Κομισιόν: Αύξηση εξαγωγών 5% και τζίρων στο ελαιόλαδο
Συνδέει με την αναχαίτιση της πανδημίας, την ίδια στιγμή που συντελεστές της εγχώριας αγοράς εκτιμούν ενίσχυση της εμπορικής δραστηριότητας και των τιμών παραγωγού από το νέο έτος.
Όπως αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμα το «agronews», μπορεί τις τελευταίες ημέρες οι τιμές ελαιολάδου στην ελληνική αγορά να υπόκεινται σε σημαντικές πιέσεις που προέρχονται κυρίως από την εγχώρια βιομηχανία τυποποίησης και τα μικρά «μαγαζιά» της Ιταλίας, ωστόσο οι μεγάλες βιομηχανίες ήδη προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο ενός πιο φυσιολογικού καλοκαιριού το 2021, με μεγαλύτερη ζήτηση από την εστίαση.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι παραδοσιακοί οίκοι της γειτονικής Ιταλίας καθυστερούν να κάνουν την εμφάνισή τους στα παραγωγικά κέντρα της Πελοποννήσου, απ’ όπου προμηθεύονται ποιοτικές ποσότητες στις υψηλότερες τιμές που διαμορφώνονται στην εγχώρια αγορά σε μαζικές πωλήσεις.
3,20 το κιλό
Ωστόσο, όσο η ζήτηση αφορά αποκλειστικά πλέον την κατανάλωση των ευρωπαϊκών νοικοκυριών, η ελληνική αγορά δύσκολα θα μπορέσει να ακολουθήσει τον ανοδικό κύκλο που εξελίσσεται στις αγορές της Ιταλίας και της Ισπανίας. Όπως εκτιμούν άνθρωποι της αγοράς, «όταν με το καλό απαλλαγούμε από την πανδημία και βγούμε πάλι στην εστίαση και τον τουρισμό, μπορούμε να περιμένουμε τιμές πάνω από 3,20 ευρώ το κιλό».
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, Μάκη Βορίδη, η έκτακτη ενίσχυση στους κατ’ επάγγελμα ελαιοπαραγωγούς, αναμένεται να πληρωθεί μέχρι την παραμονή των Χριστουγέννων, δηλαδή την Πέμπτη.
Αυξάνονται ζήτηση και τζίροι στο ελαιόλαδο
Αυξημένες εξαγωγές ελαιολάδου με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 5% ετησίως αναμένουν εκθέσεις αγοράς, με πιο πρόσφατη εκείνη της Κομισιόν, η οποία αναμένει πως η κατανάλωση ελαιολάδου θα ενισχυθεί τόσο εντός όσο και εκτός μπλοκ, χάρις στην οικονομική ανάπτυξη μετά την πανδημία.
Ο κύκλος εργασιών της παγκόσμιας αγοράς ελαιολάδου, σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει ανάλυση βρετανικού ερευνητικού ινστιτούτου, θα αυξηθεί κατά 8 δισ. δολάρια μέσα στα επόμενα έτη, φτάνοντας έναν τζίρο πέριξ των 25 δισ. δολαρίων μέχρι το 2026. Αυτό θα επιτευχθεί, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, διαμορφώνοντας έναν ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 5,8%. Η παραγωγή της Ε.Ε. μέχρι το 2030 αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,3% ετησίως, με τις χώρες της Ιβηρικής να ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης, αυξάνοντας ετησίως κατά 0,5% τις αποδόσεις τους.
Σε αυτές τις περιοχές, άλλωστε, αναμένεται περαιτέρω επένδυση σε εντατικά και υπερεντατικά συστήματα καλλιέργειας. Στον αντίποδα, οι μικρότερες εκμεταλλεύσεις και η υψηλότερη μέση ηλικία των αγροτών στην Ιταλία και την Ελλάδα θα μπορούσαν να περιορίσουν την ανάπτυξη στη δική μας μεριά της Μεσογείου, σε σύγκριση με την Ισπανία και την Πορτογαλία.
Ετήσια αύξηση κατανάλωσης
Παράλληλα, διαμορφώνεται ετήσια αύξηση της κατανάλωσης στην Ε.Ε. σταθερή στο + 0,2% έως το 2030 (σε σύγκριση με το -2% το 2009-2019). Μέχρι το 2030 οι χώρες που δεν παράγουν στην Ε.Ε. θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν το 26% της συνολικής κατανάλωσης.
Η αύξηση των εισοδημάτων, η δημοτικότητα της μεσογειακής κουζίνας και οι τιμές που είναι ανταγωνιστικές με άλλα φυτικά έλαια υποστηρίζουν τις εξαγωγές ελαιολάδου της Ε.Ε., ιδίως προς την Κίνα, τη Νοτιοανατολική Ασία και τη Ρωσία. Αυτές οι περιοχές συνέβαλαν στο να αυξηθούν οι εξαγωγές της Ε.Ε. τα τελευταία 10 χρόνια, κατά 13%. Ταυτόχρονα, οι εισαγωγές της Ε.Ε. θα μπορούσαν να μειωθούν βραχυπρόθεσμα και να σταθεροποιηθούν μεσοπρόθεσμα, καθώς αυξάνεται η παραγωγή της Ε.Ε.