Η πιο καταραμένη ταινία του Χόλιγουντ, το φιλμ που έβαλε λουκέτο σε ένα από τα μεγαλύτερα στούντιο
Στις 5:45 τα ξημερώματα της 21ης Νοεμβρίου 1980, ο μισοκοιμισμένος νυχτοφύλακας στο στούντιο της United Artists πετάχτηκε από την καρέκλα του από κείνους τους προβολείς που τον τύφλωσαν ξαφνικά.
Πριν το αμάξι φτάσει στο φυλάκιό του, πρόλαβε να επικοινωνήσει με τον συνάδελφό του στην άλλη άκρη της περίφραξης: «Τι συμβαίνει;», ρώτησε. Όταν άκουσε την απάντηση, έτρεξε να ανοίξει την πύλη και να προϋπαντήσει το αυτοκίνητο.
Μέσα του ήταν το τρομερό παιδί του στούντιο, ο 38χρονος Μάικλ Τσιμίνο, ο οποίος ερχόταν από τα αξημέρωτα για δουλειά. Δίπλα του υπήρχαν μερικές μπομπίνες από το ολοκαίνουριο γουέστερν του των 3,5 ωρών, την «Πύλη της Δύσης». Τεσσάρων ωρών, σωστότερα, μόνο που είχε κοπεί τελικά ένα μισάωρο μπας και βγει στις αίθουσες.
Κι όμως, το φιλμ των 44 εκατ. δολαρίων (ένα ποσό αδιανόητο για το 1980!) είχε πεταχτεί από τους σινεμάδες της Αμερικής με τις κλοτσιές μόλις δύο μέρες πρωτύτερα, καθώς οι κριτικοί είχαν χύσει όλη τη χολή τους. Και το κοινό το είχε αγνοήσει επιδεικτικά.
Μέχρι τις 6:00 το πρωί, ο Τσιμίνο και η ομάδα του, μεταξύ των οποίων και αυτοί που είχαν μοντάρει την πρόσφατη επιτυχία του, τον αριστουργηματικό «Ελαφοκυνηγό» (1978), είχαν σηκώσει τα μανίκια για να πετσοκόψουν το νέο φιλμ σε μια δίωρη έκδοση που θα μπορούσε ίσως να βρει διανομή.
Σε λιγότερο από μία βδομάδα, το φιλμ θα είχε μετατραπεί σε μια δημιουργική Κόλαση για τον Τσιμίνο και το Καθαρτήριο το ίδιο για τη United Artists. Αλλά και την οριστική ταφόπλακα του λεγόμενου «Νέου Χόλιγουντ»!
Και η αλήθεια είναι πως η United Artists είχε επενδύσει πολλά στο επικό γουέστερν, με τα στελέχη της να το χαρακτηρίζουν τίποτα λιγότερο από τη «νέα ‘‘Γέννηση ενός έθνους’’» ή το «σύγχρονο ‘‘Όσα παίρνει ο άνεμος’’». Με τη δεύτερη ταινία συγγένευε βέβαια περισσότερο, καθώς θα την έπαιρνε πράγματι ο άνεμος!
Η «Πύλη της Δύσης» έκανε τη δημοσιογραφική της πρεμιέρα στη Νέα Υόρκη την Τρίτη, 18 Νοεμβρίου, την επομένη την έθαψαν όλοι οι κριτικοί που παρέστησαν στην προβολή και το στούντιο την απέσυρε από τους κινηματογράφους δυο μέρες μετά.
Οι εταιρίες διανομής έπρεπε τώρα όχι μόνο να αποζημιώσουν όσους είχαν κλείσει προκαταβολικά τα εισιτήριά τους σε Νέα Υόρκη, Λος Άντζελες και Τορόντο, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό 100.000 δολαρίων δηλαδή, αλλά και να βρουν τι στο καλό να παίξουν στη θέση της.
Η United Artists είχε δαπανήσει κι άλλα 10 εκατομμύρια σε προωθητικές ενέργειες για το φιλμ, τόσο πολύ το πίστευε. Δεν ήταν 10, ήταν 15 τελικά τα εκατομμύρια. Την ίδια στιγμή, η Liberty Records είχε ήδη διανείμει 500.000 αντίτυπα από το soundtrack της ταινίας, τα οποία ήταν διαθέσιμα μεν στα δισκάδικα, η ταινία όμως άφαντη.
Και τα χειρότερα δεν είχαν καν καταφτάσει…
Η παροιμιώδης μεγαλομανία του Τσιμίνο
Κάπου 2,5 ώρες μετά την έναρξη του έπους, ένας όχλος κατοίκων ορμά στο δωμάτιο του ημιλιπόθυμου από το μεθύσι ομοσπονδιακού αστυνομικού (Κρις Κριστόφερσον). Ξαφνιασμένος αυτός, κλοτσά τον έναν μακριά και απομακρύνει τους άλλους με το μαστίγιό του.
Μια σύντομη και απλή σκηνή δηλαδή την οποία ο τελειομανής σκηνοθέτης γύρισε… 52 φορές! «Ήταν το μόνο που γυρίσαμε εκείνη τη μέρα», παραπονιόταν η ενδυματολόγος Sandra Jordan στο περίφημο ντοκιμαντέρ για τα γυρίσματα της «Πύλης της Δύσης», «και έτσι πήγαινε το πράμα, πήγαινε και πήγαινε και πήγαινε».
Ανοσιούργημα το είπαν, μίασμα το είπαν και τέτοια πράγματα, διατηρώντας σταθερά τη φήμη της πιο μισητής ταινίας σε ολόκληρο το Χόλιγουντ. Όσα εκτυλίχθηκαν στα γυρίσματα ανήκουν σήμερα στη σφαίρα του θρύλου και η αλήθεια είναι πως δεν είναι πλέον εύκολο να ξεδιαλύνεις τα γεγονότα από την υπερβολή.
Ο προϋπολογισμός ξέφυγε από κάθε έννοια ελέγχου, τα στελέχη του στούντιο τραβούσαν τα μαλλιά τους, οι καλλιτεχνικές κόντρες και τα παραφουσκωμένα εγώ των συντελεστών έμειναν επίσης παροιμιώδη, όπως και η ανεξέλεγκτη φιλοδοξία όλων.
Ο Τσιμίνο, το παιδί-θαύμα της United Artists, είχε τιμηθεί μόλις με Όσκαρ Σκηνοθεσίας για τον «Ελαφοκυνηγό» των 5 αγαλματιδίων (μεταξύ αυτών και Καλύτερης Ταινίας) και είχε καταφύγει στην ύβρη της αλαζονείας. Είχε πλέον στα χέρια του το χρυσό εισιτήριο του μεγάλου budget και της απόλυτης δημιουργικής ελευθερίας.
Το προσχέδιο της «Πύλης της Δύσης» το είχε έτοιμο από το 1971, τώρα όμως, που ήταν το πιο καυτό όνομα του αμερικανικού σινεμά, πήρε και το πολυπόθητο «ναι». «Ναι» στην Ιζαμπέλ Ιπέρ, έπειτα από ομηρικό καυγά, «ναι» στα 12 εκατ. του προϋπολογισμού, «ναι» σε όλα.
Τα γυρίσματα ξεκινούν τον Απρίλιο του 1979 με ούριο άνεμο, μόνο που μετατρέπονται σε σωστή τραγωδία. Το συνεργείο σερνόταν για έναν ολόκληρο χρόνο μπας και τελειώσουν επιτέλους τα πλάνα, μιας και ο Τσιμίνο βεντέτιζε επικινδύνως και απαιτούσε τουλάχιστον 50 λήψεις για κάθε πλάνο!
Αποτέλεσμα; Την έκτη μέρα των γυρισμάτων, η παραγωγή είχε μείνει στο πρόγραμμα κατά… 5 μέρες. Ακόμα και στους κομπάρσους ήθελε να έχει τον τελευταίο λόγο, επιλέγοντας τι θα φορούν όλοι αυτοί οι εκατοντάδες ανώνυμοι παρατρεχάμενοι του φόντου.
Η μεγαλομανία του τον έφτασε να ζητήσει να ξαναστηθεί ο κεντρικός δρόμος του οικισμού, γιατί οι αποστάσεις των δύο πλευρών δεν ήταν συμμετρικές. Και σίγουρα όχι αυτές που είχε υποδείξει. «Δεν μοιάζει σωστός», είπε απλά.
Ακόμα κι ένα δέντρο έκοψαν κομμάτια και μετέφεραν στην αυλή της αποφοίτησης, την ίδια ώρα που έφτιαξαν ένα τεράστιο σύστημα ύδρευσης κάτω από τη γη που γυρίζονταν οι σκηνές μάχης, ώστε να παραμένει πράσινο το χορτάρι και να κάνει αντίθεση με τα χρώματα των ρούχων.
Έναν χρόνο μετά, το κόστος είχε σχεδόν τετραπλασιαστεί από το προβλεπόμενο και κανείς δεν μιλούσε πια με κανέναν. Τέτοιες ήταν οι εμμονές του Τσιμίνο για την εικονοκλαστική τελειότητα που ήθελε να πετύχει. Πάνω από 200.000 δολάρια στοίχιζε η μέρα των γυρισμάτων για το στούντιο.
Ο θρύλος λέει πως ο Τσιμίνο είχε ακούσει ότι ο Φράνσις Φορντ Κόπολα στην «Αποκάλυψη τώρα» (1979) είχε φτάσει σε μήκος φιλμ για εγγεγραμμένο υλικό τα 300 χιλιόμετρα (300.000 μέτρα φιλμ!) και αποφάσισε να τον ξεπεράσει. Και τα κατάφερε, με το συνολικό μήκος του σελιλόιντ για την «Πύλη της Δύσης» να αποκρυσταλλώνεται στα 400 χιλιόμετρα! Κοντά στις 220 ώρες υλικού δηλαδή.
Ο θρύλος θέλει επίσης ένα καλό ποσοστό του budget να πηγαίνει σε ναρκωτικά για το ταλαιπωρημένο συνεργείο! Στο αποκαλυπτικό βιβλίο του «The Final Cut», ο τότε παραγωγός της United Artists, Στίβεν Μπαχ, ισχυρίστηκε ότι τα μισά λεφτά πήγαν σε ναρκωτικές ουσίες.
Εκατοντάδες άτομα σέρνονταν στα βοσκοτόπια της Μοντάνα για να κάνουν τις σκηνές τους και περίμεναν βδομάδες και βδομάδες εκεί πάνω για μερικά πλάνα. Η εμπειρία, όπως τη χαρακτήρισε επιδέξια το πρακτορείο Associated Press, ήταν «ταυτοχρόνως εξαιρετικά βαρετή και απόλυτα διασκεδαστική», εννοώντας τα καθημερινά πάρτι που στήνονταν και τις μασκαράτες του Κριστόφερσον και του Τζεφ Μπρίτζες για να σκοτώσουν τον χρόνο τους.
Δηλωτικό της καθυστέρησης ήταν και το γεγονός πως ο Τζον Χαρτ το έσκασε από τα γυρίσματα, πήγε και γύρισε τον «Άνθρωπο ελέφαντα» του Ντέιβιντ Λιντς, επέστρεψε στη Μοντάνα και ο Τσιμίνο δεν πήρε καν χαμπάρι πως έλειπε τόσο καιρό!
«Αγιατολάχ» αποκαλούσαν οι συντελεστές τον Τσιμίνο πίσω από την πλάτη του, με τη μεγαλομανία του να θυμίζει τους δεσποτικούς σκηνοθέτες του παλιού Χόλιγουντ. Ο σκηνοθέτης καταστρατήγησε κάθε κανόνα καλής συμπεριφοράς στο γύρισμα, φερόταν απαίσια σε όλους και όσα του καταμαρτύρησε ο επίσης οσκαρικός μοντέρ του Γουίλιαμ Ρέινολντς, που κλείστηκε για μήνες μαζί του στη μονταζιέρα, είναι επίσης θρυλικά.
Η United Artists σκεφτόταν να τον απολύσει, αντικαθιστώντας τον με τον Νόρμαν Τζούισον. Σκεφτόταν ακόμα και να κλείσει την κάνουλα των εκατομμυρίων, αφήνοντας την ταινία στη μέση. Δεν έκανε τίποτα από αυτά και είδε κάποια στιγμή το χρυσό της παιδί να της παρουσιάζει μια πρώτη εκδοχή του φιλμ διάρκειας… 5,5 ωρών!
Μετά κόπων και βασάνων, ο Τσιμίνο πετσόκοψε το φιλμ στις 3,5 ώρες (219 λεπτά, για να είμαστε ακριβείς). Και μετά ήρθε η παταγώδης αποτυχία της πρεμιέρας, η ολοκληρωτική καταστροφή…
Το λουκέτο της United Artists
Με 44 εκατ. προϋπολογισμό (πάνω από 115 εκατ. δολάρια σε σημερινές τιμές) και άλλα 15 εκατ. σε διαφήμιση, η «Πύλη της Δύσης» γονάτισε τη United Artists. Περίμενε πως θα τα έβγαζε τα λεφτά της, η ταινία έφερε ωστόσο πίσω μόλις 3,5 εκατ. δολάρια!
Και δεν ήταν μόνο η οικονομική καταστροφή, αλλά και όλη αυτή η αρνητική δημοσιότητα που κατέστρεψε τη φήμη του ιστορικού στούντιο που είχαν ιδρύσει το 1919 ονόματα όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν, η Μέρι Πίκφορντ, ο Ντάγκλας Φέρμπανκς και ο κινηματογραφιστής της «Γέννησης ενός έθνους» (1915) και της «Μισαλλοδοξίας» (1916) Ντέιβιντ Γκρίφιθ.
Η μητρική εταιρία Transamerica Corporation έβγαζε καπνούς από τα αυτιά και αποφάσισε να σταματήσει την εμπλοκή της με την παραγωγή ταινιών. Πούλησε άρον-άρον το 1981 και όσο-όσο (350 εκατ. δολάρια) τη United Artists σε έναν από τους μεγάλους ανταγωνιστές της, τη Metro-Goldwyn-Mayer, η οποία το πρώτο που έκανε όταν την απέκτησε θα ήταν και το τελευταίο: της έβαλε οριστικό λουκέτο!
Την ίδια ώρα, ο Τσιμίνο δεν κατέστρεψε μόνο οικονομικά ένα από τα κορυφαία στούντιο του Χόλιγουντ, αλλά και το ίδιο το αποκαλούμενο «Νέο Χόλιγουντ», το λαμπρό αμερικανικό σινεμά του δημιουργού που μεσουράνησε δηλαδή στη δεκαετία του 1970 και απέδωσε μια σειρά από τις ταινίες-σταθμούς της αμερικανικής κινηματογραφίας.
Η ελευθερία που είχαν δώσει τα στούντιο στους σκηνοθέτες στα 70s, παραδίδοντας ουσιαστικά τα σκήπτρα σε νέους δημιουργούς για να κάνουν μεγάλο σινεμά, ήταν πια παρελθόν.
Το Χόλιγουντ επανήλθε στα προηγούμενα πρότυπα του αποκλειστικού, δεσποτικού, ελέγχου στις παραγωγές. Όσο για τον Τσιμίνο, ήταν η αρχή του τέλους για την καριέρα ενός πολλά υποσχόμενου σκηνοθέτη, που τώρα ήταν αποδιοπομπαίος τράγος και παράδειγμα προς αποφυγή. Του πήρε 5 χρόνια να ξανακάνει ταινία και όταν την έκανε, ήταν αναγκαστικά χαμηλού προϋπολογισμού.
Το τραγικό της όλης ιστορίας; Πως η «Πύλη της Δύσης» είναι μια πραγματικά καλή ταινία! Το γουέστερν του αποτέλεσε προνομιακό πεδίο για την κινηματογραφική αποκάλυψη της πάλης των τάξεων και αυτό ήταν ίσως που ξένισε τόσο κοινό και κριτικούς. Οι πλούσιοι ντόπιοι κτηνοτρόφοι και τσιφλικάδες και τα όσα δολοφονικά έκαναν δηλαδή στους νεοφερμένους ευρωπαίους μετανάστες που κατέφταναν μαζικά στον Νέο Κόσμο.
Σήμερα η κριτική έχει αποκαταστήσει το καταραμένο φιλμ και το αντιμετωπίζει ούτε λίγο ούτε πολύ ως παραγνωρισμένο αριστούργημα. Ή ως την πιο μαρξιστική ταινία που έκανε ποτέ το Χόλιγουντ!