Kλειστοφοβία και τρόποι διαφυγής
Η κλειστοφοβία συνήθως προκαλείται από μια έντονη και δυσάρεστη εμπειρία του παρελθόντος. Μπορεί να αναπτυχθεί είτε μετά από ένα τραυματικό συμβάν της παιδικής ηλικίας (π.χ. όταν κάποιος παγιδευτεί σε έναν μικρό χώρο κατά τη διάρκεια παιχνιδιού ή τιμωρηθεί με κλείδωμα σε ένα δωμάτιο) είτε πολύ αργότερα (π.χ. μετά από εγκλωβισμό σε χαλασμένο ασανσέρ, ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα ή ένα πένθος). Όμως το μυαλό έχει επίσης την ικανότητα να δημιουργήσει έναν τέτοιο φόβο χωρίς φαινομενικά να υπάρχει κάποια βάση. Ακόμα έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχουν άτομα που είναι πιο επιρρεπή στην κλειστοφοβία, όπως:
- Όσοι έχουν γενικά τάση προς τον φόβο και το άγχος.
- Όσοι χαρακτηρίζονται από μεγάλη νευρικότητα.
- Όσοι διαθέτουν πλούσια φαντασία, ικανή να πλάθει φανταστικά σκηνικά με δυσάρεστες προεκτάσεις.
- Όσοι πάσχουν από ανεπάρκεια των επινεφριδίων.
Σύμφωνα πάντως με μια άλλη θεωρία, η κλειστοφοβία βρίσκεται σε λανθάνουσα μορφή μέσα στο μυαλό όλων μας, ίσως λόγω του αρχέγονου φόβου του θανάτου ή της ανάμνησης του δύσκολου περάσματος μέσα από τη μήτρα κατά τη γέννηση. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας μας έχει κλειστοφοβία – τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό. Κάποιοι υποστηρίζουν επίσης ότι το φαινόμενο προέκυψε από τη ραγδαία αστικοποίηση, γιατί το να ζεις στις μεγαλουπόλεις σε κάνει να αισθάνεσαι στενότητα.
Γενικά το κλειστοφοβικό άτομο ψάχνει συνεχώς για μια έξοδο σε όποιον κλειστό χώρο και αν βρεθεί, αποφεύγει τους ανελκυστήρες, τους κινηματογράφους, τα δωμάτια χωρίς παράθυρα και πιθανόν το μετρό και το αεροπλάνο. Επίσης δεν αντέχει να υποβληθεί σε αξονική ή μαγνητική τομογραφία και διακατέχεται από μια ενστικτώδη τάση φυγής. Τα τούνελ, οι σπηλιές και τα υπόγεια κελάρια είναι οι χειρότεροι εφιάλτες του, ενώ ενδέχεται να νιώσει πανικό ακόμα και όταν κολλήσει στην κυκλοφορία, βρεθεί σε μια υπερπλήρη αίθουσα χωρίς ορατή πρόσβαση στην έξοδο ή φορέσει ρούχα που τον/την στενεύουν στον λαιμό.
Πώς ξεπερνιέται
Με νευρο-γλωσσικό προγραμματισμό (NLP): Η τεχνική αυτή εφαρμόζεται με τη βοήθεια ειδικού. Στηρίζεται στο γεγονός ότι ο εγκέφαλος δημιουργεί πάντα έναν ισχυρό σύνδεσμο (συνειρμό) ανάμεσα σε ένα δυνατό συναίσθημα και ένα σωματικό ερέθισμα. Αν λοιπόν ο σύνδεσμος κλειστός χώρος = πανικός αλλάξει και γίνει κλειστός χώρος = ευκαιρία για χαλάρωση, ηρεμία, αυτοσυγκέντρωση και αισθήματα αυτοπεποίθησης, ο εγκέφαλος θα κατασκευάσει έναν νέο χάρτη των συναισθημάτων που συσχετίζονται με τους κλειστούς χώρους.
Όπως έχει αποδειχτεί, ο πιο γρήγορος και αποτελεσματικός τρόπος για να σταματήσει ο φόβος μέσα σε έναν κλειστό χώρο, είναι να αλλάξει κάποιος ταχύτατα και χωρίς δεύτερη σκέψη ό,τι κάνει εκείνη τη στιγμή: να αναπηδήσει και να αρχίσει να κινείται, να τραγουδήσει το αγαπημένο του τραγούδι και να σκεφτεί μια ευχάριστη προσωπική του στιγμή.
Με γνωστική συμπεριφορική θεραπεία, που επίσης εφαρμόζεται με τη βοήθεια ειδικού ψυχολόγου-θεραπευτή. Η τεχνική βασίζεται στην επεξεργασία διαφόρων σεναρίων κλειστοφοβίας, με σκοπό το κλειστοφοβικό άτομο να συνειδητοποιήσει ότι δεν σκέπτεται ρεαλιστικά, αλλά διαστρεβλώνει την αντίληψή του. Συνήθως συνοδεύεται από ασκήσεις αναπνοής, χαλάρωσης ή γιόγκα και τεχνικές απεικόνισης για μείωση του φόβου. Μπορεί να συνδυαστεί και με άλλες μεθόδους (συστηματική απευαισθητοποίηση ή υπνοθεραπεία παλινδρόμησης).
Η φαρμακευτική αγωγή (κυρίως αντικαταθλιπτικά και ηρεμιστικά) δεν ακουμπά τη ρίζα του προβλήματος, αλλά προσπαθεί να μειώσει τα συμπτώματα. Η εναλλακτική ιατρική και η ομοιοπαθητική προσφέρουν σκευάσματα για την καταπολέμηση του άγχους.
Σε κάθε περίπτωση η στήριξη, η αγάπη και η ενθάρρυνση από την οικογένεια και τους φίλους είναι κριτικής σημασίας, γιατί οι βαθιές, εξουθενωτικές ανησυχίες που φέρνει η κλειστοφοβία μπορούν να οδηγήσουν σε κατάθλιψη ή αποκοινωνικοποίηση του ατόμου που υποφέρει. Η σωστή συμβουλή προς τον κλειστοφοβικό δεν είναι να μάθει να ζει με τη φοβία του, αλλά να αναζητήσει (με αποφασιστικό τρόπο) βοήθεια για να την εξαλείψει.