Καλοκαιρινή άδεια: Πόσες ημέρες δικαιούται κάθε μισθωτός – Ποιο είναι το ύψος του επιδόματος


Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για την έναρξη του καλοκαιριού και ήδη οι περισσότεροι έχουν αρχίσει να σχεδιάζουν τις διακοπές τους.

Οι μισθωτοί βεβαίως προκειμένου να διευθετήσουν το πρόγραμμά τους θα πρέπει να ξέρουν ακριβώς και πόσες ημέρες αδείας έχουν το δικαίωμα να λάβουν, όπως βέβαια και το ύψος του επιδόματος που θα μπει στον τραπεζικό τους λογαριασμό πριν τις διακοπές τους.

Όσον αφορά πάντως τον χρόνο που θα έχουν διαθέσιμο, το διάστημα των ημερών αδείας που μπορεί να διεκδικήσει ο μισθωτός φτάνει και τις 31 εργάσιμες ημέρες, αναλόγως της προϋπηρεσίας.

Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης

Δικαίωμα στην άδεια φυσικά έχουν και όσοι εργάζονται μόλις λίγους μήνες σε μια επιχείρηση. Κάθε μισθωτός από την έναρξη της εργασίας και μέχρι τη συμπλήρωση 12 (δώδεκα) μηνών συνεχούς απασχόλησης, δικαιούται να λάβει ποσοστό της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές κατ’ αναλογία με τον χρόνο εργασίας που έχει συμπληρώσει στην ίδια υπόχρεη επιχείρηση.

Πόση άδεια λαμβάνουν όσοι δεν έχουν κλείσει 1 χρόνο εργασίας

Συγκεκριμένα, κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος που προσελήφθη ο εργαζόμενος ο εργοδότης υποχρεούται να του χορηγήσει μέχρι 31 Δεκεμβρίου αναλογία των ημερών αδείας που δικαιούται, σύμφωνα με τους μήνες απασχόλησής του. Η αναλογία της χορηγούμενης άδειας υπολογίζεται βάσει:

  • 20 εργασίμων ημερών επί πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, χωρίς να υπολογίζεται σ΄ αυτές η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν απασχολούνται οι μισθωτοί λόγω του εφαρμοζόμενου συστήματος εργασίας (δηλαδή 20/12 x μήνες απασχόλησης) και
  • 24 εργασίμων ημερών επί εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, η οποία αντιστοιχεί σε 12 μήνες συνεχούς απασχόλησης για το πρώτο έτος απασχόλησης (δηλαδή 24/12 x μήνες απασχόλησης) και αυξάνεται σταδιακά με την πάροδο των ετών.

Ο εργοδότης υποχρεούται μέχρι τη λήξη του πρώτου ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου προσελήφθη ο μισθωτός να χορηγεί σε αυτόν την παραπάνω αναλογία της κανονικής άδειας.

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι, ως βάση υπολογισμού για το δικαίωμα λήψης της ετήσιας κανονικής άδειας νοείται το ημερολογιακό έτος.

Στην άδεια αναπαύσεως των μισθωτών υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες. Δεν συμπεριλαμβάνονται, δηλαδή, οι Κυριακές, οι αργίες, οι ημέρες ασθενείας του μισθωτού (εντός των ορίων βραχείας ασθένειας), που εμπίπτουν μέσα στο διάστημα της αδείας, η αποχή του μισθωτού λόγω στρατεύσεως, απεργίας, ανταπεργίας ή ανωτέρας βίας. Για τους μισθωτούς με πενθήμερη εργασία δεν περιλαμβάνεται στον αριθμό ημερών αδείας η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν παρέχουν εργασία λόγω του πενθημέρου (ρεπό).

Πότε φτάνουν ως και τις 31 οι ημέρες αδείας

Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος ο μισθωτός δικαιούται να λάβει την ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές, η οποία αναλογεί στο χρόνο απασχόλησής του στην υπόχρεη επιχείρηση και υπολογίζεται όπως ανωτέρω.

Η άδεια αυτή επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης επιπλέον του πρώτου μέχρι τις 26 (είκοσι έξι) εργάσιμες ημέρες για εξαήμερη απασχόληση ή μέχρι και τις 22 (είκοσι δύο) εργάσιμες ημέρες, αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας.

Για καθένα από τα επόμενα ημερολογιακά έτη, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει από την 1η Ιανουαρίου εκάστου έτους ολόκληρη την ετήσια άδειά του και σε κάθε χρονικό σημείο του έτους αυτού.

Με την από 23/05/2000 Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. ορίζεται η χορήγηση 25 ή 30 εργάσιμων ημερών αδείας, ανάλογα αν η παρεχόμενη εργασία είναι εξαήμερη ή πενθήμερη, σε όσους μισθωτούς διαθέτουν προϋπηρεσία 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία 12 ετών σε οποιονδήποτε εργοδότη.

Επίσης, με την από 02/04/2008 Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. προβλέπεται πως, μετά από τη συμπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας, οι εργαζόμενοι δικαιούνται μία (1) επιπλέον εργάσιμη ημέρα, δηλαδή συνολικά τριάντα μια (31) εργάσιμες ημέρες για εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία και είκοσι έξι (26) εργάσιμες ημέρες για πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία.

Αποδοχές και επίδομα αδείας

Κατά τη διάρκεια της άδειας του ο μισθωτός δικαιούται να λάβει τις «συνήθεις αποδοχές», δηλαδή τις αποδοχές που θα λάμβανε σε περίπτωση που εργαζόταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο. Στις αποδοχές περιλαμβάνεται ότι καταβάλλεται στον μισθωτό τακτικώς και μονίμως ως αντάλλαγμα της εργασίας του.

Αποδοχές, μεταξύ άλλων, αποτελούν και:

α) η αμοιβή για τακτική εργασία κατά την ημέρα Κυριακή, εορτές ή νύκτα

β) η αμοιβή για υπερεργασία, εφόσον αυτή παρέχεται τακτικά και

γ) η αμοιβή για νόμιμη τακτική υπερωρία που θα πραγματοποιούσε ο μισθωτός κατά το διάστημα της αδείας του, αν εργαζόταν κατά το διάστημα αυτό

Στις αποδοχές αδείας δεν υπολογίζονται, μεταξύ άλλων, η αποζημίωση για παράνομη υπερωριακή εργασία, ούτε η αναλογία των δώρων εορτών.

Εκτός από τις αποδοχές αδείας οι εργαζόμενοι μισθωτοί δικαιούνται να λάβουν και «Επίδομα Αδείας». Το δικαίωμα λήψης του επιδόματος αυτού είναι συνακόλουθο του δικαιώματος λήψης της κανονικής άδειας και υπολογίζεται όπως και οι αποδοχές αδείας, είναι, δηλαδή, ίσες προς το σύνολο των αποδοχών αδείας, με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί, για όσους μεν αμείβονται με μισθό, τον μισό μισθό, για όσους δε αμείβονται με ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο ή ποσοστά, τα 13 ημερομίσθια.

Οι αποδοχές και το επίδομα αδείας προκαταβάλλονται στον εργαζόμενο κατά την έναρξη της άδειάς του. 

Στην περίπτωση που η σχέση εργασίας λυθεί με οποιονδήποτε τρόπο (αποχώρηση του μισθωτού, απόλυση, κ.λπ.) πριν ο μισθωτός λάβει την κανονική του άδεια, τότε δικαιούται τις αποδοχές εκείνες που θα λάμβανε εάν του είχε χορηγηθεί η κανονική του άδεια.

Να σημειωθεί ακόμη ότι κατά τη διάρκεια της αδείας απαγορεύεται η απόλυση του μισθωτού από τον εργοδότη.



enikonomia.gr