Κάσος: Στα βάθη του νότιου Αιγαίου


Η Κάσος, το νοτιότερο και πλησιέστερο προς την Κρήτη νησί του συμπλέγματος των Δωδεκανήσων, είναι προικισμένη με πολλές φυσικές ομορφιές, ζωντανές παραδόσεις και πανάρχαια ιστορία.

Οι πέντε οικισμοί της Κάσου (Φρυ, Αγία Μαρίνα, Αρβανιτοχώρι, Παναγία, Πόλι) απλώνονται σε μια μικρή λεκάνη ανοιχτή προς βορράν.

Το Φρυ, πρωτεύουσα και λιμάνι του νησιού, βρίσκεται στο κέντρο των χωριών γύρω από τον κόλπο της Mπούκας, που έχει σχήμα φρυδιού, εξού και το όνομα.

Ο οικισμός ιδρύθηκε το 1840 από κατοίκους κυρίως της Aγίας Mαρίνας. Tα περισσότερα σπίτια είναι δίπατα και διατηρούν την παλαιά αρχιτεκτονική, ενώ υπάρχουν αρκετά πετρόχτιστα αρχοντικά, αληθινά κομψοτεχνήματα.

Η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, προστάτη του νησιού, χτισμένη στις αρχές του 20ού αιώνα, διαθέτει ξυλόγλυπτο τέμπλο και περίτεχνο καμπαναριό με ρολόι.

Στο κτίριο του παλαιού δημαρχείου, διατηρητέου κτιρίου με στοιχεία κασιώτικης λαϊκής αρχιτεκτονικής, στεγάζεται η Αρχαιολογική Συλλογή του νησιού. Περιλαμβάνει αρχαιολογικά ευρήματα (κεραμική, εργαλεία, νομίσματα, επιγραφές, ενεπίγραφα επιτύμβια σήματα, αρχιτεκτονικά μέλη κ.ά.), ιστορικά κειμήλια (όπλα και πυροβόλα από τις μάχες του 1824) και λαογραφικό υλικό (παρουσίαση του κασιώτικου σπιτιού, χρηστικά σκεύη και λαογραφικά αντικείμενα, αντίγραφο λιθογραφίας, φωτογραφικό αρχείο).


Σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων ανατολικά από το Φρυ βρίσκεται ο Εμπορειός, παλαιό λιμάνι του νησιού και νυν σκάλα για τα ψαροκάικα που έρχονται από τα γύρω νησιά. Ο τρίκλιτος ναός της Γέννησης της Θεοτόκου (1856) κατέχει τη θέση παλαιοχριστιανικής βασιλικής, αρχιτεκτονικά μέλη της οποίας χρησιμοποιήθηκαν στην οικοδόμησή του.

Η Αγία Μαρίνα, χτισμένη σε ύψωμα και απλωμένη σε μεγάλη έκταση, έχει πολλά αρχοντικά και καπετανόσπιτα, φροντισμένα σπίτια και τις αξιόλογες εκκλησίες της Αγίας Μαρίνας, του Χριστού και του Σταυρού.

Το σπήλαιο-βραχοσκεπή της Eλληνοκαμάρας (νοτιοδυτικά της Aγίας Mαρίνας, 15′ με τα πόδια από μονοπάτι), συμπεριλαμβάνεται πιθανώς στα αρχαία ιερά του νησιού, χρησιμοποιήθηκε δε χωρίς διακοπή από τους Προϊστορικούς έως και τους Παλαιοχριστιανικούς Χρόνους. Στα ευρήματα συγκαταλέγονται κεραμική, λίθινα εργαλεία, χάλκινα ροδιακά νομίσματα, οστά ζώων και θαλάσσια όστρεα.

Το Αρβανιτοχώρι, χτισμένο στην άκρη εύφορης κοιλάδας, έχει κι αυτό πολλά αρχοντικά, άλλα αποκατεστημένα και άλλα μισοερειπωμένα, καθώς και την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου με τις τρεις χαρακτηριστικές καμάρες, το βοτσαλωτό δάπεδο και το ωραίο καμπαναριό.

Στην Παναγία, παραθεριστικό οικισμό, πάνω από τον Eμπορειό, βρίσκεται η ομώνυμη εκκλησία (αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου) με το βοτσαλωτό δάπεδο, το ξυλόγλυπτο τέμπλο και τη μαρμάρινη λάρνακα της οσίας Κασσιανής στον περίβολο.

Πρωτεύουσα του νησιού στην αρχαιότητα (Πόλιν), με επίνειο τον Eμπορειό, το Πόλι είναι χτισμένο σε λόφο και έχει θέα στο Φρυ, την Aγία Mαρίνα και την Παναγία. Στον οικισμό, που το 1912 καταστράφηκε από σεισμό και ξαναχτίστηκε, βρίσκεται η εκκλησία της Αγίας Τριάδας.

Αξιοθέατο της περιοχής αποτελούν τα λείψανα της ακρόπολης. Τα κεραμικά ευρήματα φανερώνουν κατοίκηση της θέσης από την Ύστερη Νεολιθική Περίοδο/Πρώιμη Εποχή του Χαλκού έως τους Παλαιοχριστιανικούς Χρόνους. Νεκροταφεία Κλασικών Χρόνων ερευνήθηκαν στη νότια πλευρά της ακρόπολης. Από την υστεροκλασική-πρώιμη ελληνιστική νεκρόπολη στο Πόλιν προέρχονται ιδιόμορφα ενεπίγραφα λίθινα επιτύμβια σήματα, που χρονολογούνται στον 4ο και τον 3ο αιώνα π.Χ.

Πέραν των ανωτέρω, ενδιαφέρον παρουσιάζουν η κοιλάδα του Άργους, το σπήλαιο Σελάι, καθώς και οι μονές του Aγίου Γεωργίου στις Xαδιές και του Aγίου Mάμαντος στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, με υπέροχη θέα στο Λιβυκό πέλαγος.

Η Κάσος διαθέτει λιγοστά δαντελωτά ακρογιάλια που προσφέρονται για κολύμπι. Οι παραθεριστές μπορούν να κολυμπήσουν στο Φρυ και στον Eμπορειό, στη βραχώδη ακρογιαλιά της Αμμούας, στον Αντιπέρατο, και από εκεί με τα πόδια στις τρεις μικρές παραλίες με βότσαλο και στη Φωκιοκαμάρα. Ακόμη μακρύτερα, στη Χέλατρο.

Επίσης, μπορούν να επισκεφθούν με εκδρομικό σκάφος το γειτονικό νησάκι Aρμάθια (το μεγαλύτερο εξ όσων περιβάλλουν την Κάσο), όπου υπάρχουν όμορφες αμμουδιές και το εκκλησάκι της Υπαπαντής.

Η Κάσος στο διάβα του χρόνου

Αρχαιότερη αναφορά στην πορεία της Κάσου μέσα στο χρόνο θεωρούνται οι στίχοι στην «Ιλιάδα» του Ομήρου, σύμφωνα με τους οποίους η Κάσος έλαβε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο μαζί με τη Νίσυρο, την Κάρπαθο, την Κω και τις Καλύδνες νήσους. Τα πρώτα ίχνη κατοίκησης στο νησί ανάγονται στην Ύστερη Νεολιθική Περίοδο/Πρώιμη Εποχή του Χαλκού.


Υπάρχουν ενδείξεις μόνιμης εγκατάστασης με μινωικά χαρακτηριστικά κατά τη Μέση και τις αρχές της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Κατά τους Μυκηναϊκούς Χρόνους το κέντρο δραστηριότητας εντοπίζεται στο βόρειο τμήμα της Κάσου, στη φύσει οχυρή θέση Πόλιν.


Κατά τους Ιστορικούς Χρόνους η πρωτεύουσα του νησιού παρέμεινε στη θέση Πόλιν, γύρω από το ύψωμα της μυκηναϊκής ακρόπολης. Οι Κάσιοι εμφανίζονται σε φορολογικούς καταλόγους της Αθηναϊκής Συμμαχίας (5ος αιώνας π.Χ.). Κατά τους Ελληνιστικούς Χρόνους το νησί ήταν ανεξάρτητο, ενώ κατά το α’ μισό του 2ου αιώνα π.Χ. υπήχθη στο ροδιακό κράτος.


Επί Ρωμαιοκρατίας και κατά τους Παλαιοχριστιανικούς Χρόνους η κύρια οικιστική εγκατάσταση της Κάσου μεταφέρθηκε στην παραλία γύρω από τον όρμο του Εμπορειού. Το νησί κατελήφθη το 1207 από τους Ενετούς της Κρήτης και το 1537 από τους Τούρκους, που παραχώρησαν αυτοδιοίκηση στους κατοίκους του.

Οι Ρωσοτουρκικοί και οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι συντέλεσαν στη δημιουργία ισχυρής ναυτικής δύναμης στο νησί. Κατά τη διάρκεια της Eπανάστασης του 1821 ο εξοπλισμένος στόλος της Κάσου, από τους σημαντικότερους νησιωτικούς στόλους της Μεσογείου, τέθηκε στην υπηρεσία του Aγώνα, πράξη για την οποία το νησί κλήθηκε να καταβάλει βαρύτατο τίμημα στις 7 Ιουνίου 1824, όταν ο αιγυπτιακός στόλος με τη βοήθεια Τουρκαλβανών το κατέστρεψε ολοσχερώς (ολοκαύτωμα Κάσου).

Στα σημαντικότερα γεγονότα των κατοπινών χρόνων ανήκουν η συμμετοχή των Kασίων στα έργα διάνοιξης της διώρυγας του Σουέζ (1859-1869) και η εγκατάστασή τους στην Aίγυπτο (Αλεξάνδρεια και Κάιρο), απ’ όπου βοήθησαν σημαντικά το νησί.

Η Κάσος ενσωματώθηκε επίσημα στην Ελλάδα το 1948.

Πηγή: in.gr



Πηγή