Η πανδημία άλλαξε τις εργασιακές συνθήκες στον ιδιωτικό τομέα
Σύμφωνα με την έρευνα της ΓΣΕΕ, 4 στους 10 μισθωτούς δηλώνουν ότι δεν νιώθουν ασφάλεια για τη διατήρηση της θέσης εργασίας τους.
Αλλαγή στη σχέση εργασίας επέφερε για έναν στους τρεις εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα η πανδημία COVID-19, καθώς ακόμη και μετά τη σταδιακή άρση του lockdown περίπου το 19% συνεχίζει να εργάζεται με τηλεργασία και το 14% με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση. Ειδική έρευνα κοινής γνώμης που διεξήγαγε η ΓΣΕΕ σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εργασίας (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ) καταγράφει τις αλλαγές που επέφερε στον κόσμο της εργασίας η υγειονομική κρίση και τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των συνεπειών της και επισημαίνει την ανασφάλεια που επικρατεί για το μέλλον. Είναι χαρακτηριστικό ότι περίπου 4 στους 10 μισθωτούς δηλώνουν ότι δεν νιώθουν ασφάλεια για τη διατήρηση της θέσης εργασίας τους, ενώ 6 στους 10 δεν περιμένουν κάποια θετική εξέλιξη στον μισθό τους.
Η ΓΣΕΕ χτυπάει το καμπανάκι του κινδύνου, τονίζει πως οι εργαζόμενοι χρειάζονται επιπλέον υποστήριξη και υπογραμμίζει πως οι σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας θα εντείνονται όσο επιλέγονται η ημιαπασχόληση, η εργασιακή ευελιξία και οι μειωμένες αμοιβές ως μέσα αύξησης της ανταγωνιστικότητας και καταπολέμησης της ανεργίας.
Η έρευνα διεξήχθη την περίοδο 9-14 Ιουνίου αποκλειστικά σε εργαζομένους ιδιωτικού τομέα, για την καταγραφή – μέτρηση και συγκριτική αποτίμηση δεικτών κλίματος αναφορικά με την αισιοδοξία, την επαγγελματική προοπτική, την εξέλιξη των αμοιβών και την ασφάλεια της θέσης εργασίας. Ειδικά, για τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο διερευνήθηκαν οι μεταβολές της σχέσης εργασίας μετά την πανδημία, η σχέση της τηλεργασίας με τον χρόνο εργασίας καθώς και η εργασία στην περίοδο της αναστολής σύμβασης, με στόχο τη διερεύνηση της υφιστάμενης κατάστασης και των μεσοπρόθεσμων τάσεων και εξελίξεων στην αγορά εργασίας σε μια κρίσιμη στιγμή. Η έρευνα ήταν ποσοτική, πραγματοποιήθηκε με τηλεφωνικές συνεντεύξεις και με τυχαία, στρωματοποιημένη δειγματοληψία σε 1.500 άτομα ηλικίας άνω των 17 ετών σε όλη την Ελλάδα. Τα ευρήματα είναι αποκαλυπτικά τόσο για την απαισιοδοξία που διαμορφώνεται στους Ελληνες εργαζομένους όσο και για τις αυθαίρετες πρακτικές των εργοδοτών στην περίοδο της καραντίνας.
Πιο συγκεκριμένα, στα βασικά ευρήματα συμπεριλαμβάνονται:
• Το 33% των εργαζομένων δήλωσε ότι έχει μεταβληθεί η σχέση εργασίας τους μετά την πανδημία.
• Το 19% των εργαζομένων δήλωσε ότι μετά την πανδημία συνεχίζει να εργάζεται με τηλεργασία και το 14% με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση.
• Κατά το διάστημα της τηλεργασίας, το 35% των απασχολουμένων που εργαζόταν με αυτή τη μορφή δήλωσε ότι εργαζόταν περισσότερο χρόνο σε σχέση με το ωράριό του.
• Το 18% των εργαζομένων δήλωσε ότι κατά το διάστημα που η σύμβασή του ήταν σε αναστολή ο εργοδότης του ζητούσε να εργαστεί.
• Περίπου 4 στους 10 εργαζομένους (39%) δηλώνουν ότι δεν νιώθουν ασφάλεια διατήρησης της θέσης εργασίας του. Σημειώνεται ότι ο δείκτης ασφάλειας της απασχόλησης από τον Μάρτιο του 2020 έχει επιδεινωθεί κατά 17 μονάδες, γεγονός που αναδεικνύει περαιτέρω τη μεγάλη ανασφάλεια και αβεβαιότητα που επικρατεί στην αγορά εργασίας και στους εργαζομένους.
• Περίπου 6 στους 10 εργαζομένους (59%) δεν αναμένουν κάποια θετική εξέλιξη στον μισθό τους, επιβεβαιώνοντας την έλλειψη αισιοδοξίας τους για την εξέλιξη των αμοιβών τους. Ο δείκτης εξέλιξης των αμοιβών έχει επιδεινωθεί κατά 12 μονάδες από τον Μάρτιο 2020.
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ απαιτείται η πλήρης επαναφορά και ενεργοποίηση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, του κοινωνικού διαλόγου και η διαμόρφωση ενός πλέγματος ουσιαστικής ενίσχυσης και προστασίας της εργασίας. Ειδικά δε, για την τηλεργασία, η συνομοσπονδία επισημαίνει πως χρειάζεται η ανάπτυξη θεσμικού πλαισίου ρύθμισης της τηλεργασίας έπειτα από εξειδικευμένο κοινωνικό διάλογο, με στόχο την αποτύπωση και ανάδειξη των θετικών και των «γκρίζων» περιοχών της πριν μετατραπεί από ευκαιρία σε ακόμη μια αρνητική παράμετρο για την εργασία.