Κύκλωμα 72 ατόμων νόθευε καύσιμα σε πρατήρια βενζίνης
Η σπείρα μετέφερε από τη Βουλγαρία χημικούς διαλύτες, οι οποίοι προορίζονταν για πρατήρια καυσίμων εντός της ελληνικής επικράτειας. Τα εμπλεκόμενα πρατήρια είναι συνεργαζόμενα με τις μεγάλες εταιρείες του χώρου, αλλά και ανεξάρτητα.
Εγκληματική οργάνωση 72 ατόμων, πίσω από την οποία βρισκόταν Κύπριος εις βάρος του οποίου εκκρεμούν εντάλματα για κακουργηματικές πράξεις στο εξωτερικό, εξάρθρωσαν η ΑΑΔΕ και η οικονομική αστυνομία. Η σπείρα μετέφερε από τη Βουλγαρία χημικούς διαλύτες, οι οποίοι προορίζονταν για πρατήρια καυσίμων εντός της ελληνικής επικράτειας. Οι διαλύτες αναμειγνύονταν με βενζίνη με στόχο τη μείωση των φόρων και κατ’ επέκταση την αύξηση του κέρδους των επιτήδειων. Είναι ενδεικτικό ότι τα 20 πρατήρια στα οποία ελήφθησαν δείγματα από τις Αρχές πωλούν σήμερα στις χαμηλότερες τιμές της Αττικής. Ηδη έχουν συλληφθεί 20 άτομα, που οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα με την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης και του λαθρεμπορίου καυσίμων. Τα υπόλοιπα άτομα είναι γνωστά στις Αρχές, ωστόσο όπως αναφέρουν είχε παρέλθει η προθεσμία του αυτόφωρου.
Οπως ανέφεραν οι εκπρόσωποι των διωκτικών αρχών, τα εμπλεκόμενα πρατήρια είναι συνεργαζόμενα με τις μεγάλες εταιρείες του χώρου, αλλά και ανεξάρτητα. Ηδη έχουν ενημερωθεί οι εταιρείες καθώς και οι περιφέρειες, οι οποίες είναι αρμόδιες, προκειμένου να βάλουν λουκέτο στα πρατήρια μετά την ανάλυση των δειγμάτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, έχουν μεταφερθεί από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα περισσότεροι από 2.000 τόνοι χημικών, οι οποίοι όπως προαναφέρθηκε αναμείχθηκαν με πετρέλαιο και βενζίνη. Μάλιστα, η ποσότητα αυτή εκτιμάται ότι νόθευσε 40.000 τόνους καυσίμων ενώ τα διαφυγόντα έσοδα ξεπερνούν τα 2,5 εκατ. ευρώ.
Πάντως ήδη έχουν κατασχεθεί οι ποσότητες καυσίμων που υπήρχαν στις δεξαμενές των 20 πρατηρίων, ενώ οι έλεγχοι αναμένεται να συνεχιστούν και σε άλλα πρατήρια.
Τα μέλη της οργάνωσης χρησιμοποιούσαν δύο εταιρείες στη Βουλγαρία, με εναλλασσόμενους –κατά διαστήματα– ρόλους, καθώς είτε δηλώνονταν ως αποστολείς και μεταφορείς των εν λόγω χημικών διαλυτών σε «εικονικές» ελληνικές εταιρείες είτε μόνον ως μεταφορείς αυτών. Επίσης, για τη διακίνηση των διαλυτών, χρησιμοποιούσαν «εικονικά» παραστατικά, με αποδέκτες εταιρείες «φαντάσματα» που δήθεν δραστηριοποιούνταν στην εμπορία τέτοιων προϊόντων.
Στην πραγματικότητα, οι χημικοί διαλύτες αρχικά παραδίδονταν είτε σε εταιρεία που διαχειριζόταν μέλος του εγκληματικού δικτύου είτε αποθηκεύονταν προσωρινά σε δυσπρόσιτες κτιριακές εγκαταστάσεις σε περιοχές της Αττικής (Ασπρόπυργος-Αχαρνές), στις οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούνταν κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης.
Στη συνέχεια, οι χημικοί διαλύτες παραλαμβάνονταν, αυθημερόν ή τις επόμενες ημέρες, από τους χώρους προσωρινής αποθήκευσης με διαδικασία μετάγγισης από παλετοδεξαμενές σε βυτία και κατέληγαν σε 21 επιχειρήσεις – πρατήρια υγρών καυσίμων, σε διάφορες περιοχές της Αττικής.
Εκεί αναμειγνύονταν παρανόμως με καύσιμα, με σκοπό την αύξηση του τελικού όγκου τους με αποτέλεσμα με τον τρόπο αυτό να αποφεύγουν την καταβολή των αναλογούντων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων.
Η εγκληματική οργάνωση διαρθρωνόταν σε τέσσερις ανεξάρτητες υποομάδες, που συνδέονταν – συνεργάζονταν με τον κεντρικό πυρήνα στη Βουλγαρία, σχεδιάζοντας και προγραμματίζοντας την αγορά (ποσότητες – κόστος), τον χρόνο και τρόπο πραγματοποίησης κάθε μεταφοράς-παράδοσης-παραλαβής και προσωρινής αποθήκευσης ποσοτήτων χημικών διαλυτών.