«Μαύρη Δευτέρα» για το Χρηματιστήριο
Πανικός και υπερβολή κυριάρχησαν χθες στο Χρηματιστήριο Αθηνών με την εξάπλωση του κορωνοϊού στην Ευρώπη και δίπλα από την «πόρτα» της Ελλάδας να «κοκκινίζει» ολόκληρο το ταμπλό και να στέλνει σε μαζικές ρευστοποιήσεις τα ξένα και τα εγχώρια χαρτοφυλάκια, με ισχυρά «χτυπήματα» στις ήδη σφυροκοπημένες τραπεζικές μετοχές.
Εγχώριοι αναλυτές χαρακτήρισαν «Μαύρη Δευτέρα» τη χθεσινή συνεδρίαση, τονίζοντας πως το γεγονός ότι ο ιός πέρασε το κατώφλι της Ιταλίας, της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης και συχνή… πηγή ανησυχιών για την περιοχή, ήταν δεδομένο ότι θα επηρεάσει και την Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό πως μέσα σε μία ημέρα χάθηκαν 3,8 δισ. ευρώ από τη συνολική κεφαλαιοποίηση της ελληνικής αγοράς, η οποία διαμορφώθηκε στα 56,8 δισ. ευρώ, ενώ ο τραπεζικός δείκτης βυθίστηκε κατά 11%, επιστρέφοντας στα επίπεδα του περασμένου Αυγούστου, παρασύροντας τον Γενικό Δείκτη σε βουτιά της τάξεως του 8,36%, τη μεγαλύτερη που έχει σημειώσει από τις 24 Ιουνίου 2016, ημέρα του δημοψηφίσματος για το Brexit, και σε χαμηλά σχεδόν έξι μηνών.
«Ξεπούλημα»
Το sell-off με το οποίο ξεκίνησαν τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και ειδικά ο δείκτης του Μιλάνου ο οποίος κατέγραφε τη χειρότερη συνεδρίαση από το 2016, δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι θα μεταδοθεί και στο Χ.Α., με τους πωλητές να ενισχύουν τη δράση τους η οποία είχε ήδη ξεκινήσει από την Παρασκευή, ωστόσο αίσθηση προκάλεσε η εγχώρια αυτή ακραία αντίδραση. Με υπερδιπλάσιες απώλειες από την ιταλική αγορά η οποία ήταν και αυτή που αντιμετώπιζε το «άμεσο» πρόβλημα», η εικόνα του Χ.Α. δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο σε ό,τι αφορά τις «αντοχές» του για τη συνέχεια, με δεδομένο και το ότι ο τζίρος εκτινάχθηκε πάνω από τα 180 εκατ. ευρώ, που σημαίνει αυτομάτως και ισχυρή αποχώρηση επενδυτών, σε μία στιγμή που η επιστροφή των θεσμικών ήταν και το μεγάλο ζητούμενο.
Οπως σημειώνουν πηγές της αγοράς, καθώς το ελληνικό Χρηματιστήριο παραμένει μία αναδυόμενη και ρηχή αγορά, είναι «λογικό» να βρίσκεται ανοχύρωτο στα σοκ, τη στιγμή που δεν υπάρχουν ισχυρά «αναχώματα» από θεσμικά χαρτοφυλάκια. Πολλά funds προχώρησαν σε κλείσιμο των θέσεών τους χθες, είτε για να προλάβουν τα χειρότερα, είτε γιατί η ξαφνική πτώση ξεπέρασε τα όρια των απωλειών που είχαν θέσει στις στρατηγικές τους (stop loss). «Η ρηχότητα της αγοράς, ο έλεγχος της αγοράς σχεδόν αποκλειστικά από ξένα επιθετικά χαρτοφυλάκια, αλλά και η σοβαρή έλλειψη εγχώριας επενδυτικής δυναμικής αποτελεί το ένα σκέλος των αιτιών της υπεραπόδοσης στην πτώση. Το άλλο και πιο σημαντικό είναι τα συνεχιζόμενα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, που εμφανίζονται σε πρόδρομους μακροοικονομικούς δείκτες», σημειώνει στην «Κ», ο Λουκάς Παπαϊωάννου, οικονομολόγος της Fast Finance.
Μετά και τη χθεσινή «βουτιά» ο τραπεζικός δείκτης σημειώνει απώλειες της τάξεως του 25,4% από τα πρόσφατα υψηλά του Νοεμβρίου του 2019, ενώ οι τραπεζικές μετοχές καταγράφουν πτώση της τάξεως του 20%-33% από τα πρόσφατα υψηλά τους. Εδώ και πολλές ημέρες οι τραπεζικές μετοχές βιώνουν έντονες πιέσεις, έτσι η χθεσινή «μετάδοση» των διεθνών ανησυχιών έδωσε το «τελειωτικό» χτύπημα το οποίο έβαλε και επίσημα τον κλάδο σε έδαφος bear market (πτώση τουλάχιστον 20% από τα πρόσφατα υψηλά).
Αξίζει να σημειωθεί πως εκτός από το εξαιρετικά αρνητικό διεθνές περιβάλλον, η επιφυλακτικότητα των επενδυτών για τις ελληνικές συστημικές τράπεζες αφορά και την αποτελεσματικότητα του σχεδίου «Ηρακλής» λόγω του ακόμη άλυτου θέματος της στάθμισης του κινδύνου των τίτλων που θα εκδοθούν και θα φέρουν την κρατική εγγύηση. Εάν ωστόσο ξεπεραστούν οι προκλήσεις και υποχωρήσουν οι διεθνείς ανησυχίες, οι αναλυτές επισημαίνουν πως οι αποτιμήσεις των τραπεζών και του Χ.Α. γενικότερα είναι σε επίπεδα που μπορούν να αποτελέσουν επενδυτική ευκαιρία.
Τα ομόλογα
Αντίθετα, απόλυτα ψύχραιμα ήταν τα ελληνικά ομόλογα σε όλη αυτή την αναταραχή, αποδεικνύοντας για άλλη μία φορά πως για τους επενδυτές δεν αποτελούν assets με ρίσκο, παρά το γεγονός ότι ακόμα δεν έχουν «επενδυτική βαθμίδα» και άρα μπορεί να είναι ευάλωτα στις αλλαγές του κλίματος στις αγορές.
Μετά την αρχική αναταραχή η οποία έστειλε την απόδοση του 10ετoύς στο 1,05%, στη συνέχεια οι πιέσεις υποχώρησαν με την απόδοση να επιστρέφει κάτω του 1%, ενώ η απόδοση του 5ετούς σημείωσε σημαντική πτώση (κατά 6%) στο 0,32%.
Μάλιστα, σε νέο σημείωμά της η Societe Generale τόνισε πως παραμένει θετική για τα ομόλογα της Ευρωπεριφέρειας (μεταξύ των οποίων και τα ελληνικά) και εκτιμά πως θα υπεραποδώσουν των ομολόγων του πυρήνα, ενώ μέσα στους επόμενους μήνες τα spreads θα μειωθούν περαιτέρω.