Οι συνεπείς πελάτες φεύγουν, οι εισπράξεις της ΔΕΗ μειώνονται

Σε μείζον πρόβλημα για τα οικονομικά της ΔΕΗ και την εξυπηρέτηση των ταμειακών αναγκών της εξελίσσεται η εισπραξιμότητα των λογαριασμών ρεύματος από τους πελάτες της. Η επιδείνωση του ρυθμού είσπραξης οφειλών ξεκίνησε πολύ νωρίτερα από το lockdown του Μαρτίου, που σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας Γιώργου Στάσση προς το διοικητικό συμβούλιο (25ης Ιουνίου), αύξησε τις καθυστερήσεις πληρωμής λογαριασμών κατά 20%.

Τα μηνιαία στοιχεία τιμολόγησης και εισπράξεων από λογαριασμούς ρεύματος δείχνουν επιδείνωση από τον Σεπτέμβριο του 2019, μήνα-σταθμό στην πορεία εξυγίανσης της εταιρείας, αφού τέθηκε σε εφαρμογή το πρώτο πακέτο κυβερνητικών μέτρων για τη διάσωσή της. Τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η «Κ» δείχνουν ότι το διάστημα Σεπτεμβρίου 2019 – Μαρτίου 2020 σε σύγκριση με αυτό Σεπτεμβρίου 2018 – Μαρτίου 2019 (συγκρίσιμο δωδεκάμηνο) η ΔΕΗ τιμολόγησε 333 εκατ. λιγότερα και εισέπραξε 549,1 εκατ. λιγότερα. Συγκεκριμένα, από τον Σεπτέμβριο του 2019 μέχρι και τον Μάρτιο του 2020, που δεν είχε διαταραχθεί ο ρυθμός των εισπράξεων από τις επιπτώσεις των κυβερνητικών μέτρων για την πανδημία, η ΔΕΗ τιμολόγησε συνολικά περί τα 3.400,2 εκατ. ευρώ και έβαλε στα ταμεία της 3.300,8  εκατ. Το αμέσως προηγούμενο συγκρίσιμο διάστημα, Σεπτέμβριος 2018 – Μάρτιος 2019, τιμολόγησε 3.737,2 εκατ. ευρώ και εισέπραξε 3.849,9 εκατ. που περιλαμβάνουν και ποσά που προέρχονταν από προηγούμενες οφειλές (δόσεις από διακανονισμούς). Η εμφανής επιδείνωση της εισπραξιμότητας στην πραγματικότητα είναι ακόμη μεγαλύτερη, δεδομένου ότι το διάστημα από τον Σεπτέμβριο του 2019 και μετά είχαν περάσει στα τιμολόγια της ΔΕΗ αυξήσεις της τάξης του 16,4% έως 19,4%, οι οποίες, όπως έχει δεσμευθεί ο υπουργός Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης, αντισταθμίστηκαν πλήρως από τη μείωση του ΦΠΑ και του ΕΤΜΕΑΡ και δεν επιβάρυναν τους καταναλωτές. Το υπουργείο μάλιστα είχε υπολογίσει το ταμειακό όφελος για τη ΔΕΗ από την αναπροσαρμογή των τιμολογίων σε ετήσια βάση στα 490 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, το ίδιο διάστημα τέθηκε σε εφαρμογή απόφαση της διοίκησης της εταιρείας για μείωση της έκπτωσης συνέπειας από 10% σε 5%, προκειμένου να περιορίζει τις απώλειες εσόδων για την εταιρεία. 

Η αύξηση των τιμολογίων, σε συνδυασμό με τη μείωση της έκπτωσης συνέπειας και το γεγονός ότι η ΔΕΗ τιμολογεί τους οικιακούς καταναλωτές με δύο κλίμακες (μέχρι 2.000 κιλοβατώρες το τετράμηνο και άνω των 2.000 κιλοβατωρών το τετράμηνο), φαίνεται ότι προκάλεσε κύμα εξόδου πελατών με μεγάλες καταναλώσεις προς τους ιδιώτες παρόχους, που το ίδιο διάστημα ενίσχυσαν τις διαφημιστικές τους καμπάνιες με προσφορές και εκπτώσεις. Οι μεγάλες καταναλώσεις θα πρέπει να σημειωθεί ότι επιβαρύνονται από την κλίμακα τιμολόγησης της ΔΕΗ. Μέχρι 2.000 κιλοβατώρες η κατανάλωση χρεώνεται με 0,11058 ευρώ ανά κιλοβατώρα και από 2.000 κιλοβατώρες και πάνω 0,11936 ευρώ ανά κιλοβατώρα. Οταν όμως η κατανάλωση ξεπεράσει τις 2.000 κιλοβατώρες, η ΔΕΗ χρεώνει από την πρώτη κιλοβατώρα τη χρέωση της δεύτερης κλίμακας, προκαλώντας έτσι σοβαρή επιβάρυνση για τους καταναλωτές την οποία αντιστάθμιζε ή και υπερκάλυπτε η έκπτωση συνέπειας του 10%.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τον Σεπτέμβριο το μερίδιο της ΔΕΗ κατέγραψε μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις σε μηνιαία βάση, της τάξης του 2,5%, υποχωρώντας στο 71,77% από 74,18% τον Αύγουστο. Μέχρι και τον Μάιο του 2020 το μερίδιο της ΔΕΗ υποχώρησε στο 66,27%. Το μεγάλο πρόβλημα για τη ΔΕΗ είναι ότι μεταναστεύουν προς τους ανταγωνιστές της οι καλές κατηγορίες πελατών, μεγάλοι και συνεπείς καταναλωτές, και αυτό αντανακλάται στα στοιχεία της μηνιαίας τιμολόγησης και εισπραξιμότητας της εταιρείας. Ο ρυθμός εισπραξιμότητας επιβραδύνθηκε περαιτέρω από τον Μάρτιο και μετά, 20% σύμφωνα με τη διοίκηση της εταιρείας, η οποία έχει διατυπώσει ανησυχίες για την εξέλιξή της τους επόμενους μήνες, εκτιμώντας ότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί η επίπτωση που θα έχει η ανάσχεση της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα στη δυνατότητα των καταναλωτών να εξοφλούν τους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας. Η επιδείνωση της εισπραξιμότητας σε συνδυασμό με τις ανεξόφλητες οφειλές, ύψους 2,7 δισ. ευρώ, επιτείνει τα προβλήματα ρευστότητας της εταιρείας, που μεταφέρονται με τη μορφή ανεξόφλητων οφειλών στο σύνολο της αγοράς ηλεκτρισμού. Η ΔΕΗ προσβλέπει να βάλει στα ταμεία της περί τα 200-250 εκατ. ευρώ από την τιτλοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών ύψους 260 εκατ. ευρώ από 4,5 εκατ. πελάτες της, που αφορούν λογαριασμούς ρεύματος που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμοι για χρονική περίοδο μικρότερη των 60 ημερών, η οποία ανατέθηκε στην JP Morgan.   

kathimerini.gr