Μάκης Βορίδης: «Ακραίο και εμπαθές το κείμενο του ψηφίσματος της Ευρωβουλής»
Μία «μαύρη» σελίδα για την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας μας γράφτηκε εχθές στο Στρασβούργο και την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Με 330 ψήφους υπέρ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταδίκασε την ελληνική κυβέρνηση για την υποβάθμιση του κράτους Δικαίου, την ελευθερία του Τύπου και το σκάνδαλο των υποκλοπών.
Στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η κυβέρνηση εγκαλείται για το σκάνδαλο των υποκλοπών, για τις τιμωρητικές αγωγές του κ. Δημητριάδη προς δημοσιογράφους και ΜΜΕ με τις οποίες επιχειρείται, όπως αναφέρει το σχετικό κείμενο, να ελεγχθεί η ελευθερία του Τύπου, ενώ γίνεται ειδική αναφορά στη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ αλλά και τα δυστυχήματα των Τεμπών και το ναυάγιο της Πύλου.
«Ακραίο και εμπαθές το ψήφισμα»
Από την πλευρά του ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης χαρακτήρισε το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «ακραίο και εμπαθές».
«Το να λες ότι ένας οποιοσδήποτε πολίτης δεν έχει δικαίωμα να προσφύγει στην κυβέρνηση ή πρέπει να απαγορευτεί η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για να προστατεύσει τον εαυτό του και να αποκαλούμε αυτό περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου, δείχνει τι ακραίο κείμενο είναι αυτό», δήλωσε ο Μάκης Βορίδης στο MEGA.
«Είναι ζητούμενο της δικαστικής και της διοικητικής διερεύνησης το κατά πόσο οι μη νόμιμες παρακολουθήσεις έχουν σχέση με την κυβέρνηση, δείχνει πόσο εμπαθές είναι το συγκεκριμένο ψήφισμα. Στις νόμιμες παρακολουθήσεις άνοιξε η συζήτηση και είχε εφαρμοστεί ένας κανόνας που είχε γίνει τότε. Γιατί δεν έγινε μνεία στο ψήφισμα για το ότι αυτή η κυβέρνηση έχει κάνει πολύ πιο δύσκολη τη λήψη της απόφασης, έχει βάλει δεύτερο εισαγγελέα και έχει ψηφίσει διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο;».
«Η Ελλάδα υπό την ηγεσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη αποτελεί παγκόσμιο παράδειγμα επιτυχίας και αναφοράς στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης», συμπλήρωσε και άφησε αιχμές πως έχει διαμορφωθεί «ένα μπλοκ για να χτυπήσουν τον πιο πετυχημένο πρωθυπουργό και το πιο αποτελεσματικό παράδειγμα κεντροδεξιάς διακυβέρνησης»
Για τα Τέμπη
«Οι διοικητικοί αξιωματούχοι, όλοι οι άνθρωποι που ήταν διοικητικοί σύμβουλοι των εταιρειών των τρένων, ελέγχονται ποινικά. Έχουν ασκηθεί διώξεις, ορισμένοι από αυτούς έχουν περιοριστικούς όρους. Η δικαιοσύνη όχι απλώς κάνει τη δουλειά της, υπό μία ένοια θέλει να ελέγξει απολύτως τα πάντα», είπε αρχικά ο Μάκης Βορίδης.
«Τεντώνουμε τα όρια της ευθύνης. Είναι ένα ζήτημα να αναζητούμε τον αυτουργό σε μία ανθρπωοκτονία, είναι όμως ένα τελείως διαφορετικό ζήτημα να αρχίσεις εν συνεχεία να οικοδομείς, να πηγαίνεις πίσω τον αιτιώδη σύνδεσμο και να δεις μέχρι που φτάνει. Έχουμε ένα εγκληματικό λάθος, μετά πάμε στο «αλλά ποιος τον έβαλε αυτόν εκεί», γιατί το σύστημα ασφαλείας, μετά «ο κανονισμός ήταν σωστός» και πάμε πίσω. Αυτό στην ποινική επιστήμη έχει ένα όριο».
Όσο για την σύμβαση 717 δήλωσε πως «στο πόρισμα του Ευρωπαΐου εισαγγελέως, για το οποίο γίνεται μνεία, δεν υπάρχει σύνδεση με τις ανθρωποκτονίες. Γίνεται λόγος για δημοσιονομικές διαφορές. Σε αυτό το πόρισμα υπάρχει αιτιακή σύνδεση με τις ανθρωποκτονίες; Δεν υπάρχει».
Παράλληλα, εξαπέλυσε πυρά κατά της αντιπολίτευσης, αναφέροντας πως αρχικά η πρότασή της έκανε λόγο για απιστία και παράβαση καθήκοντος και όχι για ανθρωποκτονία, ενώ κατηγόρησε εκ νέου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για «ένα πολιτικά κινητοποιούμενο ψήφισμα».
«Είναι προϊόν μίας πολιτικής αντιπαράθεσης. Είναι άδικο και εμπαθές το ψήφισμα. Για να στοχοποιήσει τον πρωθυπουργό και τη ΝΔ, καταλήγει να στοχοποιεί την Ελλάδα και αυτό είναι το χειρότερο».
Για τους αγρότες
Με τις κινητοποιήσεις των αγροτών να συνεχίζονται σε όλη τη χώρα, ο Μάκης Βορίδης ανέφερε πως η κυβέρνηση είναι ανοιχτή στον διάλογο με τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους.
«Δεν έχει κανένα πρόβλημα ο πρωθυπουργός να συνομιλεί με τους αγρότες. Υπάρχει όμως μία προϋπόθεση, οι δρόμοι να είναι ανοιχτοί και θέλουμε ο διάλογος αυτός να είναι εποικοδομητικός και παραγωγικός».
Ήδη έχουν κατατεθεί 6 αιτήματα από τους αγρότες, πάνω στα οποία εργάζεται η κυβέρνηση και όπως δήλωσε στο MEGA ο Μάκης Βορίδης, μερικά από αυτά τα αιτήματα αποτελούν κοινή στρατηγική στόχευση.