Η μεγάλη ληστεία του μουσείου: Έκαναν φτερά μέσα σε μια στιγμή έργα τέχνης 500 εκατομμυρίων

Η εκκεντρική συλλέκτρια τέχνης Isabella Stewart Gardner είχε μόνο τις αγνότερες προθέσεις όταν άνοιξε την πανέμορφη βενετσιάνικης αισθητικής βίλα της στο κοινό, ώστε να μπορούν όλοι να θαυμάσουν μια από τις καλύτερες ιδιωτικές συλλογές έργων τέχνης.

Το μουσείο της Βοστόνης που φέρει το όνομά της άνοιξε επισήμως τις πύλες του το 1903 και εκείνη συνέχισε ως και το 1924, που έφυγε από τον κόσμο, να επεκτείνει τη συλλογή της, δίνοντας στον κόσμο τη δυνατότητα να θαυμάσει έργα τέχνης μεγάλων ζωγράφων που παρέμεναν ως τότε ιδιωτικά.

Η συλλογή της χαιρετίστηκε από την πρώτη στιγμή ως τεράστιας σπουδαιότητας για την ιστορία της τέχνης. Η Gardner είχε οργώσει κυριολεκτικά τον πλανήτη για να αγοράσει αξιοσημείωτους πίνακες, έργα των μεγαλύτερων δασκάλων της ζωγραφικής, από τον Μποτιτσέλι και τον Τισιανό ως τον Ρέμπραντ και τον Βερμέερ, για να αναφέρουμε μερικούς μόνο.

Ήταν το έργο της ζωής της, μιας ζωής ταξιδιών και τέχνης. Το μουσείο της έζησε χρυσές στιγμές στον 20ό αιώνα, μέχρι εκείνη την αποφράδα μέρα του 1990 τουλάχιστον, όταν δύο άντρες κατάφεραν να ολοκληρώσουν με εξαιρετική επιτυχία μια από τις μεγαλύτερες ληστείες όλων των εποχών, σε όρους λείας.

Έκλεψαν 13 πίνακες συνολικής αξίας άνω των 500 εκατ. δολαρίων. Ακόμα και σήμερα, 30 χρόνια μετά, παραμένει η μεγαλύτερη ληστεία σε ιδιωτική περιουσία που έγινε ποτέ. Όπως μεγαλύτερη παραμένει και η αμοιβή που δίνεται, αυτά τα 10 εκατ. δολάρια.

Ακόμα χειρότερα για την υπόθεση, ο τελευταίος κρίκος μιας πιθανής εγκληματικής αλυσίδας που ίσως γνώριζε κάτι ξεγλίστρησε πρόσφατα από τα χέρια των αρχών…

Πώς έκαναν φτερά μισό δισ. δολάρια σε 81 λεπτά

Η νύχτα της 18ης Μαρτίου 1990 ήταν σαν άλλη μια νύχτα για τους δύο φύλακες που είχαν βάρδια στο Isabella Stewart Gardner Museum, τίποτα ασυνήθιστο δεν παρατήρησαν οι Rick Abath και Randy Hestand.

Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ένα Dodge Daytona σταμάτησε έξω από την πλαϊνή πόρτα του μουσείου. Καμιά ώρα αργότερα, στη 1:20 συγκεκριμένα, δύο άντρες χτυπούσαν την πόρτα. Ήταν αστυνομικοί και ζητούσαν να μπουν στο κτίριο για να ερευνήσουν μια καταγγελία για διατάραξη κοινής ησυχίας.

Ο Abath τους άνοιξε αμέσως, «παραβιάζοντας το πρωτόκολλο», όπως ισχυρίζεται ακόμα και σήμερα το μουσείο, και τους είδε πολύ σύντομα να τον συλλαμβάνουν.

Αληθινή σύλληψη πίστεψε πως ήταν, αν και κάπως παρατραβηγμένη. Για παρεξήγηση έκανε λόγο ο φύλακας στους αστυνομικούς, ώσπου παρατήρησε κάποια στιγμή πως το μουστάκι που φορούσε ο ένας ήταν ψεύτικο.

Οι αστυνομικοί συνέλαβαν και τον δεύτερο φύλακα και τους πήγαν με τις χειροπέδες στο υπόγειο. Εκεί τους έδεσαν και τους είπαν αυτό που ψυλλιάζονταν: δεν είχαν συλληφθεί πραγματικά, ήταν απλώς θύματα ληστείας.

Εντελώς ανενόχλητοι λοιπόν, περιηγήθηκαν στους διαδρόμους του μουσείου και έκλεψαν έργα που φαινόταν να γνωρίζουν εκ των προτέρων. Πήγαν στην «Ολλανδική αίθουσα» και αφαίρεσαν από τις κορνίζες τους δύο πίνακες του Ρέμπραντ, έναν πίνακα του Βερμέερ και έναν ακόμα του Χόφερτ Φλινκ.

Οι κινήσεις τους ήταν «χειρουργικές». Κατόπιν έκλεψαν ένα μικρό κινέζικο κύπελλο της δυναστείας Σανγκ και ένα σχέδιο με την αυτοπροσωπογραφία του Ρέμπραντ που ήταν πάνω σε ένα τραπέζι.

Κατόπιν πέρασαν στη διπλανή αίθουσα και αφαίρεσαν πέντε σχέδια του Εντγκάρ Ντεγκά και έναν αυτοκρατορικό ασημί αετό της ναπολεόντειας Γαλλίας.

Στο τέλος πήγαν και σε μια τρίτη αίθουσα, πάντα στον ίδιο όροφο, και έκλεψαν έναν πίνακα του Μανέ. Προσπάθησαν να βγάλουν και μια σημαία του Βοναπάρτη από τον τοίχο, δεν τα κατάφεραν όμως.

Ως τις 2:45 τα ξημερώματα είχαν γίνει άφαντοι. Πήγαν μάλιστα δύο φορές στο αυτοκίνητο, ώστε να μεταφέρουν με ασφάλεια τα πολύτιμα κλοπιμαία. Το μουσείο ήταν εφοδιασμένο με αισθητήρες κίνησης, κι έτσι όλες τους οι κινήσεις καταγράφηκαν.

Οι φύλακες παρέμειναν δεμένοι και με χειροπέδες στο υπόγειο ως τις 8:15 το πρωί της επομένης, όταν έφτασε η αστυνομία. Μέσα σε 81 λεπτά, έργα τέχνης άνω των 500 εκατ. δολαρίων έκαναν φτερά.

Και 30 χρόνια μετά, παραμένουν άφαντα…

 

Οι ατελέσφορες έρευνες

 

Οι δύο ληστές κατάφεραν με το απλό σχέδιό τους να παραστήσουν τους αστυνομικούς να αφοπλίσουν και να δέσουν τους φύλακες μέσα σε 11 λεπτά από την ώρα που χτύπησαν το κουδούνι.

Το μόνο που τους ζήτησαν ήταν να παραμείνουν ήσυχοι στο υπόγειο. Τους υποσχέθηκαν μάλιστα πως αν εκτελούσαν την απλή αυτή διαταγή, τότε σε έναν χρόνο θα λάμβαναν ανταμοιβή για τη συνεργασία τους.

Μέσα σε μία ώρα, αφαίρεσαν πίνακες από τις κορνίζες τους και έσπασαν ακόμα και τις προστατευτικές γυάλινες προθήκες που έφεραν κάποιοι. Το μουσείο είχε ωστόσο πολλά ακόμα έργα τέχνης και κάποια ήταν ακόμα ακριβότερα.

Η αστυνομία ένιωσε από την πρώτη στιγμή πως η επιλογή τους δεν ήταν καθόλου τυχαία. Γιατί δεν άρπαξαν δηλαδή τον Τισιανό, το ακριβότερο έργο τέχνης του μουσείου, και πήραν τη μικρή αυτοπροσωπογραφία του Ρέμπραντ. Ή δεν ήξεραν τίποτα από τέχνη ή, αντιθέτως, ήξεραν πολύ καλά τι έπρεπε να πάρουν.

Η δουλειά τους εξάλλου παραήταν επαγγελματική. Για μέρες και μέρες ξεψάχνιζαν οι αρχές το μουσείο για ίχνη και δεν βρήκαν ποτέ και τίποτα. Η απουσία στοιχείων ήταν τρομακτική.

Το μουσείο έφτασε το 2018 την αμοιβή στα 10 εκατ. δολάρια (από τα 5 εκατ. που ήταν) «για πληροφορίες που θα καταλήξουν ευθέως στην ανάκτηση και των 13 έργων σε καλή κατάσταση».

Δίνει ακόμα και σήμερα 100.000 δολάρια μόνο για τον αετό του Βοναπάρτη. Πιστεύοντας φυσικά πως τα αστρονομικά αυτά ποσά θα έκαναν πολλά στόματα να ανοίξουν. Κι όμως!

Παρά τις κάποιες φορές υποσχόμενες έρευνες των ομοσπονδιακών, η ληστεία στο μουσείο Gardner παραμένει ανεξιχνίαστη. FBI και γενική εισαγγελία των ΗΠΑ αναζητούν ακόμα στοιχεία για τη διαλεύκανση της υπόθεσης, αν και πλέον το πράγμα έγινε ακόμα πιο δύσκολο.

Και εξηγούμαστε…

 

Ο μαφιόζος Γουάιτι Μπάλτζερ και ο «σύνδεσμος»

 

Μπορεί οι έρευνες να μην απέδωσαν καρπούς ήδη από το 1990, στα επόμενα ωστόσο χρόνια το FBI είχε φτάσει κοντά σε μια τοπική σπείρα κακοποιών με στενούς δεσμούς με τη Μαφία. Και Μαφία στη Βοστόνη και τη Μασαχουσέτη σήμαινε άλλοτε ένα πράγμα: Γουάιτι Μπάλτζερ.

«Αν αυτοί οι πίνακες δεν εντοπιστούν, και ελπίζω να μη συμβεί κάτι τέτοιο, αυτό δεν θα είναι λόγω έλλειψης προσπαθειών από το FBI, το μουσείο και τη γενική εισαγγελία», είχε δηλώσει όλο νόημα ο πράκτορας του FBI, Geoff Kelly, που ηγούνταν της 12χρονης έρευνας.

Το FBI είπε ότι ξεψάχνισε τον «νονό» της Βοστόνης, αλλά και τον ΙΡΑ, που είχε συνδέσμους στη Βοστόνη, αλλά δεν προέκυψε τίποτα εναντίον τους.

Οι ομοσπονδιακοί πίστεψαν όμως αρκετές φορές πως έφτασαν κοντά στην εξιχνίαση της υπόθεσης, μιλώντας σταθερά για τη Μαφία της πόλης και τα πλοκάμια της.

Κάποια στιγμή οι ομοσπονδιακοί θεώρησαν πως είχαν εντοπίσει τους κλεμμένους πίνακες σε δύο πιθανές περιοχές (Κονέκτικατ ή Φιλαδέλφεια) και έδιναν δική τους αμοιβή για περισσότερες πληροφορίες.

Το 2013 μάλιστα εμφανίστηκαν εξαιρετικά σίγουροι για την ταυτότητα των ληστών. Ποιοι ήταν; Δεν μάθαμε ποτέ, καθώς το FBI είπε πως είχαν πεθάνει και το αδίκημα είχε παραγραφεί από το 1995!

Οι έρευνες δεν σταμάτησαν ωστόσο, γιατί ναι μεν κανείς δεν θα την πλήρωνε για τη ληστεία, τα έργα παρέμεναν ωστόσο άφαντα. Και το μουσείο τα ήθελε διακαώς. Η ανεύρεσή τους ήταν πια θέμα τιμής για το FBΙ.

Στα 30 αυτά χρόνια έχουν ανακριθεί είναι η αλήθεια ένας απίστευτος αριθμός ανθρώπων. Από απλοί επισκέπτες του μουσείου στις μέρες πριν από τη ληστεία μέχρι σεσημασμένοι κλέφτες έργων τέχνης, γκάγκστερ, ακόμα και μικροκακοποιοί.

Το μόνο στοιχείο που απέμεινε κάποια στιγμή στους ομοσπονδιακούς πράκτορες ήταν ένας ηλικιωμένος μαφιόζος της Βοστόνης. Ο Robert Gentile ήταν στη φυλακή για μια υπόθεση όπλων και οι αρχές τον είχαν στριμώξει.

Επισήμως ο Gentile ήταν ένας πωλητής μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που τον είχαν βουτήξει το 2018 για οπλοκατοχή και έφαγε 54 μήνες. Ο «νονός» έλεγε μάλιστα πως η υπόθεση ήταν στημένη από το FBI για να μιλήσει για τη ληστεία του μουσείου. Τον απειλούσαν χρόνια είπε με φυλακή αν δεν άνοιγε το στόμα του, τουλάχιστον από το 2010.

Ο ίδιος έλεγε και εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι δεν γνωρίζει τίποτα. Η χήρα ωστόσο του στενότερου συνεργάτη του, επίσης διαβόητου μαφιόζου της Βοστόνης, Robert Guarente, είχε ομολογήσει στους πράκτορες ότι είχε δει με τα μάτια της τον σύζυγό της να δίνει στον Gentile έναν από τους κλεμμένους πίνακες.

Το FBI πιστεύει πως ο Guarente είχε πάρει τους πίνακες από τους ίδιους τους κλέφτες, χωρίς μεσάζοντες.

Οι πράκτορες έψαξαν το 2012 σημεία που συνδέονταν με τους δύο κακοποιούς και βρήκαν «ενοχοποιητικά στοιχεία» για τον Gentile στο σπίτι του: αστυνομικά καπέλα, πλαστά σήματα, 20.000 δολάρια σε μετρητό, όπλα, αλλά και μια λίστα με τα ονόματα των κλεμμένων πινάκων και τις τιμές τους στη μαύρη αγορά.

Ο Gentile ισχυρίστηκε πως η λίστα ήταν από έναν σύνδεσμο στη Μασαχουσέτη, προκειμένου να εκμεταλλευτούν τον ντόρο με τα περίφημα κλοπιμαία μήπως και εξαπατήσουν κάναν αφελή συλλέκτη.

Ο ανιχνευτής ψεύδους ωστόσο κατέληξε πως υπάρχει… 99,9% πιθανότατα να ψεύδεται ο Gentile για την αθωότητά του. Ο χρόνος που πέρασε ωστόσο στη φυλακή δεν απέδωσε καρπούς και ο κακοποιός αποφυλακίστηκε τον Μάρτιο του 2019 λόγω καλής διαγωγής, εκτίοντας 35 μήνες από την ποινή του.

Ίσως ήταν η τελευταία ευκαιρία να μάθει κάτι για την υπόθεση το FBI, καθώς όλος αυτός ο πυκνός ιστός από υπόπτους, συνδέσμους, θεωρίες, ακόμα και βεβαιότητες, δεν έβγαλε ποτέ λαβράκι.

Το μόνο που έχει μείνει από τη θρασύτατη ληστεία, τη μεγαλύτερη κλοπή έργων τέχνης από ιδιώτη, είναι αυτές οι αδειανές κορνίζες στους τοίχους του μουσείου, ως μια διαχρονική λες υπενθύμιση για το κακό που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος…

newsbeast.gr

Πηγή