Είκοσι χιλιάδες παλλακίδες και 100.000 ευνούχοι: Η ιστορία ενός αυτοκρατορικού χαρεμιού τα είχε όλα

Η μακρινή και αχανής Κίνα παραμένει ο μεγάλος άγνωστος για τον Δυτικό, καθώς όσα γνωρίζουμε εξαντλούνται σε ένα θολό πλέγμα μύθων, θρύλων και παραδόσεων.

Η Αυτοκρατορική Κίνα ήταν όμως άλλοτε παντοδύναμη, αλλά και ένας λαμπρός πολιτισμός που δούλευε με τρόπο κάπως διαφορετικό από τις ευρωπαϊκές χώρες.

Όπως όμως και στη Γηραιά Ήπειρο, ένα από τα σημαντικότερα έργα που είχε να κάνει ο αυτοκράτορας ήταν να διασφαλίσει τη συνέχεια της δυναστείας του. Αποδίδοντας φυσικά έναν αρσενικό διάδοχο για τον θρόνο.

Και μιας και ο σκοπός ήταν τόσο σημαντικός, κανείς δεν λογάριαζε έξοδα και αριθμούς. Οι αυτοκράτορες διατηρούσαν λοιπόν έναν τρομακτικά μεγάλο αριθμό από γυναίκες. Αλλά και ένα χαρέμι με σιδηρά οργάνωση και απαράβατη ιεραρχία.

Κι ενώ οι τάξεις που απάρτιζαν το χαρέμι άλλαζαν συχνά στο διάβα των αιώνων, μια σχηματική παρουσίαση ενός αυτοκρατορικού χαρεμιού θα είχε την αυτοκράτειρα, τις συζύγους και τις παλλακίδες.

Αλλά και οι ευνούχοι ήταν αναπόσπαστο τμήμα του χαρεμιού, στις αποκλειστικές υπηρεσίες των αυτοκρατορικών γυναικών.

Μόνο που ο σχηματικός αυτός τρόπος να μιλήσεις για ένα αυτοκρατορικό χαρέμι παραείναι φτωχός για να περιγράψει το φαινόμενο στην πλήρη του έκταση…

Η οργάνωση του χαρεμιού

Στην κορυφή κάθε αυτοκρατορικού χαρεμιού της φεουδαρχικής Κίνας ήταν η αυτοκράτειρα, η «επίσημη σύζυγος» του αυτοκράτορα. Ήταν μια θέση κοινωνικά ζηλευτή, αλλά και μια φιγούρα σεβάσμια, καθώς η αυτοκράτειρα ήταν η «μητέρα του κόσμου». Οι μόνοι άνθρωποι που ήταν εξάλλου σημαντικότεροι από την ίδια ήταν ο αυτοκράτορας και η μητέρα του.

Όλοι οι άλλοι ήταν υποχρεωμένοι να ανταποκρίνονται στις διαταγές της. Πέρα από την εκάστοτε αυτοκράτειρα, υπήρχαν και οι λεγόμενες χήρες αυτοκράτειρες, μια διακριτή τάξη εντός χαρεμιού που στελεχωνόταν από αυτοκράτειρες που είχαν ζήσει περισσότερο από τους συζύγους τους.

Μια τέτοια, ας πούμε, η πλέον διάσημη όλων, ήταν η Γου Ζετιάν της δυναστείας των Τανγκ, που έμελλε να γίνει αργότερα η πρώτη και μόνη γυναίκα αυτοκράτορας της Κίνας.

Υπήρξαν πάντως ιστορικές εποχές, όπως στη δυναστεία Σανγκ (1600-1046 π.Χ.), που βασίλευαν δύο αυτοκράτειρες ταυτοχρόνως. Έκτοτε πάντως δεν ξανασυνέβη ποτέ.

Κάτω από την αυτοκράτειρα ήταν οι σύζυγοι (αυτοκρατορικοί σύζυγοι), ο αριθμός και η θέση των οποίων άλλαζε από δυναστεία σε δυναστεία, η θέση τους παρέμενε ωστόσο σημαντική πολιτικά και κοινωνικά στην αυλή, καθώς διαδραμάτιζαν κεφαλαιώδη ρόλο στη διαδοχή.

Οι δελφίνοι του θρόνου μπορούσαν να προκύψουν και από τις συζύγους και όσο μεγαλύτερη η θέση της μαμάς, τόσο πιθανότερο ήταν να αποκτήσει ο γιος το δαχτυλίδι της διαδοχής. Κατά την πρώτη δυναστεία της Αυτοκρατορικής Κίνας, τους Τσιν (221-206 π.Χ.), το χαρέμι διέθετε μία αυτοκρατορική σύζυγο, δύο ευγενείς συζύγους και τέσσερις χαμηλόβαθμες συζύγους.

Ήδη όμως από τη δυναστεία των Χαν (206 π.Χ – 220 μ.Χ.), ο περιορισμός για τον αριθμό των συζύγων εγκαταλείφθηκε και κάθε αυτοκράτορας μπορούσε να έχει όσες ήθελε.

Κάτω από τις συζύγους ήταν οι αυτοκρατορικές παλλακίδες και ο αριθμός τους ποίκιλε πολύ, ανάλογα με τον αυτοκράτορα. Σύμφωνα πάντως με το τυπικό, ο αυτοκράτορας είχε 9 υψηλόβαθμες παλλακίδες, 27 μεσαίας σπουδαιότητας και 81 χαμηλόβαθμες. Στη δυναστεία των Χαν οι αριθμοί τους έφτασαν σε τρομακτικά επίπεδα και πάνω από 20.000 γυναίκες ζούσαν τώρα στην Απαγορευμένη Πόλη.

Στα χρόνια του αυτοκράτορα Χουάν (132-168 μ.Χ.) και του αυτοκράτορα Λινγκ (168-189 μ.Χ.), δεν αποκλείεται ο αριθμός τους να σκαρφάλωσε σε ακόμα πιο τρελά νούμερα…

Πώς γινόταν η επιλογή των παλλακίδων

Παρά το γεγονός ότι η επιλογή ήταν για σειρά αιώνων θέμα του εκάστοτε αυτοκράτορα, κατά τη δυναστεία των Μινγκ (1368-1644 μ.Χ.) καθιερώθηκε ένα επίσημο σύστημα επιλογής των βασιλικών εταίρων.

Πλέον υπήρχαν στάδια επιλογής και η διαδικασία επαναλαμβανόταν κάθε τρία χρόνια μέσα στην Απαγορευμένη Πόλη. Οι υποψήφιες παλλακίδες κυμαίνονταν από τα 13-16 χρόνια και επιλεγόταν σύμφωνα με μια μεγάλη γκάμα κριτηρίων, όπως η κοινωνική θέση της οικογένειάς τους, οι αρετές τους, ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά τους, αλλά και η εξωτερική εμφάνιση φυσικά.

Προσέρχονταν στο παλάτι για τη διαδικασία επιλογής με πάσα επισημότητα, ακολουθούμενες από την οικογένεια και τον τοπικό αξιωματούχο. Όσες περνούσαν την προκριματική φάση, περνούσαν μερικές μέρες στα ανάκτορα, όπου υποβάλλονταν σε εξονυχιστικό σωματικό έλεγχο για ψεγάδια και δυσμορφίες.

Στις τελευταίες φάσεις της δυναστείας, κατά τον 17ο αιώνα, ο αυτοκράτορας έστελνε ευνούχους στα μήκη και τα πλάτη της Κίνας για να βρουν 5.000 κορίτσια ηλικίας 13-16 ετών. Και μετά άρχιζε η διαδικασία επιλογής. Την πρώτη μέρα, στήνονταν σε γραμμές των 100 γυναικών με βάση την ηλικία τους.

Χίλιες αποκλείονταν αμέσως επειδή ήταν πολύ ψηλές, πολύ κοντές, αδύνατες ή παχουλές. Τη δεύτερη μέρα έφευγαν άλλες 2.000, όσες δεν περνούσαν από τον έλεγχο που έκαναν οι ευνούχοι στο σώμα, τη φωνή και τους τρόπους.

Η τρίτη μέρα περνούσε με παρατήρηση των χεριών, των ποδιών και γενικότερα της θηλυκής χάρης. Χίλιες ακόμα θα γυρνούσαν στο σπίτι τους. Οι υπόλοιπες χίλιες υποβάλλονταν κατόπιν σε γυναικολογική εξέταση και μόλις 300 θα έμπαιναν τελικά στο παλάτι για την τελική φάση.

Έπειτα από έναν μήνα, οι 50 επικρατέστερες θα απέδιδαν τις τρεις αυτοκρατορικές παλλακίδες. Και μόλις μία θα αποσπούσε την αυτοκρατορική εύνοια.

Το αυτοκρατορικό πρωτόκολλο έφτασε μάλιστα σε κάποια φάση να ορίζει ρητώς πως ο ηγεμόνας όφειλε να έχει 123 γυναίκες κοντά του (1 αυτοκράτειρα, 2 αυτοκρατορικές συζύγους, 3 συζύγους, 9 υψηλόβαθμες παλλακίδες, 27 μεσαίες και 81 χαμηλόβαθμες), ένα σύστημα που είχε στηθεί ώστε να αποτρέπει το φαινόμενο να εμφανίζονται δύο αυτοκράτειρες.

Όλες οι γυναίκες που ζούσαν στην Απαγορευμένη Πόλη ήταν απομονωμένες στα εσωτερικά διαμερίσματα του παλατιού. Τους απαγορευόταν όχι έξω να βγουν, αλλά ούτε στα βόρεια τμήματα των ανακτόρων να μην εμφανιστούν.

Οι ευνούχοι, οι μόνοι άντρες που έμπαιναν στο χαρέμι

Για να διασφαλιστεί το γεγονός ότι κάθε παιδί που γεννιόταν στο χαρέμι είχε αποκλειστικά έναν πατέρα, τον αυτοκράτορα, κανένα αρσενικό δεν επιτρεπόταν να μπει στο «πίσω παλάτι» (hougong), όπως λεγόταν στα κινεζικά το χαρέμι, ένας όρος που μας έρχεται εξάλλου από την Αραβία και χρησιμοποιείται καταχρηστικά για να περιγράψει τις γυναίκες του κινέζου αυτοκράτορα.

Μόνο οι ευνούχοι αποκτούσαν πρόσβαση στα διαμερίσματα των γυναικών, καθώς ήταν άντρες που είχαν ευνουχιστεί και δεν παρουσίαζαν καμία απειλή για τον αυτοκράτορα. Απειλή μοιχείας, καθώς σε όλα τα άλλα έπαιζαν σημαντικότατο παρασκηνιακό ρόλο.

Και οι Χαν το ξέρουν αυτό καλά, καθώς ήταν πράγματι οι ευνούχοι και η ανάμειξή τους στα πολιτικά δικαστήρια που προσυπέγραψαν την ηχηρή πτώση της δυναστείας. Καθ’ όλη τη διάρκεια πάντως της αυτοκρατορικής ιστορίας της Κίνας, χιλιάδες ευνούχοι υπηρετούσαν την πολυπληθέστατη αυτοκρατορική οικογένεια, πάντα ως βοηθητικό προσωπικό στο χαρέμι.

Κι αν πάντα είχαν τον ρόλο τους στις πολιτικές ζυμώσεις των ανακτόρων, αποκτώντας πολλές φορές δύναμη, εξουσία και πλούτο, στο απόγειό τους έφτασαν κατά τη δυναστεία των Μινγκ, όταν το παλάτι αριθμούσε όχι λιγότερους από 100.000 ευνούχους!

Οι αντιζηλίες του χαρεμιού

Με τόσες γυναίκες μέσα στο χαρέμι και όλα τα στοιχήματα της ανόδου στην ιεραρχία ανοιχτά, ήταν αναπόφευκτο να υπάρχουν έριδες και ίντριγκες με τη σέσουλα. Πόσο μάλλον που όλες τους διαγωνίζονταν για την προσοχή και την εύνοια ενός άντρα.

Ακόμα και η αυτοκράτειρα, η κυρά του χαρεμιού που ήταν να αποδώσει τον διάδοχο, δεν ήταν στο απυρόβλητο αυτών των μηχανορραφιών. Όσο πιο φιλόδοξη ήταν η σύζυγος και σπανιότερα η παλλακίδα, τόσο περισσότερους ευνούχους θα προσεταιριζόταν, βλέποντας τη θέση της στο χαρέμι να αλλάζει μαγικά.

Αν μάλιστα η ίντριγκα απέδιδε, είχε τη συμβατική υποχρέωση να ανταμείψει τους συνωμότες ευνούχους, τοποθετώντας τους συνήθως σε θέσεις εξουσίας εντός ανακτόρων.

Και η αλήθεια είναι πως η φεουδαρχική Κίνα είναι γεμάτη από τέτοιες πλεκτάνες. Η δυναστεία των Τανγκ (618-907 μ.Χ.) το ξέρει καλά αυτό. Η Γου Ζετιάν ξεκίνησε ως παλλακίδα αυτοκράτορα και μετά τον θάνατό του παντρεύτηκε τον διάδοχό του.

Έγινε έτσι αυτοκρατορική σύζυγος, έριξε το φταίξιμο για τη δολοφονία του παιδιού της στην αυτοκράτειρα και της πήρε τελικά τη θέση. Και μιας και όλα αυτά δεν ήταν προφανώς αρκετά για την ίδια, η Ζετιάν κατέλυσε τη δυναστεία των Τανγκ και ίδρυσε τη δική της (δυναστεία Τσόου), καταλαμβάνοντας τον θρόνο μεταξύ 690-705 μ.Χ.

Τα αυτοκρατορικά χαρέμια είναι γεμάτα από ανεκδοτολογικές διηγήσεις και θρύλους. Δεν ήταν βέβαια πάντα πεδία άσκησης εξουσίας και αντιπαραθέσεων, καθώς έχουν καταγραφεί και πιο ήρεμες καταστάσεις. Έστω και στα βάθη της Ιστορίας!

Αυτή ήταν εξάλλου η κληρονομιά του Κίτρινου Αυτοκράτορα, του ηγεμόνα που βασίλεψε μεταξύ 2697-2597 π.Χ. και ενοποίησε τα εδάφη που θα απάρτιζαν αργότερα την παραδοσιακή Κίνα. Ο ημι-μυθικός αυτός βασιλιάς είχε 4 παλλακίδες και δεν επέλεξε καμιά τους για την ομορφιά ή τις χάρες τους. Παρά για τις ικανότητές τους.

Μία, για παράδειγμα, θεωρείται στην κινεζική παράδοση η εφευρέτρια της μαγειρικής και των chopsticks, ενώ μια άλλη ήταν αυτή που σκάρωσε τη χτένα. Και βασίλεψαν πλάι στον Κίτρινο Αυτοκράτορα, ακολουθώντας τον κατόπιν στον άλλο κόσμο…

Πηγή