Με «ίωση» και ο φετινός προϋπολογισμός, αλλά και του 2021
Τα ετήσια εισοδήματα από ενοίκια ανέρχονται στα 6 δισ. ευρώ και θα περιοριστούν κατά πολύ, καθώς το «κούρεμα» του 40% πήρε πολύ μεγάλη έκταση.
Εφιαλτική για τα δημόσια έσοδα, κυρίως τα φορολογικά, θα είναι όχι μόνο η φετινή αλλά και η επόμενη χρονιά. Η αναστολή εκατομμυρίων συμβάσεων εργασίας, οι απολύσεις, το κλείσιμο επιχειρήσεων και καταστημάτων, το υποχρεωτικό «κούρεμα» των ενοικίων και οι ζημίες ή τα μειωμένα κέρδη που θα εμφανίσουν εκατοντάδες χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι αναμένεται να συρρικνώσουν κατά πολλά δισεκατομμύρια ευρώ τη φορολογητέα ύλη που θα παραχθεί φέτος και θα φορολογηθεί του χρόνου.
Για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, τα φορολογητέα εισοδήματα των φυσικών προσώπων αναμένεται να υποχωρήσουν κάτω ακόμη και από τα 70 δισ. ευρώ (εκτιμώνται από 65 έως 70 δισ. ευρώ), όταν πριν ξεκινήσει η περιπέτεια των μνημονίων έφταναν ακόμη και στα 105 δισ. ευρώ.
Φέτος, τα δηλωθέντα εισοδήματα (τα οποία αποκτήθηκαν το 2019 και θα αποτυπωθούν στις φετινές φορολογικές δηλώσεις) αναμένεται να ανέλθουν κοντά στα 74-75 δισ. ευρώ. Μεγάλη υποχώρηση αναμένεται και στα δηλωθέντα κέρδη των επιχειρήσεων, τα οποία κυμαίνονται περίπου στα 13-14 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση (στις φετινές φορολογικές δηλώσεις είναι πιθανό να ξεπεράσουν και τα 14 δισ. ευρώ, καθώς το 2019 ήταν μια χρονιά ανάπτυξης).
Η είσπραξη άνω των 50 δισ. ευρώ από φόρους μέσα στην επόμενη χρονιά θεωρείται ήδη ουτοπικός στόχος, γεγονός που αυτομάτως σημαίνει ότι μένει στο «αέρα» και οποιαδήποτε συζήτηση για δημοσιονομικούς στόχους και πρωτογενή αποτελέσματα του κρατικού προϋπολογισμού.
Η μόνη πηγή φορολογητέων εισοδημάτων που –προς το παρόν– δεν έχει πληγεί από τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού είναι οι συντάξεις και οι μισθοί των εργαζομένων στον στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα. Από αυτές τις δύο πηγές, πηγάζουν και περίπου τα μισά δηλωθέντα εισοδήματα, δηλαδή κοντά στα 35-40 δισ. ευρώ. Ολες οι υπόλοιπες πηγές έχουν ήδη «χτυπηθεί», και το μόνο που μένει να φανεί είναι το πόσο ισχυρό θα είναι το πλήγμα.
Πιο αναλυτικά, στο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες η μείωση της φορολογητέας ύλης θα προκύψει για δύο λόγους. Πρώτον, από τις απολύσεις ή τις μη ανανεώσεις συμβάσεων για εκατοντάδες χιλιάδες εποχικά εργαζομένους, κυρίως στον τομέα του τουρισμού. Οι πρώτες δεκάδες χιλιάδες απολύσεις ήδη καταγράφηκαν τον Μάρτιο, ενώ η μεγάλη αγωνία είναι το τι θα γίνει κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών.
Αναστολή συμβάσεων
Σχεδόν για το σύνολο των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα υιοθετήθηκαν (ή υιοθετούνται) λύσεις όπως είναι η αναστολή των συμβάσεων εργασίας. Προς το παρόν, αυτό έχει γίνει για 45 ημέρες, αλλά είναι πολύ πιθανό να υπάρξει παράταση και για τον Μάιο. Αναστολή για 75-90 ημέρες σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι θα χάσουν έως και τρεις μισθούς ή κοντά στο ένα τέταρτο του ετήσιου εισοδήματός τους.
Ηδη, εκτός από τους μισθούς για τη διάρκεια της αναστολής, έχει θιγεί και το δώρο Πάσχα (ολόκληρο καταβάλλεται μόνο αν η σύμβαση είναι σε ισχύ από Ιανουάριο μέχρι και Απρίλιο), ενώ αν υπάρξει παράταση αναστολής και τον Μάιο, θα επηρεαστεί εν μέρει και το δώρο Χριστουγέννων.
Φυσικά, ο εργαζόμενος σε αναστολή παίρνει ως «αντάλλαγμα» και την ενίσχυση των 800 ευρώ (που μπορεί να επαναληφθεί αν παραταθούν τα μέτρα για τον Μάιο), αλλά και το χαμένο τμήμα του δώρου Πάσχα από το κράτος. Αυτό όμως δεν αποτρέπει τη μείωση του φορολογητέου εισοδήματος, καθώς το επίδομα των 800 ευρώ είναι αφορολόγητο.
Το ετήσιο δηλωθέν εισόδημα των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα ανέρχεται περίπου στα 20 δισ. ευρώ, οπότε οι απώλειες για το 2020 εκτιμάται ότι θα κινηθούν από τα 2,5 έως τα 5 δισ. ευρώ, ανάλογα με τη διάρκεια των αναστολών αλλά και την έκταση των απολύσεων.
Τα ετήσια εισοδήματα από ενοίκια ανέρχονται περίπου στα 6 δισ. ευρώ. Το «κούρεμα» του 40% πήρε πολύ μεγάλη έκταση από τη στιγμή που συμπεριελήφθησαν όλοι οι εργαζόμενοι σε αναστολή, οι ελεύθεροι επαγγελματίες αλλά και τα ενοίκια φοιτητών που σπουδάζουν μακριά από τον τόπο κατοικίας τους.
Η απώλεια εισοδημάτων εκτιμάται σε τουλάχιστον 400 εκατ. ευρώ, ενώ είναι ένα ερώτημα το τι θα γίνει κατά τη διάρκεια του υπόλοιπου έτους (δηλαδή το αν θα υπάρξει λογική «δεν πληρώνω», που με τη σειρά της θα οδηγήσει και σε αύξηση των εξώσεων ή των αγωγών).
Τα δηλωθέντα κέρδη των αυτοαπασχολουμένων και των ελεύθερων επαγγελματιών είχαν ούτως ή άλλως καταρρεύσει τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της σύνδεσης του εισοδήματος με τις ασφαλιστικές εισφορές.
Συνολικά, κινούνταν στα 3-4 δισ. ευρώ, οπότε δεν αναμένεται να καταγραφεί περαιτέρω μείωση. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τα κέρδη από μερίσματα, τα οποία είχαν υποχωρήσει αισθητά λόγω της φορολόγησης με συντελεστή 15%, ο οποίος τώρα έχει μειωθεί στο 5%.
Το μεγάλο ερώτημα για τα φορολογικά έσοδα έχει να κάνει με το τι θα δηλώσουν οι επιχειρήσεις. Αναμένεται μεγάλη μείωση σε σχέση με τα 14 δισ. ευρώ που υπολογίζεται να φανούν φέτος, αλλά το τι θα συμβεί σε επίπεδο φορολογικών εσόδων θα εξαρτηθεί και από το αν θα «κρατηθούν» τα οικονομικά μεγέθη επιχειρήσεων που δεν πλήττονται τόσο από την κρίση.
Επιστροφές
Το 2021 θα εκτοξευθεί ο αριθμός των φορολογουμένων που θα περιμένουν επιστροφή φόρου, καθώς μέσα στο 2020 θα έχει παρακρατηθεί πολύ περισσότερος φόρος από αυτόν που αναλογεί. Ενα και μόνο παράδειγμα αποδεικνύει την έκταση που θα λάβει το φαινόμενο, δεδομένου ότι αυτό το παράδειγμα αφορά ουσιαστικά έως και 1,7 εκατ. μισθωτούς αλλά και εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες, τα εισοδήματα των οποίων υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου: Εργαζόμενος με μηνιαίο φορολογητέο εισόδημα 1.470 ευρώ (είναι 1.750 ευρώ μεικτά ή 1.300 ευρώ καθαρά) μπαίνει σε καθεστώς αναστολής για 90 ημέρες μέσα στο 2020.
Αυτό σημαίνει ότι χάνει από το εισόδημά του 3.900 ευρώ και εισπράττει ως αντάλλαγμα 1.600 ευρώ (δύο 800άρια), τα οποία όμως είναι αφορολόγητα. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020, θα του έχει γίνει παρακράτηση φόρου 1.530 ευρώ. Εξαιτίας όμως της μείωσης του ετήσιου δηλωθέντος εισοδήματος (από τις 17.693 στις 13.266 ευρώ), ο φόρος που θα αναλογεί θα είναι 890 ευρώ. Η διαφορά των 640 ευρώ θα πρέπει να επιστραφεί στον φορολογούμενο.