Οι έξι κρίσιμοι σταθμοί προς την «επενδυτική βαθμίδα»


Η πλήρης άρση των capital controls, η πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ, καθώς και η πρόοδος με το σχέδιο «Ηρακλής» για τη μείωση των κόκκινων δανείων των συστημικών τραπεζών, έχουν χαρακτηριστεί «πιστωτικά θετικά» από τους οίκους, κάτι που σημαίνει ότι θα συνυπολογιστούν στις αξιολογήσεις που έρχονται το 2020.

Το 2020 θα αποτελέσει καθοριστικό έτος για το «στοίχημα» της ένταξης της Ελλάδας στο κλαμπ των χωρών που κατέχουν «επενδυτική βαθμίδα» και οι οποίες βρίσκονται στα ραντάρ των ποιοτικών επενδυτών και των μεγάλων ξένων χαρτοφυλακίων. Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι η επίτευξη αυτού του κρίσιμου ορόσημου για το επενδυτικό προφίλ της χώρας –το οποίο και έχασε το 2010– έως το πρώτο εξάμηνο του 2021. Οι αναλυτές θεωρούν εφικτό αυτόν τον στόχο, δεδομένης της σημαντικής βελτίωσης που έχουν σημειώσει οι οικονομικές προοπτικές της χώρας το τελευταίο διάστημα μετά και τις πολιτικές που εφαρμόζει η νέα κυβέρνηση. Παράλληλα, επισημαίνουν πως ήδη οι αγορές βαθμολογούν την Ελλάδα πολύ υψηλότερα από τους τέσσερις μεγάλους οίκους αξιολόγησης, τους οποίους και λαμβάνει υπόψη της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις αποφάσεις της, και άρα καθορίζουν το πότε και εάν μπορεί η χώρα να επιβιβαστεί στο τρένο του προγράμματος QE. Πάντως, υπάρχουν και εκτιμήσεις που προσγειώνουν κάπως τις προσδοκίες, επισημαίνοντας πως η επενδυτική βαθμίδα δεν μπορεί να αποκτηθεί εάν δεν επιστρέψουν οι τράπεζες στην ευρωπαϊκή κανονικότητα των NPEs.

Οι επιφυλάξεις

Το 2019 οι οίκοι –Moody’s, Fitch, S&P, DBRS– εμφανίστηκαν ιδιαίτερα φειδωλοί στις αποφάσεις τους σε ό,τι αφορά τη βαθμολογία της Ελλάδας, καθώς περιμένουν πρώτα να δουν απτά αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων που εφαρμόζει η κυβέρνηση στο πιστωτικό προφίλ της χώρας. Οπως σημείωσε και η Societe Generale, παρά τη σημαντική βελτίωση στους όρους χρηματοδότησης της Ελλάδας, οι οίκοι ήταν πολύ αυστηροί και γι’ αυτό οι επενδυτές επιβράβευσαν τα ελληνικά ομόλογα οδηγώντας στον μηδενισμό των ελληνοϊταλικών spreads.

Οι αναβαθμίσεις

Υπενθυμίζεται πως η Standard & Poor’s αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο στην κατηγορία BB- από B+ τον περασμένο Οκτώβριο και τρία σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, ο οίκος Fitch διατήρησε και στις δύο αξιολογήσεις του το 2019 την Ελλάδα στο BB- επίσης τρεις βαθμούς κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, η αξιολόγηση της Moody’s παρέμεινε αμετάβλητη τον Αύγουστο μετά τη διπλή αναβάθμιση του Μαρτίου σε Β1 και τέσσερις βαθμίδες κάτω από το investment grade (IG), ενώ σταθερή διατήρησε και η DBRS την αξιολόγησή της στο BB (low) τον Νοέμβριο μετά την αναβάθμιση του Μαΐου, τρία σκαλοπάτια κάτω από το IG.

Τους τελευταίους μήνες, οι θετικές εξελίξεις γύρω από την οικονομία, τη διαχείριση χρέους και τις τράπεζες έχουν οδηγήσει τους οίκους να στείλουν ένα αισιόδοξο σήμα ως προς τις διαθέσεις τους για τη νέα χρονιά. Η πλήρης άρση των capital controls, η πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ, καθώς και η πρόοδος με το σχέδιο «Ηρακλής» για τη μείωση των κόκκινων δανείων των συστημικών τραπεζών, έχουν χαρακτηριστεί «πιστωτικά θετικά» από τους οίκους, κάτι που σημαίνει ότι θα συνυπολογιστούν στις αξιολογήσεις που έρχονται το 2020.

Το χρονοδιάγραμμα

Οι κρίσιμες ημερομηνίες το νέο έτος είναι έξι, με τους τέσσερις οίκους να έχουν προγραμματίσει όπως και κάθε χρονιά, δύο αξιολογήσεις για την Ελλάδα, ενώ δύο οίκοι –DBRS και S&P– συμπίπτουν ως προς τις ημέρες που έχουν επιλέξει για να ανακοινώσουν τις εκθέσεις τους για τη χώρα μας.

Η πρώτη γεύση θα δοθεί από τη Fitch στις 24 Ιανουαρίου, με την αγορά να έχει υψηλές προσδοκίες από τον οίκο καθώς δεν έχει αλλάξει από το 2018 τη βαθμολογία του για τη χώρα μας, παρά την τεράστια πρόοδο που έχει σημειωθεί και το γεγονός ότι το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου έχει σημειώσει βουτιά της τάξης του 70% από τότε. Λίγες μέρες αργότερα, στις 28 Ιανουαρίου, στελέχη της Fitch έρχονται στην Αθήνα, στο πλαίσιο της εκδήλωσης που θα διοργανώσει ο οίκος σε κεντρικό ξενοδοχείο της πόλης, με τίτλο «Credit Outlook 2020», ενώ η δεύτερη προγραμματισμένη αξιολόγησή του για την Ελλάδα αναμένεται στις 24 Ιουλίου του 2020.

Σειρά έχουν οι S&P και DBRS οι οποίοι στις 24 Απριλίου του 2020 δίνουν και αυτοί την πρώτη τους αξιολόγηση για την Ελλάδα, γεγονός που σημαίνει ότι αυτή η ημέρα θα έχει ιδιαίτερο «βάρος» για την αγορά. Η δεύτερη αξιολόγηση και των δύο έχει προγραμματιστεί και πάλι την ίδια ημερομηνία, στις 23 Οκτωβρίου.

Τέλος η Moody’s, ο πιο «αυστηρός» οίκος από τους τέσσερις καθώς δίνει τη χαμηλότερη βαθμολογία στην Ελλάδα, αναμένεται να ανακοινώσει τη «γνώμη» του για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μας στις 8 Μαΐου και στη συνέχεια στις 6 Νοεμβρίου.

Αν και δεν αποκλείεται να υπάρξουν έκτακτες αξιολογήσεις, όπως άλλωστε έχει συμβεί στο παρελθόν, ωστόσο αυτές οι έξι ημερομηνίες θεωρούνται ιδιαίτερα κρίσιμες στον δρόμο της Ελλάδας προς τον στόχο της επενδυτικής βαθμίδας. Η πλειονότητα των αναλυτών επισημαίνει πως το 2020 είναι πιθανό η Ελλάδα να ανέβει κατά δύο σκαλοπάτια και να έρθει έτσι μία ανάσα πριν από την επενδυτική βαθμίδα, με τον «τελικό στόχο» να είναι επιτεύξιμος το 2021.

Πάντως, όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, το να αναβαθμιστεί η χώρα κατά δύο βαθμίδες είναι σχετικά «βατό», ωστόσο δεν θα είναι καθόλου εύκολο να δοθεί αυτή η «τελευταία» καθοριστική αναβάθμιση που θα φέρει την Ελλάδα στις χώρες που θεωρούνται «επενδύσιμες».

Το καθοριστικό σημείο

Σύμφωνα με εκτιμήσεις από αρμόδιες πηγές, οι οίκοι δεν αναμένεται να δώσουν στη χώρα μας το «εισιτήριο» για την ένταξη στο κλαμπ των ελίτ πριν από το τέλος της μεταμνημονιακής εποπτείας και πριν από την επιστροφή των NPEs των ελληνικών τραπεζών σε επίπεδα ευρωπαϊκής κανονικότητας. Σύμφωνα με τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις, το investment grade μπορεί και να είναι πιθανό να επιτευχθεί το β΄ εξάμηνο του 2021, ωστόσο το πιο «ασφαλές» στοίχημα είναι για εντός του 2022. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, οι αναβαθμίσεις έως και ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα θα είναι σχετικά γρήγορες, ωστόσο η καθοριστική αναβάθμιση-ορόσημο στην κατηγορία του «τριπλού Β» θα είναι μία βασανιστική διαδικασία.

kathimerini.gr