Nέες ταινίες: Ντάιαν Κίτον, Τζέιν Φόντα, σε μία sex & the city εκδοχή με 70άρες [κριτική & τρέιλερ]


Γιατί τέσσερις μεγάλες κυρίες του Χόλιγουντ διαβάζουν τις «Πενήντα αποχρώσεις του Γκρι»;

Έχει νόημα η επιστροφή των « Απίθανων»; Τι δουλειά κάνει η Τζόντι Φόστερ στο « Ηοtel Artemis»; Οι απαντήσεις αυτή την εβδομάδα στη μεγάλη οθόνη.

Hotel Artemis
Σκηνοθεσία: Ντρου Πιρς
Παίζουν: Τζόντι Φόστερ, Στέρλινγκ , Κ. Μπράουν, Σοφία Μπουτέλα, Τζεφ Γκόλντμπλαμ, Μπράιαν Ταϊρί

Λος Άντζελες, 2028. Οι δρόμοι είναι αδιαπέραστοι, καθώς εξελίσσεται η πιο βίαιη εξέγερση στην ιστορία της πόλης. Μέσα στο απόλυτο χάος, μία συμμορία ληστών τραυματίζεται από πυρά αστυνομικών. Η μόνη ελπίδα τους είναι το Hotel Artemis, ένα νοσοκομείο τελευταίας τεχνολογίας, αποκλειστικά για εγκληματίες, με αυστηρούς κανόνες και ιδιοκτήτη έναν αρχιμαφιόζο, που διοικείται εδώ και είκοσι δύο χρόνια από μια ιδιόρρυθμη Νοσοκόμα.

Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Ντρου Πιρς,( ενός από τους σεναριογράφους του «Iron Man 3») είναι μια φουτουριστική, πλην όμως χαοτική περιπέτεια που σηματοδοτεί την επιστροφή της Τζόντι Φόστερ στη μεγάλη οθόνη μετά από πέντε χρόνια απουσίας, σε έναν ρόλο που της πάει τρελά.

Στο κοντινό μέλλον η ιδιωτικοποίηση του νερού έχει επιφέρει χάος στην πόλη του Λος Άντζελες, που πλήττεται από ταραχές.
Σε ένα νοσοκομείο παρανόμων, που έχει ιδρύσει ένας αρχιμαφιόζος, μια ικανή Νοσοκόμα που ποτέ δεν βγαίνει στον έξω κόσμο , περιθάλπει εγκληματίες και τηρεί ευλαβικά παράδοξους κανόνες. Εκεί θα συναντηθούν επικίνδυνοι ληστές, ένα νάρκισσος έμπορος όπλων, μια λάγνα Γαλλίδα δολοφόνος, αλλά και μια αστυνομικός που ζητάει βοήθεια.
Στα πρώτα λεπτά της ταινίας του ο Πιρς δημιουργεί τις καλύτερες προϋποθέσεις για να μπούμε στο κλίμα και μας εισάγει με καυστικό χιούμορ στο σύμπαν του. Με στυλ κι ατμόσφαιρες που παραπέμπουν στον «John Wick», προσπαθεί να δημιουργήσει μια έντονη περιπέτεια, με cult στοιχεία και αντισυμβατικούς ήρωες. Δυστυχώς όμως η πλοκή της ιστορίας του είναι τόσο ελλιπής που εξαντλείται πολύ σύντομα, οπότε όλος ο χαμός που συμβαίνει στους διαδρόμους του Ηotel Αrtemis, δεν αρκεί για να πυροδοτήσει το ενδιαφέρον του θεατή. Το δε θέμα με την ιδιωτικοποίηση του νερού, παρόλο που σηκώνει μεγάλη συζήτηση, ξεπερνιέται εύκολα κι αβίαστα, οπότε τελικά το όλο εγχείρημα αδυνατεί να αποκτήσει μια περαιτέρω διάσταση και γρήγορα περνάει στο επίπεδο μιας καρτουνίστικης φάρσας, χωρίς κανένα υπόβαθρο.

Η Τζόντι Φόστερ – γερασμένη εμφανώς για τις ανάγκες της ταινίας- είναι πάντως απολαυστική στον ρόλο της αγοραφοβικής νοσοκόμας, οι διάσημοι σταρ που την πλαισιώνουν κάνουν σωστά τη δουλειά τους, όμως το όλο πλαίσιο αφήνει αστήρικτα τα πιστολίδια, που στην τελική δεν είναι τόσο άψογα χορογραφημένα όπως στον «John Wick».

Οι Απίθανοι 2 (Incredibles 2)
Σκηνοθεσία: Μπραντ Μπερντ
Με τις φωνές των: Γκρεγκ Τ. Νέλσον, Χόλι Χάντερ, Σάρα Βάουελ, Χακ Μίλνερ, Κάθριν Κίνερ / (και στα ελληνικά) Βασίλη Χαραμπόπουλου

Ο Μπομπ/ Κύριος Απίθανος και η Βάιολετ προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με τη «φυσιολογική» ζωή στο σπίτι, ενώ οι υπερδυνάμεις του Τζακ-Τζακ είναι στο τσακ να αποκαλυφθούν. Η καθημερινότητα ανατρέπεται όταν ένας νέος κακός εμφανίζεται με ένα ευφυές και επικίνδυνο σχέδιο. Η οικογένεια των Παρ όμως δεν αποφεύγει ποτέ μια πρόκληση, ειδικά με τον Ψύχτρα στο πλευρό της.
Η αγαπημένη οικογένεια υπερηρώων της Pixar επιστρέφει δεκατρία χρόνια μετά σε νέες περιπέτειες.
Ανατρέποντας τους κανόνες των ταινιών με υπερ-ήρωες πριν καν γίνουν mainstream κινηματογραφικό θέαμα, οι «Απίθανοι» αποτέλεσαν ένα φαινόμενο στην εποχή τους , έτοιμοι πάντα να αντεπεξέλθουν στις ενδοοικογενειακές , αλλά και επαγγελματικές τους υποχρεώσεις.

Η δεύτερη ταινία ξεκινάει με τους σούπερ ήρωες να έχουν πλέον κηρυχτεί παράνομοι , όμως ο Υποχθόνιος που απειλεί τον κόσμο κάνει αναγκαία περισσότερο από ποτέ την επιστροφή τους. Έτσι διοργανώνεται μια καμπάνια για την επάνοδό τους, που ηγείται η Ελαστίνα, ενώ ο Μπομπ καλείται να τα βγάλει πέρα με τα παιδιά και το σπίτι. Κι ενώ ο τελευταίος ζηλεύει τις επιτυχίες της συζύγου του και δυσκολεύεται με την καθημερινότητα, έκπληκτος θα διαπιστώσει τις υπερφυσικές δυνάμεις του μωρού, του Τζακ -Τζακ- το οποίο βέβαια αποκαλύπτει τα χαρίσματά του βασανίζοντας ένα καημένο κουνάβι!
Νέοι χαρακτήρες προστίθενται , όπως η Βόιντ που θέλει πολύ να μοιάσει στην Ελαστίνα, η προβληματική σε σχέση με τον ρόλο των δύο φύλων είναι εύστοχη, η εικονογραφία που συνδυάζει την αισθητική των ‘60s με την νέα τεχνολογία έχει ενδιαφέρον, όμως οι ισχυρισμοί του Κακού « ότι ο κόσμος στην ουσία αρνείται να δράσει γι’ αυτό έχει ανάγκη από ήρωες να του κάνουν τη δουλειά» δεν ακούγεται και τόσο παράλογος, οπότε πραγματικά από ένα σημείο και μετά αναρωτιέσαι αν όντως θα έπρεπε οι Απίθανοι να νικήσουν.
Αν μια τέτοια προβληματική απασχολούσε ουσιαστικά τους σεναριογράφους , μπορεί να είχαμε αυτή τη στιγμή το πιο ανατρεπτικό sequel όλων των εποχών, όμως η πλευρά των «κακών» αντιμετωπίζεται ως απόλυτα « μοχθηρή», οπότε οι Απίθανοι κάνουν αυτό που ξέρουν καλά: καταφεύγουν στην περιπέτεια και τη δράση με θεαματικά, είναι αλήθεια, αποτελέσματα.

Book Club
Σκηνοθεσία: Μπιλ Χόλντερμαν
Παίζουν: Τζέιν Φόντα, Νταϊάν Κίτον, Κάντις Μπέργκεν, Μαίρη Στίνμπεργκεν, Άντι Γκαρσία, Αλίσια Σίλβερστοουν, Ρίτσαρντ Ντρέιφους, Ντον Τζόνσον, Κρεγκ Τ. Νέλσον, Ρίτσαρντ Ντρέιφους, Γουάλας Σον

Η Νταϊάν έμεινε πρόσφατα χήρα, μετά από σαράντα χρόνια έγγαμου βίου. Η Βίβιαν απολαμβάνει μια ερωτική ζωή χωρίς δεσμεύσεις. Η Σάρον προσπαθεί ακόμα να ξεπεράσει ένα διαζύγιο δέκα ετών. Η Κάρολ βλέπει τον γάμο της να καταρρέει, έπειτα από τριάντα πέντε χρόνια. Οι ζωές των τεσσάρων φίλων θα αλλάξουν δια παντός μετά την ανάγνωση του περιβόητου βιβλίου «Πενήντα Αποχρώσεις του Γκρι», που θα πυροδοτήσει μια σειρά από εξωφρενικές επιλογές και κωμικές καταστάσεις.
Τέσσερις μεγάλες κυρίες συναντιούνται στη μεγάλη οθόνη σε μια ταινία που μοιάζει με επεισόδιο του «Sex and the city,» μόνο που τώρα οι πρωταγωνίστριες έχουν πια μπει στην τρίτη ηλικία.

Τέσσερις λοιπόν γυναίκες στα εξήντα- η μια απελευθερωμένη σεξουαλικά, η άλλη ρομαντική, η τρίτη παντρεμένη με προβλήματα στο γάμο της κι η τέταρτη χειραφετημένη κι επαγγελματικά επιτυχημένη- περνούν τον ελεύθερο χρόνο τους σε μια αυτοσχέδια λέσχη ανάγνωσης, όπου διαβάζουν τις «Πενήντα αποχρώσεις του Γκρι». Επηρεασμένες από το βιβλίο, ξεκινούν η καθεμία με τον δικό της τρόπο να βρουν τον έρωτα και να αποδείξουν ότι η ζωή δεν τελειώνει ούτε στα δεύτερα -ήντα.
Οι αντιστοιχίες τους με τις τέσσερις ηρωίδες της γνωστής τηλεοπτικής σειράς είναι εμφανείς -ακόμα και το χρώμα των μαλλιών τους είναι ίδιο- τα προβλήματα που τους απασχολούν κοινά, ο ενδυματολογικός κώδικας έχει προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της ηλικίας αλλά παραμένει εντυπωσιακός, και τελικά το μόνο που αλλάζει είναι ότι εδώ έχουμε τέσσερις μεγάλες stars που απλώς περνάνε την ώρα τους, κάνοντας την πλάκα τους σε μια σκηνοθεσία εντελώς ράθυμη και φρικτά προβλέψιμη.

Ο Μπιλ Χόλντερμαν (παραγωγός ταινιών και στενός συνεργάτης του Ρόμπερτ Ρέντφορντ), ο οποίος συνυπογράφει το σενάριο με την Έριν Σιμς, κάνει την καλύτερη διαφήμιση στο βιβλίο και αφήνει τις κλασάτες πρωταγωνίστριές του να βγάλουν το φίδι από την τρύπα, αντιμετωπίζοντας μεν με αγάπη την τρίτη ηλικία, χωρίς όμως ποτέ να εμβαθύνει στις ανάγκες και στα προβλήματά της, έστω και με χιούμορ. Οπότε όλα όσα συμβαίνουν μοιάζουν παντελώς αναληθοφανή και το μόνο που απομένει είναι να χαζεύεις τέσσερις αγαπημένες ηθοποιούς που παρέα με γνωστούς άνδρες συναδέλφους τους αναμασούν κλισέ στερεοτυπικών ρομαντικών κομεντί ευρείας κατανάλωσης.

10 Μέρες χωρίς τη Μαμά (10 Days Without Mom – Mamá Se Fue De Viaje)
Σκηνοθεσία: Αριέλ Βινογκράντ
Παίζουν: Ντιέγκο Περέτι, Κάρλα Πέτερσον, Μαρτίν Λακούρ, Αγκουστίνα Κάμπο

Ο Βίκτορ και η Βέρα είναι ένα απολύτως κανονικό ζευγάρι, παντρεμένο εδώ και είκοσι χρόνια, με τέσσερα παιδιά: τον Μπρούνο (14), τη Λάρα (12), τον Τάτο (8) και τον Λόλο (2). Όμως ο Βίκτορ, απορροφημένος από τη δουλειά του, δεν ασχολείται καθόλου με την καθημερινότητα της οικογένειας, ενώ ζηλεύει τη γυναίκα του, γιατί πιστεύει ότι εκείνη έχει άφθονο χρόνο να κάνει ό,τι θέλει. Η Βέρα, εξουθενωμένη από τις χιλιάδες ευθύνες και συνειδητοποιώντας την αδιαφορία του άντρα της, αποφασίζει να κάνει ένα γενναίο διάλειμμα μακριά από όλους και όλα: φεύγει διακοπές.
Μια εντελώς αναμενόμενη οικογενειακή κωμωδία, που αποτέλεσε τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της Αργεντινής το 2017 σε διανομή της DISNEY.

Η ιστορία είναι γνωστή και χιλιοειπωμένη: μια πολύτεκνη μητέρα , που καθημερινά σκοτώνεται κυριολεκτικά για να τα φέρει βόλτα, αντιμετωπίζει την αδιαφορία του συζύγου της που νομίζει ότι έχει άπειρο χρόνο στη διάθεσή της. Οπότε εκείνη μαζεύει τα μπογαλάκια της και πάει διακοπές στο Μάτσου Πίτσου, αφήνοντας τον σύζυγό της να τα βγάλει πέρα μόνος του. Το σπίτι καταστρέφεται, χιλιάδες ατυχήματα συμβαίνουν, εκείνος θα συνειδητοποιήσει πως τελικά δεν γνωρίζει καθόλου τα παιδιά, του, θα βρεθεί αντιμέτωπος με ηθικά διλήμματα και τελικά όλοι μαζί θα αναφωνήσουν «πως μάνα είναι μόνο μία».
Χωρίς καμία πρωτοτυπία, ο Αριέλ Βινογκράντ ανασύρει τετριμμένα κωμικά γκανκ, υπερβολικές συμπτώσεις και στερεότυπα, φλερτάροντας σε στιγμές με το γκροτέσκ, και με εντελώς επιφανειακό τρόπο θέτει ανώδυνα λίγο πριν τους τίτλους του τέλους το θέμα της γυναικείας χειραφέτησης.

Αν και εξ Αργεντινής ο δημιουργός σε τίποτα δεν αξιοποιεί τη σινεφίλ παράδοση της Λατινικής Αμερικής , αντίθετα αρκείται σε ευκολίες , ευτυχώς χωρίς να ξεφεύγει σε χοντροκοπιές-, και η όλη ιστορία απλώς επαναλαμβάνει όλα όσα έχουμε ήδη δει κάπου αλλού.

Πού θα Κοιμηθείς Απόψε; (Garde Alternée/Joint Custody)
Σενάριο- Σκηνοθεσία: Αλεξάντρα Λεκλέρ
Παίζουν: Βαλερί Μπονετόν, Ντιντιέ Μπουρντόν, Ιζαμπέλ Καρέ

Η Σαντρίν, παντρεμένη εδώ και δεκαπέντε χρόνια και μητέρα δύο παιδιών, ανακαλύπτει ότι ο άνδρας της Ζαν, διατηρεί εξωσυζυγική σχέση, όταν βρίσκει τα μηνύματα της ερωμένης του στο κινητό του. Κι ενώ κανείς θα περίμενε ότι αυτό θα σήμαινε την αρχή του τέλους για τον γάμο της, η Σαντρίν έχει μια εντελώς ριζοσπαστική ιδέα. Όταν ξεπεράσει το σοκ, αποφασίζει να συναντήσει την αντίζηλό της Βιρζινί, για να της προτείνει μία ιδιαίτερη συμφωνία: να μοιραστούν τον Ζαν και να ζουν μαζί του εκ περιτροπής. Οι δύο γυναίκες δίνουν τα χέρια και βάζουν σε εφαρμογή το σχέδιό τους. Αυτό που, όμως, αρχικά μοιάζει ως το όνειρο κάθε άνδρα -μία εβδομάδα με τη σύζυγο, μία με την ερωμένη- ίσως δεν είναι η τέλεια ζωή που φανταζόταν ο Ζαν.

Η Αλεξάντρα Λεκλέρ επιστρέφει μετά από δύο μεγάλες εμπορικές επιτυχίες («Maman», «Όλοι οι Καλοί Χωράνε») με μια άχαρη κωμωδία, όπου δύο γυναίκες στα όρια νευρικής κρίσης ταλαιπωρούν τον άπιστο σύντροφό τους.
Μια παντρεμένη γυναίκα όταν συνειδητοποιεί πως ο άνδρας της διατηρεί εξωσυζυγική σχέση αποφασίζει να συναντήσει την ερωμένη του και να της προτείνει μια τρελή λύση: να τον μοιράζονται ανά εβδομάδα. Το σχέδιο μπαίνει σε εφαρμογή όμως οι δυο κυρίες λυσσαλέα διεκδικούν την πρωτιά στην καρδιά και στο κρεβάτι του αρσενικού .

Η Λεκλέρ παρουσιάζει τις γυναίκες απελπισμένες, σε μερικές σκηνές δε εντελώς λυσσασμένες , για έναν άνδρα που δεν τους προσφέρει τίποτα ουσιαστικό και που δεν είναι καν γοητευτικός, προκείμενου ίσως να αποκαθηλώσει την απόλυτη ερωτική φαντασίωση των ανδρών. Τελικά όμως αυτό που επιτυγχάνει είναι να θεωρεί τον άνδρα θύμα μιας υστερικής κατάστασης, υποβιβάζοντας συνεχώς το γυναικείο φύλο, ενώ σε ελάχιστες πραγματικά στιγμές μπορεί έστω να χαμογελάσει κανείς με τα χοντροκομμένα αστεία και τις φτήνιες στις οποίες ξεπέφτουν οι ηρωίδες της.
Το γεγονός ότι μπορεί όλοι αυτοί οι χαρακτήρες να κινούνται από ανάγκη, ακόμα κι από αγάπη, μας το υπενθυμίζουν μόνο οι ερμηνείες των ηθοποιών, που προσπαθούν να κρατήσουν μια ισορροπία και να μην εκπέσουν στα όρια της σεξοκωμωδίας, με την οποία φλερτάρει στην κόψη του ξυραφιού η Λεκλέρ. Οι δε ερωτικές σκηνές είναι τόσο αντιαισθητικές που απορεί κανείς, γιατί γίνεται τόσο μεγάλο ζήτημα περί του θέματος.

Η Διαδοχή (Hereditary)
Σκηνοθεσία: Άρι Άστερ
Παίζουν: Τόνι Κολέτ, Γκάμπριελ Μπερν, Μίλι Σαπίρο, Αλεξ Γουλφ

Όταν η Έλεν, μητέρα και αρχηγός της οικογένειας Γκράχαμ, πεθαίνει, τα μέλη της οικογένειας της κόρης της σταδιακά ανακαλύπτουν τρομακτικά μυστικά που αφορούν την καταγωγή τους. Όσα περισσότερα ανακαλύπτουν, τόσο συνειδητοποιούν ότι είναι αδύνατον να αποφύγουν τη δυσοίωνη μοίρα που έχουν κληρονομήσει.
Το σκηνοθετικό ντέμπουτο του Άρι Άστερ, που από την πρεμιέρα του στο φεστιβάλ Σάντανς, θεωρείται ως η πιο τρομακτική ταινία όλων των εποχών, άραγε θα σας κάνει να αναπηδήσετε από τη θέση σας;
Η Άννι Γκράχαμ είναι καλλιτέχνης -φτιάχνει μινιατούρες- , μητέρα δυο παιδιών και ζει με τον σύζυγό της, Στηβ. Μετά την κηδεία της μητέρας της Έλεν, προσπαθώντας να ξεπεράσει την απώλεια και να επουλώσει το τραύμα, πηγαίνει σε μια ψυχοθεραπευτική ομάδα, όπου εξομολογείται πως η οικογένειά της έχει βεβαρυμμένο ψυχιατρικό παρελθόν. Από εκεί και πέρα μια σειρά από περίεργα συμβάντα αναστατώνουν τη ζωή της Άννι και την φέρνουν αντιμέτωπη με την κληρονομιά μιας βαριάς κατάρας.
Το επίτευγμα του Άστερ, που σαφώς πως έχει επηρεαστεί από το «Μωρό της Ρόζμαρι» του Πολάνσκι είναι όχι μόνο πως μεταμορφώνει μια συνηθισμένη οικογενειακή τραγωδία σε ταινία τρόμου, δημιουργώντας ένα εφιαλτικό όραμα, αλλά κυρίως πως μέσα από μια ιδιαίτερη κινηματογραφική διαδρομή πραγματεύεται τελικά τα στάδια του πένθους.

Η Τόνι Κολέτ δίνει μια καταπληκτική ερμηνεία, που θα ήταν άδικο να παραγνωριστεί από την Ακαδημία για τα Όσκαρ του 2019, πράγμα που θεωρείται πιθανό λόγω του είδους της ταινίας. Επειδή όμως τελευταία συμβαίνουν πολλές εκπλήξεις στα βραβεία δεν αποκλείεται τελικά να κερδίσει μια θέση στη λίστα.

Μαμά από το πουθενά (Momo)
Σκηνοθεσία: Βίνσεντ Λομπέλ, Σεμπαστιάν Τιερί
Παίζουν: Κριστιάν Κλαβιέ, Κατρίν Φρο, Σεμπαστιάν Τιερί, Πασκάλ Αρμπιγιό

Όταν ένα βράδυ ο κύριος και η κυρία Πριού επιστρέφουν σπίτι, ανακαλύπτουν έκπληκτοι ότι κάποιος, ονόματι Πάτρικ, έχει εγκατασταθεί στο σπίτι τους και δηλώνει παιδί τους. Λέει μάλιστα ότι επέστρεψε στους γονείς του για να τους γνωρίσει τη σύζυγό του. Οι Πριού όμως δεν έκαναν ποτέ παιδιά. Είναι τελικά ο Πάτρικ μυθομανής; Μήπως οι Πριού ξεχνούν ότι έχουν παιδί; Ή μήπως ξύπνησε το μητρικό ένστικτο της κυρίας Πριού και απέκτησε τον γιο που πάντα ήθελε;
Μια ταινία για την ιστορία ενός ζευγαριού Γάλλων κωμικών βαρέων βαρών, του Κριστιάν Κλαβιέ («Θεέ μου, τι σου Κάναμε») και της βραβευμένης με Σεζάρ Κατρίν Φρο («Μαργκερίτ») , που διασκευάζει για τη μεγάλη οθόνη το δημοφιλές γαλλικό θεατρικό έργο «Momo».
Το «Μαμά από το Πουθενά» εστιάζει στον Αντρέ και την Λόρενς Πριού, ένα ζευγάρι μεσαίας τάξης, που ζει ήρεμα σε ένα πολυτελές προάστιο της βόρειας Γαλλίας. Η καθημερινότητά τους όμως αναστατώνεται με την άφιξη ενός κωφάλαλου νεαρού, που ισχυρίζεται ότι είναι ο γιός τους. Ενώ το ζευγάρι αρχικά πιστεύει ότι έχει πέσει θύμα απάτης, ειδικά όταν ο υποτιθέμενος γιος τους εμφανίζει την τυφλή έγκυο αρραβωνιαστικιά του, η Λόρενς αρχίζει να νιώθει σταδιακά η μητέρα που δεν κατάφερε να γίνει και υποδέχεται με ανοιχτές αγκάλες αυτό το παιδί που βρέθηκε στο κατώφλι τους.

Επαναπροβολές:

Τα Χιόνια του Κιλιμάντζαρο («The snows of Kilimanjaro»-1952)
Σκηνοθεσία: Χένρι Κινγκ
Παίζουν: Γκρέγκορι Πεκ, Σούζαν Χέιγουορντ, Άβα Γκάρντνερ

Ένας βαριά τραυματισμένος συγγραφέας στην αφρικανική ζούγκλα ενώ περιμένει βοήθεια, αναπολεί τη ζωή του και τις γυναίκες που τον έχουν σημαδέψει. Ενώ όμως οι σκέψεις του είναι βυθισμένες στον μοναδικό έρωτά του, η σύζυγός του αποδεικνύεται σθεναρή σύντροφος.
Βασισμένο στο βιβλίο του Έρνεστ Χέμινγουέι και γυρισμένο σε αυθεντικές τοποθεσίες της Κένυας, το φιλμ είναι χαρακτηριστικό δείγμα χολιγουντιανού έπους της δεκαετίας του ’50. Υπήρξε τεράστια εισπρακτική επιτυχία και έφτασε ως τα Όσκαρ, αποσπώντας υποψηφιότητες για τη φωτογραφία (Λέον Σάμροϊ) και τη σκηνογραφία του, ενώ καθιέρωσε τους Γκρέγκορι Πεκ, Αβα Γκάρντερ και Σούζαν Χέιγουορθ ως τους πιο περιζήτητους σταρ του Χόλιγουντ.

Ο συγγραφέας Χάυρ Στρητ τραυματίζεται σοβαρά , πηγαίνοντας για κυνήγι στο όρος Κιλιμάντζαρο. Ενώ κείτεται τραυματισμένος στη πλαγιά του Αφρικάνικου βουνού, κάνει έναν απολογισμό της ζωής και του έργου του: η μεγάλη του αγάπη και τα λάθη που τον οδήγησαν στο να τη χάσει, οι επαγγελματικοί του συμβιβασμοί για λόγους εμπορικότητας και οι ανούσιες επιτυχίες του τον γεμίζουν απογοήτευση Κι ενώ αισθάνεται τη ζωή του κενή, η αφοσίωση και η αγάπη της γυναίκας του Έλεν θα τον κάνει να αποκτήσει πάλι τη χαμένη του αυτοπεποίθηση.

Ερωτικές Ιστορίες Καθημερινής Τρέλας  (Storie di ordinaria follia -Tales of Ordinary Madness/1981)
Σκηνοθεσία: Μάρκο Φερέρι
Παίζουν: Μπεν Γκαζάρα, Ορνέλα Μούτι, Σούζαν Τάιρελ

Ο Φεράρι μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το διήγημα «Η ωραιότερη γυναίκα της πόλης», «του ποιητή της αμερικάνικης χαμοζωής» Τσαρλς Μπουκόφσκι, αποσπώντας εννέα σημαντικά διεθνή βραβεία.
Περιπλανώμενος σε έναν άχαρο και εσωστρεφή κόσμο, κάτω από τον καυτό ήλιο του Λος Άντζελες, ο συγγραφέας Τσαρλς Σίρκιν πνίγει στο ποτό τις καθημερινές δυσκολίες της ζωής.

Η γνωριμία του με μια αινιγματική νεαρή πόρνη, την Κας, θα δώσει μια νέα πνοή στο μίζερο εικοσιτετράωρο του, αφού η ερωτική σχέση που θα αναπτυχθεί μεταξύ τους είναι φλογερή. Δυστυχώς για εκείνη, η προσφορά από ένα εκδοτικό οίκο της Νέα Υόρκης θα υποχρεώσει τον μεσήλικα Τσαρλς να την εγκαταλείψει ολομόναχη, διατηρώντας το ερωτηματικό μέσα του για το τι θα είχε συμβεί εάν είχε επιλέξει να ακολουθήσουν ένα κοινό μέλλον. Γυρνώντας όμως πίσω για να την αναζητήσει, θα πληροφορηθεί πως η Κας έχει αυτοκτονήσει, γεγονός που θα τον ωθήσει και πάλι στη μοναξιά.



Πηγή