Με αρνητικό επιτόκιο -0,04% η Ελλάδα δανείστηκε 1 δισ. μέσω 3μηνων εντόκων


Οι επενδυτές δείχνουν πως εκτιμούν ότι η ελληνική οικονομία, παρά το σοκ που περνάει λόγω και του μεγάλου πλήγματος που δέχεται ο τουρισμός, δεν διατρέχει κίνδυνο χρηματοδότησης.

Σημαντικό σήμα για τις προοπτικές ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, παρά τη βαθιά ύφεση που προκαλεί η πανδημία, έδωσε χθες η αγορά των εντόκων, καθώς, για πρώτη φορά μετά τις αρχές Φεβρουαρίου και προ κορωνοϊού, το επιτόκιο στους τίτλους τριμήνου υποχώρησε σε αρνητικά επίπεδα.

Αυτό αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη και ακόμη πιο σημαντική ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, καθώς εν μέσω πανδημίας οι επενδυτές είναι πρόθυμοι να… πληρώσουν για να δανείσουν τη χώρα μας, σε ορίζοντα μάλιστα μόλις τριών μηνών.

Το συγκεκριμένο διάστημα ενέχει πολλές αβεβαιότητες και κινδύνους για τις αγορές και τις οικονομίες διεθνώς, καθώς, με το νέο κύμα του κορωνοϊού να βρίσκεται σε εξέλιξη σε πολλές χώρες, μπορεί να τεθούν σε κίνδυνο οι εκτιμήσεις για την πορεία της ανάκαμψης στο επόμενο διάστημα. Ωστόσο οι επενδυτές δείχνουν πως εκτιμούν ότι η ελληνική οικονομία, παρά το σοκ που περνάει λόγω και του μεγάλου πλήγματος που δέχεται ο τουρισμός, δεν διατρέχει κίνδυνο χρηματοδότησης.

Πιο αναλυτικά, στη δημοπρασία εντόκων γραμματίων διάρκειας 13 εβδομάδων που διενήργησε χθες ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), η απόδοση διαμορφώθηκε στο -0,04%, με την έκδοση να υπερκαλύπτεται κατά 2,22 φορές και το ελληνικό Δημόσιο να αναμένεται να αντλήσει 1 δισ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των επιπλέον μη ανταγωνιστικών προσφορών). Αξίζει να σημειωθεί πως στην αντίστοιχη έκδοση τον Ιούλιο το επιτόκιο είχε διαμορφωθεί στο 0,01%, ενώ την τελευταία φορά που είχε κινηθεί σε αρνητικά επίπεδα ήταν στην έκδοση της 5ης Φεβρουαρίου του 2020, δηλαδή πολύ πριν ξεσπάσει η πανδημία, οπότε είχε διαμορφωθεί στο -0,1%.

Οι εκδόσεις εντόκων, οι οποίες έχουν αυξηθεί σε μέγεθος, σε συνδυασμό με τις εκδόσεις ομολόγων, αποτελούν μέρος της στρατηγικής του ΟΔΔΗΧ και του οικονομικού επιτελείου, έχουν στόχο να αναπληρώνουν τα κεφάλαια που χρησιμοποιούνται από τα ταμειακά διαθέσιμα για τη χρηματοδότηση των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης, έτσι ώστε αυτά να διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα στα τέλη του έτους και κοντά στα 30 δισ. ευρώ. Με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα θα έχει ένα ισχυρό δίχτυ ασφαλείας για την επόμενη μέρα της κρίσης, κάτι που αναμένεται να αναγνωρίσουν και να ανταμείψουν τόσο οι αγορές όσο και οι οίκοι αξιολόγησης. Μάλιστα θα είναι η μόνη χώρα που θα βγει από αυτήν την κρίση με τόσο μεγάλο «μαξιλάρι» ρευστότητας και, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, είναι κάτι που έχει ανάγκη στο οπλοστάσιό της, καθώς δεν έχει αξιολόγηση «επενδυτικής βαθμίδας» και δεν αναμένεται να την αποκτήσει πριν από το 2023.

Ενδεικτικά της συνεχιζόμενης όρεξης που δείχνουν οι επενδυτές για τους ελληνικούς κρατικούς τίτλους είναι τα συνεχιζόμενα ιστορικά ρεκόρ που καταγράφει το 5ετές ελληνικό ομόλογο (λήξης Απριλίου 2024). Χθες η απόδοσή του υποχώρησε εκ νέου κατά 6% και στο 0,22% που αποτελεί νέο χαμηλό, ενώ σταθεροποιητικά στο 1,03% κινήθηκε η απόδοση του 10ετούς.

«Παραμένουμε θετικοί για τα ελληνικά ομόλογα», σημειώνει μιλώντας στην «Κ» ο Σεμπάστιαν Γκάλι, ανώτερος μακροοικονομικός αναλυτής της Nordea Asset Management, καθώς αναμένει πως τα οικονομικά στοιχεία θα βελτιωθούν σταδιακά ενώ οι θετικές εξελίξεις γύρω από την παρασκευή εμβολίου αναμένεται στο μακροπρόθεσμο διάστημα να ενισχύσουν σημαντικά τις προοπτικές τουρισμού. 

kathimerini.gr