Με αργό ρυθμό οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα όταν οι άλλοι τρέχουν
Ενα βήμα μπρος – δύο πίσω φαίνεται ότι κάνει η Ελλάδα σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, με συνέπεια να υποχωρεί περαιτέρω η θέση της στην κατάταξη του Doing Business, γεγονός αποτρεπτικό κυρίως για τους ξένους επενδυτές. Ετσι, η καθιέρωση της ηλεκτρονικής Υπηρεσίας Μιας Στάσης (ΥΜΣ), που κάνει δυνατή την έναρξη μιας επιχείρησης μέσα σε λίγα λεπτά και μόνο με μερικά κλικ στον υπολογιστή, δεν ήταν αρκετή για να βελτιώσει τη θέση της Ελλάδας, καθώς την ίδια ώρα επανήλθε για παράδειγμα η υποχρέωση προσκόμισης πιστοποιητικού μη οφειλής τέλους ακίνητης περιουσίας στις μεταβιβάσεις ακινήτων, δυσκολεύοντας τις αγοραπωλησίες.
Σύμφωνα με την έκθεση «Doing Business 2020» που δημοσιοποίησε χθες η Παγκόσμια Τράπεζα, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 79η θέση μεταξύ 190 χωρών, από την 72η θέση που βρισκόταν πέρυσι. Μάλιστα, σε σύνολο δέκα διαφορετικών κριτηρίων που αξιολογεί η Παγκόσμια Τράπεζα προκειμένου να κατατάξει τις χώρες ως προς το εάν διευκολύνουν το επιχειρείν ή όχι, η Ελλάδα βελτίωσε τη θέση της μόνο σε τρία.
Η πιο εντυπωσιακή βελτίωση αφορά την έναρξη μιας επιχείρησης, με την Ελλάδα να ανέρχεται στην 11η θέση της σχετικής κατάταξης από την 44η στην περυσινή έκθεση, συγκεντρώνοντας βαθμολογία 96 στα 100. Το δεύτερο πεδίο στο οποίο καταγράφεται βελτίωση της θέσης της Ελλάδας είναι αυτό που αφορά την προστασία των μετόχων μειοψηφίας (στην 37η θέση φέτος από την 51η πέρυσι), κυρίως λόγω των αλλαγών που επήλθαν με τον νέο νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες. Καλύτερη είναι η κατάταξη της Ελλάδας στη φετινή έκθεση και σε ό,τι αφορά την ηλεκτροδότηση μιας επιχείρησης (η Ελλάδα στην 40ή θέση από την 79η πέρυσι) ως αποτέλεσμα της μείωσης των δικαιολογητικών που απαιτούνται για μια νέα σύνδεση.
Από την άλλη, οι υψηλοί φόροι, το επιβαρυμένο από τα κόκκινα δάνεια τραπεζικό σύστημα, καθώς και η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, αποτελούν καθοριστικούς ανασταλτικούς παράγοντες στο επιχειρείν. Για παράδειγμα, για τη δικαστική επίλυση μιας διαφοράς μεταξύ επιχειρήσεων, χρειάζονται 1.711 ημέρες κατά μέσον όρο (πάνω δηλαδή από 4,5 χρόνια) όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) με υψηλό εισόδημα είναι 589 ημέρες και στη Σιγκαπούρη που έχει την καλύτερη επίδοση είναι 120 ημέρες. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι η Ελλάδα ως προς τη διευθέτηση των διαφορών κατατάσσεται στην 146η θέση.
Ακόμη και η πτώχευση μιας επιχείρησης στην Ελλάδα κοστίζει πολύ περισσότερο σε χρόνο και χρήμα. Στην Ελλάδα απαιτούνται 3,5 χρόνια για να ολοκληρωθεί μια διαδικασία πτώχευσης (1,7 χρόνος είναι ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ), ενώ το ποσοστό ανάκτησης των οφειλομένων είναι πολύ χαμηλό (32% έναντι 70% μέσος όρος ΟΟΣΑ).
Οι δημόσιες συμβάσεις
Η Παγκόσμια Τράπεζα φαίνεται, εξάλλου, να θεωρεί την Ελλάδα λίγο-πολύ παράδειγμα προς αποφυγήν σε ό,τι αφορά τη διενέργεια των διαγωνισμών για τις δημόσιες συμβάσεις. Το σχετικό κριτήριο πρόκειται να προστεθεί στην επόμενη έκθεση Doing Business (το φθινόπωρο του 2020), όμως στη φετινή γίνεται μια πρώτη σύγκριση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Κορέα.
Συγκεκριμένα, στην Κορέα χρειάζονται 161 ημέρες από την προκήρυξη ενός διαγωνισμού μέχρι την υπογραφή της σύμβασης και την αδειοδότηση του αναδόχου, ενώ στην Ελλάδα χρειάζεται κατά μέσον όρο ένας χρόνος.