Οι μεταφορές, το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον κλάδο των τροφίμων
Ποικίλες παρενέργειες έχει η εξάπλωση του κορωνοϊού στη βιομηχανία τροφίμων στην Ελλάδα, με ορισμένους υποκλάδους αυτής να γνωρίζουν αιφνιδίως κατακόρυφη αύξηση των πωλήσεών τους, όπως είναι των ζυμαρικών, των οσπρίων, των προϊόντων ατομικής υγιεινής και των καθαριστικών σπιτιού, και άλλους να βρίσκονται αντιμέτωποι με πτώση των πωλήσεων ακόμη και κατά 80%, όπως ο κλάδος της παραγωγής κρεατοσκευασμάτων, ή οι κλάδοι των αλκοολούχων ποτών και αναψυκτικών, λόγω της ισχυρής εξάρτησής τους από το κανάλι της εστίασης και των ξενοδοχείων (HORECA). To πρόβλημα, πάντως, που αντιμετωπίζουν όλες οι επιχειρήσεις του κλάδου εστιάζεται στις μεταφορές, καθώς έχει διαταραχθεί πλήρως η ροή της εφοδιαστικής αλυσίδας και τα δρομολόγια στις οδικές εμπορευματικές μεταφορές.
Σύμφωνα με όσα ανέφεραν στην «Κ» στελέχη της βιομηχανίας τροφίμων, ο κλάδος αντιμετωπίζει το εξής πρόβλημα: τα φορτηγά που πραγματοποιούν τις μεταφορές των προϊόντων είχαν προγραμματίσει τα δρομολόγιά τους προ κορωνοϊού έτσι ώστε να μην κάνουν δρομολόγια χωρίς εμπορεύματα. Τώρα λόγω της μειωμένης παραγωγής κάποιων εταιρειών, σε κάποια δρομολόγια ενδεχομένως τα φορτηγά να επιστρέφουν χωρίς προϊόντα. «Το ευτυχές σενάριο είναι να πληρώνουμε ένα μεγαλύτερο ποσό για τη μεταφορά των προϊόντων μας. Υπάρχουν, όμως, και περιπτώσεις που ο μεταφορέας δεν πραγματοποιεί το δρομολόγιο. Και η ζημιά είναι μεγάλη, ειδικά όταν πρόκειται για προϊόντα ψυγείου και γενικά για ευαλλοίωτα τρόφιμα», επισημαίνει με νόημα επικεφαλής κορυφαίας γαλακτοβιομηχανίας.
Ενα άλλο σημαντικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι βιομηχανίες τροφίμων, αρκετές εκ των οποίων έχουν οδηγηθεί σε αύξηση της παραγωγικής τους δραστηριότητας για να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες, είναι ότι δεν αποστέλλουν οι εταιρείες –ούτε καν οι Ελληνες κατασκευαστές– τεχνικούς σε περίπτωση που απαιτείται επισκευή σε μηχανολογικό εξοπλισμό.
Η «βουτιά» στην εστίαση
Στον αντίποδα, βεβαίως, βρίσκονται βιομηχανίες τροφίμων που το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής τους τροφοδοτεί τη μαζική εστίαση, η οποία επί της ουσίας δεν λειτουργεί. Η Megas Yeeros, η οποία έχει ως κύριους πελάτες τα ψητοπωλεία, ενώ «έτρεχε» με ρυθμό ανάπτυξης 20% το πρώτο δίμηνο του 2020, τον Μάρτιο οι πωλήσεις της υποχώρησαν κατά 30%. Η εταιρεία σε μια προσπάθεια να αντισταθμίσει απώλειες αναμένεται να ενισχύσει την παρουσία της στο κανάλι της λιανικής και μάλιστα ακόμη και στη μικρή λιανική (μίνι μάρκετ).
Η εταιρεία «Βενέτης», τα προϊόντα της οποίας αφορούν κυρίως το δίκτυο εστίασης, έχει αναστείλει κατά 80% την παραγωγική δραστηριότητα των μονάδων της σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, οι οποίες διατηρούν αυτή την περιορισμένη λειτουργία με αποκλειστικό αντικείμενο την παραγωγή ψωμιού.
Οσες δε έχουν μικρή δραστηριότητα στην εστίαση, έχουν υπεραντισταθμίσει τις όποιες απώλειες του Μαρτίου και του Απριλίου, λόγω των πολύ αυξημένων πωλήσεων στο κανάλι της λιανικής.
Ελλείψεις ειδικά σε βασικά προϊόντα –για την ώρα τουλάχιστον– δεν καταγράφονται. Οπως, άλλωστε, σημειώνουν παράγοντες τόσο της βιομηχανίας τροφίμων όσο και των σούπερ μάρκετ, υπάρχουν κάποιοι δευτερεύοντες κωδικοί σε έλλειψη, καθώς οι βιομηχανίες επιλέγουν να κρατήσουν στις γραμμές παραγωγής τους βασικούς κωδικούς.
Στα αξιοπερίεργα του κορωνοϊού είναι ότι η Ελλάδα εξάγει ζυμαρικά στην…Ιταλία. Συγκεκριμένα, λόγω του διπλασιασμού της ζήτησης στη γείτονα και των ελλείψεων σε προσωπικό που έχει προκαλέσει η δραματική εξάπλωση του COVID-19, το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της Barilla Hellas (θυγατρικής στην Ελλάδα του γνωστού ιταλικού κολοσσού τροφίμων) αποστέλλεται στην Ιταλία και δεν κατευθύνεται στα ελληνικά σούπερ μάρκετ. Ανησυχία, πάντως, επικρατεί στη βιομηχανία –ακόμη και στους υποκλάδους που έχουν αυξημένες πωλήσεις– στην περίπτωση που επιβληθούν περιορισμοί εξαγωγών από άλλες χώρες σε πρώτες ύλες. Οι ζωοτροφές αποτελούν πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, διότι μπορούν να προκαλέσουν ντόμινο ελλείψεων σε πολλούς υποκλάδους της βιομηχανίας τροφίμων.