Νέες ταινίες: Ζιλιέτ Μπινός, Ρόμπερτ Πάτισον σε ένα πείραμα στο Διάστημα [κριτική & τρέιλερ]
Σινεφιλική αυτή η εβδομάδα, με το τετράωρο αριστούργημα του Χου-Μπο «Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος» και το «Transit» του Κρίστιαν Πέτζολντ να κλέβουν τις εντυπώσεις.
Πρεμιέρα στους κινηματογράφους και για τη «Μαύρη Τρύπα» με Ρόμπερτ Πάτινσον και Ζιλιέτ Μπινός.
Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος (Dà xiàng xí dì ‘ér zuò/ An elephant sitting still)
Σενάριο – Σκηνοθεσία – Μοντάζ: Χου Μπο
Παίζουν: Ζανγκ Γου, Πενγκ Γουτσάνγκ, Γουάνγκ Γιουγουέν, Λι Κονγκζ
Κάτω από τον συννεφιασμένο ουρανό μιας ανώνυμης πόλης στη βόρεια Κίνα, οι ζωές κάποιων απελπισμένων ανθρώπων διασταυρώνονται στη διάρκεια μίας και μόνο έντονης μέρας, από το ξημέρωμα μέχρι το σούρουπο.
Το επικό και βασανισμένο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Χου Μπο, που απέσπασε στο περσινό Φεστιβάλ Βερολίνου το βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών (FIPRESCI), είναι μια οδυνηρή ιστορία οργής και ομορφιάς, που ήδη θεωρείται ορόσημο για τον νεότερο Κινεζικό κινηματογράφο – και όχι μόνο.
Μάλιστα η πορεία του φιλμ, έχει σφραγιστεί από τη τραγική κατάληξη του δημιουργού της, ο οποίος έδωσε τέλος στη ζωή του μετά την ολοκλήρωση της παραγωγής τον Οκτώβριο του 2017 στα 29 του χρόνια.
Η απόγνωση και η αγωνία του Χου Μπο που δεν μπόρεσε να αντέξει το καθεστώς λογοκρισίας των παραγωγών αλλά και τη ζοφερή πραγματικότητα, καταγράφεται από τέσσερις διαφορετικές ιστορίες.
Ένας ηλικιωμένος δέχεται τη σκληρότητα της οικογένειάς του που θέλει να τον ξεφορτωθεί, στέλνοντάς τον σε ένα γηροκομείο. Ένας νεαρός άνδρας, απογοητευμένος από το αντικείμενο του πόθου του, κοιμάται με την γυναίκα του καλύτερού του φίλου, οδηγώντας τον στην αυτοκτονία. Ένα έφηβο αγόρι δέχεται συνεχώς μπούλινγκ στο σχολείο και μια μαθήτρια πρέπει να αντιμετωπίσει τη σχέση με την καταπιεστική μητέρας της, αλλά και τον διευθυντή του σχολείου.
Όλοι τους ασφυκτιούν σε λασπωμένους δρόμους και λαϊκές γειτονιές, χωρίς ελπίδα , μέχρι που οι δρόμοι τους διασταυρώνονται, με προορισμό το Μανζούλι (μια πόλη στα Κινεζο – Ρωσικά σύνορα). Εκεί, στο μεγάλο τσίρκο, βρίσκεται ένας ελέφαντας που στέκεται διαρκώς ακίνητος, αδιάφορος για την κτηνωδία που κυριαρχεί στον κόσμο.
H κάμερα του Χου Μπο μέσα από μονοπλάνα μακρά διαρκείας κι απίστευτης δεξιοτεχνίας για έναν τόσο νεαρό καλλιτέχνη παρακολουθεί τους ήρωές του σε μια αδυσώπητη εσωτερική περιπέτεια, μιας κι όλοι προσπαθούν να δραπετεύσουν από κάπου: από τις οικογένειες, τις αρχές, τους γκάνγκστερ, το σχολείο και κυρίως από την εφιαλτική πραγματικότητα της ζωής τους σε ένα μεταβιομηχανικό παρακμασμένο περιβάλλον, όπου κυριαρχεί η αδιαφορία, η βία και η απόγνωση.
Ως μαθητής του Μπέλα Ταρ, ο Χου Μπο δεν φοβάται τον χρόνο και αφήνει την ιστορία του να ξεδιπλωθεί σε τέσσερις ώρες, στήνει ένα στιβαρό ποιητικό δράμα, μια ωδή στην απελπισία, βάζοντας σε αυτό ένα πολύ προσωπικό του κομμάτι, δημιουργώντας τελικά ένα αξιομνημόνευτο έργο τέχνης.
Transit
Σκηνοθεσία: Κρίστιαν Πέτζολντ
Παίζουν: Φραντς Ρογκόφσκι, Πάουλα Μπέερ
Τα γερμανικά στρατεύματα πλησιάζουν στο Παρίσι. Ο Γκέοργκ, ένας Γερμανός πρόσφυγας, δραπετεύει στη Μασσαλία την τελευταία στιγμή. Στις αποσκευές του φέρει τα έγγραφα ενός συγγραφέα, του Βάιντελ, ο οποίος έχει αυτοκτονήσει.
Τα έγγραφα περιλαμβάνουν ένα χειρόγραφο, επιστολές και βίζα από την πρεσβεία του Μεξικού. Στη Μασσαλία, μόνο εκείνοι που μπορούν να αποδείξουν ότι θα φύγουν, έχουν δικαίωμα να παραμείνουν. Έτσι ο Γκέοργκ υιοθετεί την ταυτότητα του νεκρού και αποφασίζει να παραμείνει εκεί.
Όλα αλλάζουν όταν ερωτεύεται την Μαρία, μια μυστηριώδη γυναίκα που αναζητάει τον σύζυγό της, ο οποίος θα την περίμενε στη Μασσαλία, για να διαφύγουν με βίζα στο Μεξικό.
Mετά το «Βarbara» (Αργυρή Άρκτος Καλύτερης Σκηνοθεσίας – 68ο Φεστιβάλ Βερολίνου) και «Το Τραγούδι του Φοίνικα», ο βραβευμένος Γερμανός σκηνοθέτης, Κρίστιαν Πέτζολντ, διασκευάζει το σπουδαίο μυθιστόρημα της Άνα Σέγκερς, «Τράνζιτο», που γράφτηκε το 1942 στη Μασσαλία.
To βιβλίο της Σέγκερς είναι απόλυτα συνδεδεμένο με την εποχή του. Μάλιστα η ίδια η συγγραφέας εγκατέλειψε τη Γερμάνια για το Παρίσι αφού είχε ήδη συλληφθεί από την Γκεστάπο, βρήκε καταφύγιο στην Μασσαλία και από εκεί έφυγε στο Μεξικό, όπως ακριβώς και ο Γκέοργκ ο κεντρικός ήρωας της ταινίας.
Μόνο που αυτός έχοντας βρει τα χειρόγραφα ενός νεκρού συγγραφέα, καθώς και τη βίζα του αλλά κι ένα γράμμα προς τη γυναίκα του , υποδύεται στην ουσία κάποιον άλλον για να διασωθεί. Κι ενώ περιμένει το πλοίο της απόδρασής του, θα γνωρίσει την Μαρί, γεγονός που θα ανατρέψει τα σχέδιά του.
Ο Κρίστιαν Πέτζολντ μεταφέρει τη δράση από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε μια σύγχρονη εποχή, διατηρώντας ως περιβάλλον το λιμάνι της Μασσαλίας, υπενθυμίζοντας συνεχώς πως η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Και πάλι η Γερμανία επιτίθεται, χωρίς όμως ποτέ πραγματικά να μαθαίνουμε για ποιον λόγο, ούτε παίρνουμε πολλές πληροφορίες για την περιρρέουσα κατάσταση.
Εστιάζοντας κατά βάση στο προσφυγικό ζήτημα και την έννοια της πατρίδας, αλλά και της αναμονής του να βρει κανείς έναν τόπο όπου μπορεί να υπάρξει, ο Πέτζολντ με μια νέο-νουάρ απειλητική ατμόσφαιρα διηγείται τη συναρπαστική ιστορία ενός ανέφικτου έρωτα και της αναζήτησης μιας ταυτότητας, σε μια Ευρώπη που τελικά δεν μπορεί να ξεφύγει από το παρελθόν της.
Η αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο που ακούγεται voice over- μάλιστα ο αφηγητής θα μπορούσε να είναι ακόμα και ο Γκέοργκ- δίνει έναν ποιητικό τόνο, που αν και σε κάποια σημεία καταλήγει μονότονος, δένει τις ιστορίες και τις πορείες των προσώπων του « Τransit|», δηλώνοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι η προσφυγιά είναι η κοινή μας μοίρα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Εξαιρετικός ο Φραντς Ρογκόφσκι, που η ομοιότητά του με τον Χοακίν Φοίνιξ είναι εκπληκτική, αλλά και η μυστηριώδης Πάουλα Μπέερ, που με τις ερμηνείες τους προσθέτουν πολλούς πόντους στο όλο εγχείρημα.
Μαύρη Τρύπα (High Life)
Σκηνοθεσία: Κλερ Ντενί
Παίζουν: Ρόμπερτ Πάτινσον, Ζιλιέτ Μπινός, Αντρέ Μπέντζαμιν, Μία Γκο
Στο Μακρινό Διάστημα, ο Μόντι και η κόρη του Γουίλου ζουν μαζί σε ένα διαστημόπλοιο σε απόλυτη απομόνωση. Οι δυο τους είναι οι μόνοι επιζήσαντες ενός πληρώματος θανατοποινιτών, κατευθυνόμενοι στην Μαύρη Τρύπα, εκεί όπου ο χώρος και ο χρόνος δεν υπάρχουν.
Η πάντα ανατρεπτική Κλερ Ντενί μετά από την «Λιακάδα Μέσα μου», στην πρώτη αγγλόφωνη ταινία της δοκιμάζεται στο πεδίο της επιστημονικής φαντασίας, και μας μεταφέρει σε μια μελλοντική δυστοπία, διχάζοντας κοινό και κριτικούς.
Ένα διαστημόπλοιο ταξιδεύει με μοναδικό πλήρωμα έναν άνδρα, τον Μόντι, και τη νεογέννητη κόρη του. Οι δυο τους περιτριγυρίζονται από νεκρά σώματα και την υποψία ότι κάτι αποτρόπαιο εκτυλίχθηκε στους αχανείς διαδρόμους αυτού του κλειστοφοβικού σκάφους.
Η καθημερινότητά τους διακόπτεται από φλας μπακ, μέσα από τα οποία μαθαίνουμε τι απέγιναν οι υπόλοιποι επιβάτες, όλοι βαρυποινίτες που αποδέχτηκαν αυτό το ταξίδι στην άκρη του γαλαξία με αντάλλαγμα την ελευθερία τους, για να βρεθούν έκθετοι στα παράδοξα πειράματα μιας ομάδας επιστημόνων, που είχε ως απώτερο στόχο τη διαιώνιση του ανθρώπινου είδους στο σύμπαν.
Η Ντενί δεν είναι μια συμβατική δημιουργός, οπότε δεν αποδέχεται τους κανόνες του sci-fi. Μην περιμένετε λοιπόν ένα καλοδομημένο σύμπαν που θα σας εισάγει στον αχανή κόσμο του διαστήματος, ούτε τα εντυπωσιακά εφέ των μεγάλων παραγωγών.
Η Γαλλίδα σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την επιστημονική φαντασία ως αφορμή για να φτιάξει ένα δυστοπικό περιβάλλον και μια παγερή ατμόσφαιρα, μέσα στην οποία οι σεξουαλικές φαντασιώσεις, οι σχέσεις εξουσίας και οι πιο σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης φύσης εκδηλώνονται χωρίς κανένα προκάλυμμα.
Το ανθρώπινο σώμα και κατά συνέπεια η ανθρώπινη ύπαρξη μοιάζουν ασήμαντες στο άπειρο κι αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που η Ντενί επιλέγει αυτή τη φόρμα για να θίξει θέματα που την απασχολούν ούτως ή άλλως στις ταινίες της.
Εδώ βέβαια, συχνά περιπλέκει τα πράγματα περισσότερο από όσο χρειάζεται και πολλές φορές «αρρωσταίνει» τα πλάνα της πέρα από τα όρια, δοκιμάζοντας την συναισθηματική νοημοσύνη του θεατή, εναλλάσσοντας σκηνές βίας ή σεξουαλικής αποκτήνωσης, για να πει τελικά κάτι γνωστό έως και κοινότοπο.
Παρόλα αυτά ως δεξιοτέχνης της κάμερας ξέρει να στηρίζει το οικοδόμημά μας, κλείνοντας το μάτι στην «Οδύσσεια του Διαστήματος», χωρίς όμως να φτάνει τον φιλοσοφικό στοχασμό του Κιούμπρικ.
Η Ζιλιέτ Μπινός με εμφάνιση που θυμίζει την Μαρίνα Αμπράμοβιτς κάνει ό,τι μπορεί για να υποστηρίξει ένα ρόλο χωρίς σταθερή βάση, ενώ αντίθετα ο Ρόμπερτ Πάτινσον φτιάχνει μια εσωτερική διαδρομή για τον ήρωά του, αποδεικνύοντας ότι δεν είναι μόνο ηθοποιός νεανικών blockbuster.
Γυναίκες με τα Όλα τους (Die Gottliche Ordnung/ The Divine Order)
Σκηνοθεσία: Πέτρα Μπλοντίνα Βόλπε
Παίζουν: Μαρί Λεουενμπέργκερ, Μαξιμίλιαν Σιμόνιτσεκ, Ρέιτσελ Μπράουνσβάιγκ
Το 1971, η ελβετική ύπαιθρος δεν επηρεάζεται από τις μεγάλες κοινωνικές αναταραχές που προκάλεσε το κίνημα του 1968. Η Νόρα, μια νεαρή νοικοκυρά και μητέρα, ζει σε ένα γραφικό χωριό με το σύζυγο και τους δύο γιους της.
Πρόκειται για ένα ήσυχο άτομο, αρεστό από όλους, μέχρι αποφασίζει να αρχίσει δημόσιο αγώνα για το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες.
Η ιστορία διεκδίκησης ψήφου των γυναικών στην Ελβετία εμπνέει την Πέτρα Μπλοντίνα Βόλπε για μια ταινία που κέρδισε το βραβείο κοινού στο Φεστιβάλ της Τραϊμπέκα και ήταν η επίσημη υποβολή της χώρας για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Τη δεκαετία του ΄70 ενώ συνταρακτικά γεγονότα συγκλονίζουν την ανθρωπότητα, όπως άλλωστε μας πληροφορεί και η αφήγηση στην αρχή της ταινίας, σε ένα γερμανόφωνο χωριό της Ελβετίας , οι γυναίκες ακόμα δεν έχουν το δικαίωμα να ψηφίζουν κι όλοι θεωρούν πως η θέση τους ανήκει στην κουζίνα και στη φροντίδα των παιδιών.
Η Νόρα μια νεαρή μητέρα δυο αγοριών, που ποτέ δεν έχει νιώσει σεξουαλική ικανοποίηση, αποφασίζει να προβάλει την δική της αντίσταση. Το χωριό διχάζεται, όμως ο αγώνας για τη γυναικεία χειραφέτηση έχει ήδη αρχίσει.
Η Πέτρα Μπλοντίνα Βόλπε λαμβάνοντας υπόψη της ένα πραγματικό γεγονός που οδήγησε τελικά στην κατοχύρωση του δικαιώματος ψήφου στην Ελβετία – παραδόξως συνέβη στις 7 Φεβρουαρίου του 1971- και κλείνοντας το μάτι στην αριστοφανική «Λυσιστράτη», αφηγείται με στρωτές αλλά όχι ρηξικέλευθες λύσεις ένα κομμάτι του φεμινιστικού κινήματος, χωρίς όμως να εμβαθύνει στο θέμα της.
Χρησιμοποιώντας ως όχημα διαφορετικούς χαρακτήρες που αντιπροσωπεύουν πολλές αλλά σχηματικές κατηγορίες, θέτει αρκετά θέματα που αφορούν στην απελευθέρωση των γυναικών, πολλά μάλιστα εκ των οποίων απασχολούν τον δυτικό κόσμο ακόμα και σήμερα.
Οι ερμηνείες των βασικών ηθοποιών της μεταφέρουν με πάθος τον αγώνα αυτών των γενναίων κυριών, την ώρα που η Βόλπε αντιμετωπίζει την όλη υπόθεση αρκετά ανάλαφρα, προκειμένου να επικοινωνήσει και να διασκεδάσει τον θεατή. Και πράγματι καταφέρνει να φτιάξει μια ευχάριστη ταινία, χωρίς καταγγελτικές κορώνες, που όμως δεν μπαίνει στα βαθιά, και αρκείται σε μια συμβατική εικονογράφηση μιας πολύ ιδιαίτερης κατάστασης, καταλήγοντας σε ένα ανούσιο φινάλε, όπου ο έρωτας λύνει όλα τα προβλήματα.
Η κατάρα της Γιορόνα ( The curse of La Llorona)
Σκηνοθεσία: Μάικλ Τσάβες
Παίζουν: Λίντα Καρντελίνι, Ρέιμοντ Κρουζ, Πατρίτσια Βελάσκεζ, Μαρισόλ Ραμίρεζ, Σιν Πάτρικ Τόμας
Στη δεκαετία του 1970, στο Λος Άντζελες, η Γιορόνα παραφυλά τη νύχτα, για νέα παιδιά. Παραβλέποντας την προειδοποίηση μιας προβληματικής μητέρας που είναι ύποπτη για κακοποίηση, μία κοινωνική λειτουργός και τα μικρά παιδιά της σύντομα θα βρεθούν σε μια τρομακτική, υπερφυσική σφαίρα.
Η μόνη τους ελπίδα να επιβιώσουν από τη θανατηφόρα οργή της Γιορόνα είναι ένας απογοητευμένος ιερέας, που προσπαθεί να κρατήσει μακριά το κακό, υιοθετώντας τις δικές τους μυστικιστικές τακτικές. Όμως μέσα τους συγκρούονται συνεχώς ο φόβος και η πίστη.
Η έκτη ταινία στο τρομακτικό σινε-σύμπαν του «Καλέσματος» εμπνέεται από τον θρύλο της Γιορόνα, μιας τρομαχτικής οντότητας που κυνηγάει μικρά παιδιά.
Η Άννα μια χήρα και μητέρα δυο μικρών παιδιών εργάζεται ως κοινωνική λειτουργός τη δεκαετία του 1970, όταν καλείται να αντιμετωπίσει την περίπτωση μιας μητέρας που κατηγορείται για κακοποίηση. Η ίδια όμως ισχυρίζεται ότι τα προστατεύει από ένα σκοτεινό πνεύμα, τη Γιορόνα, η οποία σύμφωνα με τον θρύλο έχει πνίξει τα δικά της παιδιά σε μια λίμνη κι έκτοτε περιπλανιέται στους αιώνες στοιχειωμένη, σκορπίζοντας τον τρόμο.
Η ορθολογική Άννα σύντομα θα διαπιστώσει ότι αυτή η γυναίκα έχει δίκιο, όταν θα αναγκαστεί η ίδια να αντιμετωπίσει την τρομακτική Γιορόνα. Ο ιερέας της εκκλησίας τη συμβουλεύει να εμπιστευτεί έναν Μεξικανό εξορκιστή, που στο παρελθόν, ήταν κληρικός, προκειμένου να πολεμήσει αυτή την εξώκοσμη δύναμη.
Ένας μεξικάνικος θρύλος πυροδοτεί τη φαντασία των παραγωγών και του σκηνοθέτη Μάικλ Τσάβες, οι οποίοι συνδυάζοντας τελετουργίες και παλιά έθιμα- τα οποία μοιάζουν σχεδόν αστεία- με μια αλλόκοτη φιγούρα προσπαθούν να δημιουργήσουν μια απόκοσμη ατμόσφαιρα.
Δυστυχώς όμως όλες αυτές οι δοξασίες φλερτάρουν έντονα με το γκροτέσκ, τα κλισέ αφθονούν, οι όποιες προσπάθειες να θίξουν το θέμα της πίστης πέφτουν στο κενό, κι έτσι οι ήρωες τρέχουν πανικόβλητοι πάνω κάτω, για να γλιτώσουν από ένα φάντασμα, που συνεχώς τσιρίζει και κλαίει.
Μάρνι, μια τρελή συμμορία (Marnie’s World)
Σκηνοθεσία: Κρίστοφ Λαουνστάιν, Βόλφγκανγκ Λαουνστάιν
Με τις φωνές των ( στα ελληνικά): Νίκης Γρανά, Θάνου Λέκκα, Ελισάβετ Μουτάφη, Κωνσταντίνου Μουταφτσή, Κώστα Αποστολίδη, Ηλία Ζερβού, Τζωρτζίνας Χρυσκιώτη, Φώτη Πετρίδη, Θοδωρή Αποστολίδη
Η Μάρνι είναι μια σπιτική γάτα που ζει μια άνετη ζωή. Όταν όμως εμφανίζεται ο μυστηριώδης αδελφός της, ο οποίος της προτείνει να αναλάβει καθήκοντα ειδικής πράκτορα σε μια άκρως απόρρητη αποστολή, θα βρεθεί μπλεγμένη σε μια απίστευτη περιπέτεια.
Οι βραβευμένοι με Όσκαρ Κριστόφ και Βόλφγκανγκ Λαουνστάιν εμπνέονται από μία ευφάνταστη ιστορία των αδελφών Γκριμ και την μετατρέπουν σε μια περιπέτεια κινουμένων σχεδίων για όλη την οικογένεια.
Η Μάρνι είναι μια κακομαθημένη σπιτική γάτα, που ζει μια άνετη ζωή στο σπίτι των Σανσάιν. Τα λίγα που ξέρει για τον έξω κόσμο τα έχει μάθει χάρη στην αγαπημένη της αστυνομική σειρά στην τηλεόραση, ενώ η ιδιοκτήτριά της, η Ρόζαλιντ, φροντίζει με αγάπη και τρυφερότητα για κάθε της ανάγκη.
Μια μέρα ο μυστηριώδης αδελφός της Ρόζαλιντ, ο Πολ, κάνει την εμφάνισή του και, έχοντας απώτερους σκοπούς, υπόσχεται στην Μάρνι ότι θα αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο ειδικής πράκτορα σε μια άκρως απόρρητη αποστολή.
Εκείνη ενθουσιάζεται με την φοβερή αυτή ευκαιρία, αλλά καταλήγει αναπάντεχα εκτός σπιτιού, εντελώς μόνη. Στην πορεία, ενώνει τις δυνάμεις της με τον Έλβις, έναν φαφλατά αλλά και ντροπαλό σκύλο, τον Άντον, ένα γαϊδουράκι που θέλει να γίνει διάσημος περφόρμερ του τσίρκου και τον κάπως νευρωτικό κόκορα Έγκμπερτ.
Οι τέσσερις φυγάδες θα κλέψουν ένα κόκκινο βανάκι, το οποίο αναζητεί η αστυνομία, κάτι που θα κάνει τις Αρχές να νομίσουν λανθασμένα ότι πρόκειται για μια συμμορία που κλέβει έργα τέχνης. Η πανέξυπνη Μάρνι βλέπει καθαρά ότι η αποστολή τους πια είναι μία: να συλλάβουν τους πραγματικούς ενόχους και να αποκαταστήσουν την τιμή τους.
Ο Ευγενικός Κύριος Λινκ ( Missing Link)
Ακούγονται: Ζακ Γαλιφιανάκης, Χιου Τζάκμαν και Ζόε Σαλντάνα
Προβάλλεται μεταγλωττισμένη με τις φωνές των (στα ελληνικα) : Kωστή Μαραβέγια, Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη και Αντιγόνης Ψυχράμη
Ο κύριος Λινκ , ένα αγαθό τέρας και ο τελευταίος του είδους ξεκινάει μια παράλτομη περιπέτεια με σκοπό να βρει τους μακρινούς του συγγενείς. Μια ακόμα επική περιπέτεια από το στούντιο της Laika με πρωταγωνιστή ένα καλόκαρδο τέρας.
Ο κύριος Λινκ είναι ένα ελαφρώς αφελές , αλλά πολύ έξυπνο και καλόψυχο θηρίο, που αποτελεί και το τελευταίο δείγμα της πρωτόγονης καταγωγής του ανθρώπου.
Με όλο και περισσότερα είδη να είναι υπό εξαφάνιση, ο κύριος Λινκ βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο καθώς είναι ο τελευταίος του γένους του. Ξεκινώντας μια τολμηρή αναζήτηση των μακρινών συγγενών του, θα ζητήσει τη βοήθεια του Σερ Λάιονελ Φρόστ, του μεγαλύτερου ερευνητή μύθων και τεράτων στον κόσμο, και της Αντελίνα Φόρτναϊτ, η οποία έχει στην κατοχή της τον μοναδικό γνωστό χάρτη για τη μυθική κοιλάδα όπου κρύβονται οι μακρινοί συγγενείς του. Έτσι οι τρεις τους θα ξεκινήσουν μια απίθανη οδύσσεια σε όλον τον κόσμο.
Από τον τρόμο στην αντίσταση – Ναζιστικό Στρατόπεδο Παύλου Μελά Θεσσαλονίκη 1941-1944 ( Ντοκιμαντέρ)
Σενάριο- Σκηνοθεσία: Γιώργος Κεραμιδιώτης
Ιστορικό ντοκιμαντέρ του Γιώργου Κεραμιδιώτη, που καταγράφει τη δράση των Ναζί στο στρατόπεδο Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη, την περίοδο 1941-1944.
Η ταινία αφηγείται γεγονότα που συμβαίνουν στο ναζιστικό στρατόπεδο Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη, στην ευρύτερη περιοχή της πόλης και της Βόρειας Ελλάδας, καθώς και στη ναζιστική Γερμανία την περίοδο 1941-1944.
Όπως σε κάθε πολεμική ταινία, έτσι κι εδώ έχουμε από τη μία στρατό κατοχής, εκτελέσεις, μάχες και πράξεις αντίστασης, κι από την άλλη φυλακισμένους, αντιστασιακούς, συνεργάτες του εχθρού, αλλά και ιστορίες αγάπης. Όλα αυτά ζωντανεύουν μέσα από ημερολόγια, γράμματα και συνεντεύξεις κρατουμένων, ενώ μέλη της ΕΠΟΝ και του ΟΠΛΑ διηγούνται τη στράτευσή τους στον αντιστασιακό αγώνα.
Επαναπροβολή:
Προσκύνημα στη Λούρδη (Lourdes)
Σκηνοθεσία: Τζέσικα Χάουσνερ
Παίζουν: Σιλβί Τεστάντ, Λέα Σεϊντού, Ζιλέτ Μπαρμπιέ, Καταρίνα Φλίκερ
Η ιστορία μιας ανάπηρης κοπέλας που πίστεψε στο θαύμα της Λούρδης και περπάτησε, «σκοντάφτοντας» σε ένα ψέμα ζωτικό και απαραίτητο.
Επανακυκλοφορεί αποκλειστικά στον κινηματογράφο Ανδόρα η ταινία «Προσκύνημα στη Λούρδη», που έχει αποσπάσει δώδεκα βραβεία και έξι υποψηφιότητες. Μεταξύ αυτών, το Βραβείο FIPRESCI (Διεθνής Ένωση Κριτικών) στο Φεστιβάλ Βενετίας 2009 και το Βραβείο Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας ( για την Σιλβί Τεστίντ) στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου 2010.
Η Κριστίν έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της πάνω σε μια αναπηρική πολυθρόνα. Όταν αποφασίζει να επισκεφτεί τη Λούρδη, θρυλικό τόπο προσκυνήματος στην καρδιά των Πυρηναίων, το κάνει περισσότερο για να ξεφύγει απτην απομόνωσή της, παρά από πίστη σ
ένα θαύμα.
Παρ’ όλα αυτά, ακολουθεί πιστά το πάγιο τελετουργικό: εμβαπτίσεις στο θαυματουργό νερό, εξομολογήσεις, προσευχές κ.λπ. Ο αρχηγός της ομάδας των προσκυνητών, ένας όμορφος σαραντάρης εθελοντής του Τάγματος της Μάλτας, αρχίζει να εκδηλώνει ενδιαφέρον για εκείνη. Η Κριστίν προσπαθεί ν’ αδράξει αυτή την πρωτόγνωρη ευκαιρία ευτυχίας, την ίδια στιγμή που η θεραπεία της προκαλεί απορία, φθόνο και θαυμασμό στους παρισταμένους.
Το «Προσκύνημα στη Λούρδη» είναι ένα σκληρό παραμύθι, που αντιμετωπίζει την έννοια της πίστης με διάθεση περισσότερο φιλοσοφική παρά θρησκευτική.
Με σεναριακή ακρίβειά, η Τζέσικα Χάουσνερ αφοπλίζει με τη γλυκόπικρη αλήθεια και τη σκληρή ειρωνεία της, φτιάχνοντας μια ταινία με κισλοσφκικές επιρροές , αναζητώντας μια απάντηση στο αν κανείς μπορεί να προκαλέσει το θαύμα με την πίστη του.