ημερολογιακό θέμα και τελικά τον Ιανουάριο του 1923 αντικατέστησε νομοθετικά το Ιουλιανό Ημερολόγιο με το Γρηγοριανό και όρισε την έναρξη της εφαρμογής του την 16η Φεβρουαρίου 1923. Για να γίνει η διόρθωση η 16η Φεβρουαρίου ονομάστηκε 1η Μαρτίου, δηλαδή αφαιρέθηκαν 13 ημέρες από το έτος 1923.
Αυτό έγινε γιατί στις 10 ημέρες λάθους μεταξύ Γρηγοριανού και Ιουλιανού από το 325 έως το 1582 είχε επέλθει καθυστέρηση και άλλων τριών ημερών στα περίπου 340 χρόνια που είχαν παρέλθει από την πρώτη εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου. Γι’ αυτό άλλωστε το έτος 1923 στην Ελλάδα δεν είχε 365 ημέρες αλλά 352, οπότε και κανένας Έλληνας υπήκοος δεν έχει πιστοποιητικό γέννησης με ημερομηνία από 16 έως 28 Φεβρουαρίου 1923.
Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, Σερβίας και Ρωσίας, είναι τα μόνα που δεν έχουν αποδεχθεί μέχρι σήμερα την ημερολογιακή μεταρρύθμιση και ακολουθούν το Ιουλιανό Ημερολόγιο, αντίθετα με τις Εκκλησίες Κωνσταντινουπόλεως, Ελλάδος και Κύπρου. Το ίδιο ημερολόγιο ακολουθούν και τα μοναστήρια στο Άγιο Όρος για λόγους παράδοσης, όπως και οι λεγόμενοι «Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί», γνωστότεροι ως «Παλαιοημερολογίτες». Σύμφωνα με αυτούς τους «Ζηλωτές», εκείνοι που έχουν αποδεχθεί το νέο ημερολόγιο είναι «προδότες της πίστεως και παπικόφρονες».