Οι «φυλές» όσων αναζητούν τον πόθο στα ξενοδοχεία της ηδονής
The End. Τα φώτα ανοίγουν στο σινεμά και τα ψιλονυσταγμένα, αλλά ερωτευμένα πρόσωπα κοιτάζονται στα μάτια. «Άντε πάμε, σου άρεσε η ταινία;», «πάμε και τη συζητάμε στο αυτοκίνητο». Ποτό; Μπα, βαριέμαι. Ωραία, τότε τι θα έλεγες να…
Οι τρεις τελίτσες δε μπήκαν έτσι τυχαία στο κείμενο. Τοποθετήθηκαν για να εξηγήσουν τη σιωπηλή αυτή επικοινωνία των ζευγαριών που συνοδεύεται από την πονηράδα στο μάτι και που μεταφράζεται κάπως έτσι: «Τι θα έλεγες για μια νύχτα πάθους;». Στο γνωστό μέρος, αλλά να πάρουμε άλλο δωμάτιο, με κούρασαν οι κόκκινοι τοίχοι. Ωραία, πέρασμα από το περίπτερο για τα απαραίτητα και σε μια ώρα, ένα ζευγάρι μαύρες γόβες και ένα άλλο με αθλητικά στέκουν μπροστά από τη ρεσεψιόν.
Το 324, καλό δωμάτιο. Στρώμα νερού, θεματικό, με τα όλα του: χρυσές μπορντούρες, king size στρογγυλό κρεβάτι επενδεδυμένο με στραφταλιζέ ύφασμα και λεπτομέρειες από τεχνόδερμα. Χαλιά με απεικονίσεις, βελούδινες ταπετσαρίες, υφάσματα σε «τολμηρά» χρώματα, φλωρεντιανά φωτιστικά, παριζιάνικα έπιπλα, τηλεόραση με ερωτικά κανάλια, καθρέφτες, τζακούζι, ατμοσφαιρικός φωτισμός, διακριτικότητα (εξ ου και η πλαϊνή είσοδος με το δικό της πάρκινγκ-καβάτζα). Άντε να τελειώνουμε με αυτά, διάλεξε ένα και πάμε. Τι, ντρέπεσαι; Πώς κάνεις έτσι!
Αναμονή, μια ώρα δύσκολη
Ο ρεσεψιονίστ με τα χοντρά κοκάλινα γυαλιά και το ιδρωμένο μέτωπο, λέει την ατάκα-καραμέλα που πιπιλίζει μπροστά από κάθε ζευγάρι παπουτσιών, όποια μεγέθη, φύλου και γούστου έχει μπροστά του: «Παρακαλώ, περιμένετε στο σαλονάκι μέχρι να ετοιμαστεί το δωμάτιό σας και θα σας φωνάξουμε».
Ωραία! Λαμπρά! Ο άντρας μπροστά, οι γόβες ξοπίσω ακολουθούν. Ο ήχος από τα τακούνια πάνω στο μάρμαρο, εκτινάσσει περίπου 8 ζευγάρια μάτια που παρακολουθούν αδιάφορα την απόσταση ρεσεψιόν-καναπές πριν επιστρέψουν στο άπειρο της βαρεμάρας. Σε λίγη ώρα, όλα αυτά τα στόματα θα αναστενάζουν από ηδονή. Ο ένας δίπλα στον άλλο, μεσοτοιχία, φευγαλέοι γείτονες, τσαλακωμένα σεντόνια που θα τακτοποιήσει η καθαρίστρια. Τι θα διηγείται σε κάθε σχόλασμα στον άντρα της…
Ευτυχώς την αμηχανία, σώζει το κινητό, αλλά εγώ λέω να μη πράξω ανάλογα και να το παίξω άνετη. Τι έχουμε εδώ; Η απέναντί μου, η κυρία, σίγουρα δουλεύει σε γραφείο, φοράει ταγέρ τύπου «εξέκιουτιβ τάδε ταδε», μέικ απ, λιπ γκλος, σκουλαρίκια και τσάντα μάρκας τάδε. Ο συνοδός το ίδιο urban chic. Όχι δε βλέπω βέρα, σε κανένα δάχτυλο, ούτε το αχνό αποτύπωμα αυτής. Άρα δε βγήκε βιαστικά, άρα τι; Το ζευγάρι της δουλειάς, σίγουρα. Ο «δεν είμαι έτοιμος για σχέση, δε ζητάω κάτι μόνιμο, μόνο σεξ» και η «οκ, μόνο σεξ, δε θέλω κάτι από σένα» που στις φίλες γίνεται «τουλάχιστον είναι καλός στο κρεβάτι».
Οι διπλανοί τους, άλλη ιστορία. Βέρα κι άλλη βέρα. Παντρεμένοι, αλλά με άλλο Παππά, άλλους κουμπάρους κι άλλα ταίρια. Οι παράνομοι. Σα τίτλος ταινίας ακούγεται. «Αγάπη μου θα αργήσω λίγο στη δουλειά, μη με περιμένεις». Είπαμε γι’ αυτούς υπάρχει και η πλαϊνή είσοδος, «να μη μας δει και κανά μάτι». Βλέμμα καχυποψίας, νευρικότητα και γιατί αργούν τόσο; Η αναμονή εδώ θυμίζει τον αμαρτωλό στο εξομολογητήριο-κόλαση! Αλλά αξίζει γιατί ακολουθεί ο σωματικός παράδεισος.
Στην άκρη της σάλας, σε ξεχωριστό μίνι καναπέ, το ερωτευμένο στο φουλ, ζευγαράκι «πάνω κάτω στα 20». Πού λόγος για δικό τους χώρο! Όταν λείπουν οι γονείς κι αυτό με το ζόρι. Φιλιά, αγκαλιές, νάζια, κρυφά χάδια σαν προκαταρκτικά και τα λεφτά μισά-μισά. Οι ντροπές στο κρεβάτι, εδώ υπερισχύει ο ξέχειλος έρωτας. Καμία συστολή για το μέρος, η ορμή τους είναι αγνή και απονήρευτη και «νόμιμη», όχι σαν τους περισσότερους «μεγάλους» εδώ μέσα.
Πάμε παρακάτω. Τυπικό όσο δε πάει, look. Καμπαρτίνα στο χρώμα του δέρματος με σηκωμένους γιακάδες, και μια πιτσιρίκα αγκαζέ. Ήρθε από επαρχία για κάτι δουλειές και είπε να νοικιάσει μερικές «ώρες για σκότωμα» με έξτρα ευχαρίστηση. Η νεαρή, επαγγελματίας ερωμένη, επί πληρωμή. Λίγα λόγια και πολύ δράση. Και μετά τηλέφωνο στη σύζυγο για το πόσο «βαρέθηκα στην Αθήνα, έρχομαι αύριο πρώτα ο Θεός!».
Στο «μαγαζί» με την εχεμύθεια και το ευχάριστο, καθαρό περιβάλλον και μια γυναίκα γύρω στα 45, νοικοκυρά με παιδιά, φροντιστήρια, πεθερά και μια στοίβα ρούχα για σιδέρωμα. Εδώ τον έρωτα τον βρήκε από μα αγγελία για «παντρεμένος ζητά παντρεμένη, πρόσχαρη, γύρω στα 40-45 για “παιχνίδια” κι ό,τι ήθελε προκύψει», στο ίντερνετ του παιδιού. Ένα φρεσκάρισμα του κορμιού της και πίσω στα μητρικά και συζυγικά, (άχαρα) καθήκοντα. Καθόλου ενοχές, γιατί μόνο ο παντρεμένος άντρας έχει ψυχή;
Το σκηνικό σαν σε ταινία με τον Ηρακλή Πουαρό, βασικός «ύποπτος» και ο τακτικός εραστής, ο τακτικός πελάτης που τον χαιρετούν με ένα ανασήκωμα του μετώπου. Ο δικός του Καφενές είναι αυτό το αποστειρωμένο μέρος με τα βογγητά στους τοίχους, και τα ζάρια, μια αιθέρια ύπαρξη. Εδώ ο έρωτας, η αγάπη, το σεξ θα έχουν πάντα ένα στρώμα για να σωριαστούν.
Το κλειδί, κρέμεται από τα δάχτυλα του υπαλλήλου. Ώρα για…