Η οικονομική κρίση μας παχαίνει!


Μπορεί να ακούγεται οξύμωρο, αλλά η οικονομική κρίση αντί να μας αδυνατίζει, μας παχαίνει όπως διαπιστώνουν καθημερινά οι ειδικοί που ασχολούνται με τη διατροφή στη χώρα μας. Η έλλειψη χρημάτων μας οδηγεί σε πιο φθηνές διατροφικές επιλογές, οι οποίες όμως είναι κατά κανόνα ανθυγιεινές.

Οι ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού με χρόνια νοσήματα αδυνατούν πλέον να ακολουθήσουν τις οδηγίες των γιατρών τους για υγιεινή διατροφή, που είναι ακριβή. Οι περισσότεροι άνθρωποι περιορίζουν τη σωματική τους δραστηριότητα, την οποία έχουν συνδέσει με κλειστούς χώρους εκγύμνασης, γιατί δεν έχουν τα χρήματα να πληρώσουν τις μηνιαίες συνδρομές σε γυμναστήρια. Το στρες και η αβεβαιότητα για το μέλλον ωθεί τους Έλληνες στην πολυφαγία, την οποία χρησιμοποιούν ως μέσο διασκέδασης και ως λύση στα προβλήματά τους.

Λίγα χρήματα, αλλά πολύ φθηνό και συχνά ανθυγιεινό φαγητό

Οι επιστήμονες που μίλησαν στην έρευνα του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων για το θέμα, τόνισαν ότι στη χώρα μας το 20,1% του πληθυσμού απειλείται από τη φτώχεια και από αυτούς το 22,7% αδυνατεί να τραφεί επαρκώς και σωστά. Όπως λέει ο κλινικός διαιτολόγος – βιολόγος Χάρης Δημοσθενόπουλος, τα μειωμένα εισοδήματα δεν είναι πλήρως αποδεδειγμένο ότι συμβάλλουν στην αύξηση της παχυσαρκίας, αλλά σίγουρα δεν φαίνεται να μειώνουν τα ποσοστά της στην κοινότητα.

Ωστόσο, η ελληνική μελέτη Άττικα που έγινε σε μεγάλο δείγμα πληθυσμού, συσχέτισε άμεσα την οικονομική κρίση με τις κακές διατροφικές συνήθειες και την παχυσαρκία. Ο κύριος Δημοσθενόπουλος επισημαίνει ότι το 50% των νοικοκυριών διαθέτει μόνο το 2,2% του εισοδήματός του για αγορά τροφίμων. Αυτό, όπως εξηγεί, σημαίνει ότι «ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων ξοδεύουν όλο και λιγότερα χρήματα για την αγορά τροφίμων, τα οποία συνήθως είναι φθηνά κι έχουν χαμηλή διατροφική αξία».

Οι επιστήμονες τονίζουν ότι πλέον καταναλώνουμε λιγότερο ψάρι, λαχανικά και περισσότερα επεξεργασμένα και αμυλούχα τρόφιμα. «Οι άνθρωποι προτιμούν πλέον τα μακαρόνια, το ρύζι, το ψωμί, τα αλλαντικά αλλά και τα τυποποιημένα έτοιμα τρόφιμα που πωλούνται σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές» τονίζει ο κύριος Δημοσθενόπουλος, ο οποίος συμπληρώνει ότι είναι πλέον πολύ δύσκολο σε ευπαθείς ομάδες πληθυσμού με χρόνια προβλήματα να ακολουθήσουν δίαιτα με συγκεκριμένες διατροφικές οδηγίες που έχουν πάρει από τους γιατρούς τους. «Πολύ συχνά λέω σε διαβητικούς μου ασθενείς ότι θα πρέπει να τρώνε δυο φορές ψάρι την εβδομάδα, σχεδόν καθημερινά λαχανικά και να περιορίσουν το άμυλο. Ελάχιστοι μπορούν πλέον να εφαρμόσουν το διαιτολόγιο αυτό. Οι περισσότεροι μου λένε ότι καταναλώνουν τουλάχιστον τρεις φορές την εβδομάδα μακαρόνια, τροφή που σε μεγάλες ποσότητες και συχνότητα αντενδείκνυται για τον σακχαρώδη διαβήτη».

Η διατροφή σε περιόδους κρίσης επηρεάζει αρνητικά τους περισσότερους δείκτες υγείας

Οι ειδικοί τονίζουν ότι η ανθυγιεινή διατροφή σε συνδυασμό με το στρες επηρεάζει την αρτηριακή πίεση, ενώ μένει να διερευνηθεί από επιδημιολογικές μελέτες εάν τα επεξεργασμένα τρόφιμα έχουν συμβάλλει τα τελευταία χρόνια στην αύξηση της χοληστερόλης και γενικότερα των λιπιδίων στο αίμα.

«Στην κρίση επιλέγουμε πιο εύκολα φθηνές και άχρηστες τροφές, πλούσιες σε λίπος και ζάχαρη, κάτι που από μόνο του είναι βασική προϋπόθεση για να βάλουμε κιλά» επισημαίνει ο παθολόγος – διατροφολόγος Γιώργος Πανοτόπουλος, ο οποίος εξηγεί ότι στην περίοδο της κρίσης έχουν διαταραχθεί πλήρως οι τρεις βασικοί παράγοντες που αυξάνουν την παχυσαρκία σε μεγάλες ομάδες πληθυσμού. Αυτοί είναι η επιλογή ανθυγιεινών τροφών, η ελάττωση της σωματικής δραστηριότητας, το στρες και η αβεβαιότητα για το αύριο. «Σε μια χώρα που δεν υπάρχουν δομές για να αθληθεί κάποιος σε εξωτερικούς χώρους, ιδιαίτερα στις μεγάλες πόλεις, αλλά και η νοοτροπία μας να συνδυάζουμε την άσκηση με έναν κλειστό χώρο, μας υποχρεώνει να εγγραφούμε σε ένα γυμναστήριο. Όμως, λόγω της κρίσης, το κόστος του γυμναστηρίου είναι από τα πρώτα πράγματα που αφαιρούν αρκετοί άνθρωποι από τον οικογενειακό τους προϋπολογισμό».

Ωστόσο, όπως λέει, είναι παρήγορο το γεγονός ότι η αβεβαιότητα για το αύριο και ο φόβος της ασθένειας, οδηγεί όλο και νεότερους ανθρώπους να επενδύσουν όσα χρήματα διαθέτουν σε πιο υγιεινές διατροφικές επιλογές και στην άσκηση.

Αυτό συμβαίνει για να παραμείνουν υγιείς υπό τον φόβο μιας επικείμενης ασθένειας, καθώς φοβούνται ότι αν εμφανίσουν προβλήματα υγείας δεν θα μπορούν να τα αντιμετωπίσουν στο μέλλον, λόγω οικονομικής κρίσης. Όμως, οι περισσότεροι άνθρωποι κινούνται σε διαφορετικό δρόμο καθώς επιλέγουν το φαγητό ως αγχολυτικό. Όπως εξηγεί ο Γ. Πανοτόπουλος «το στρες είναι γνωστό ότι προκαλεί κοιλιακή παχυσαρκία, καθώς οδηγεί σε διαταραχή των ορμονών, όπως η έκκριση κορτιζόλης, η οποία σχετίζεται με αυξημένη εναπόθεση λίπους στην περιοχή της κοιλιάς». Ο ίδιος επισημαίνει ότι αυτό έχει παρατηρηθεί και επιβεβαιωθεί σε ανθρώπους με αυξημένο στρες.

Το στρες και πώς μας παχαίνει στην κρίση

Η οικονομική κρίση οδήγησε πολλούς από εμάς να αναζητήσουμε αντίδοτα ευχαρίστησης στις άσχημες ειδήσεις αλλά και στις ανατροπές που είδαμε να σημειώνονται στις ζωές μας. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού αναζήτησε τη διασκέδαση, όσο κι αν αυτό ακούγεται περίεργο, στο φαγητό. Το φαγητό αυτό που ονομάζουν οι επιστήμονες comfort food, δηλαδή το φαγητό που μας προσφέρει ευχαρίστηση. «Πρόκειται για λιπαρές, γλυκές τροφές, πλούσιες σε υδατάνθρακες κατά κανόνα, οι οποίες καταγράφονται στο τμήμα του εγκεφάλου που σχετίζεται με την επιβράβευση και την χαλάρωση» επισημαίνει η ψυχολόγος, ειδικευμένη σε θέματα πρόσληψης τροφής Μαρία Σταυρουλάκη.

Όμως, οι αγχολυτές τροφές αποτελούν τη μεγαλύτερη παγίδα σύμφωνα με τους ειδικούς, καθώς μας οδηγούν σε έναν φαύλο κύκλο. Το άγχος μάς οδηγεί στις λιπαρές τροφές, οι οποίες λειτουργούν αγχολυτικά, κάτι όμως που συμβαίνει πρόσκαιρα. Οι επιστήμονες τονίζουν ότι με το πέρασμα του χρόνου οι τροφές αυτές γίνονται συνήθεια με αποτέλεσμα να αυξάνεται το βάρος μας.

«Μπαίνουμε σε έναν φαύλο κύκλο. Οι τροφές αυτές στην αρχή μας παρέχουν ευδαιμονία, αλλά όταν αυξάνεται το βάρος, αυξάνεται κι άλλο το στρες μας, καθώς διαπιστώνουμε μια εικόνα του σώματός μας η οποία δεν μας ικανοποιεί» επισημαίνει η κυρία Σταυρουλάκη. Η συνέχεια είναι γνωστή στους περισσότερους, ή παραιτούμαστε και συνεχίζουμε να τρώμε ό,τι βρούμε, λένε οι ειδικοί, ή μπαίνουμε στη διαδικασία της δίαιτας και περνάμε από την αφαγία στην υπερφαγία και από τη στέρηση στην υπερβολή. «Τότε είναι αργά» εξηγεί η κυρία Σταυρουλάκη, «καθώς έχουμε ήδη δεχθεί ότι το φαγητό είναι η πιο φθηνή μας διασκέδαση και έχουμε πέσει στην παγίδα της ανθυγιεινής διατροφής».

Η ανθυγιεινή διατροφή, λένε οι ειδικοί, είναι η μεγαλύτερη παγίδα. Ακόμη μεγαλύτερη από το αλκοόλ και το τσιγάρο, γιατί δεν μπορούμε να πείσουμε έναν άνθρωπο σε κατάσταση στρες να «κόψει» εύκολα το φαγητό. «Δυστυχώς, βρίσκουμε εκεί καταφύγιο και προσπαθούμε μέσα από αυτό να διαχειριστούμε τα πιο δύσκολα συναισθήματά μας όπως το άγχος και τη στενοχώρια. Το φαγητό μπορεί να γίνει η μεγαλύτερη απόλαυσή μας και να πάρει ακόμη και τον ρόλο της παρέας» καταλήγει η κ. Σταυρουλάκη.



Πηγή