Νέες ταινίες: Στους κινηματογράφους η θρυλική μάχη των κορτ μεταξύ Μποργκ-Μάκενρο [κριτική & τρέιλερ]
H ιστορική αναμέτρηση του Μπγιόρν με τον Μάκενρο κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους.
Στις νέες προβολές o θρυλικός «Πεταλούδας» που επιστρέφει σε επανέκδοση, σε remake ο «Ανεκπλήρωτος γάμος» του Ιαν ΜακΓιούαν, αλλά και μια ιταλική ταξική κωμωδία είναι ανάμεσα στις επιλογές της εβδομάδας.
Borg McEnroe: Όλα για τη δόξα (Borg VS McEnroe)
Σκηνοθεσία: Γιάνους Μετς
Παίζουν: Σβέριρ Γκούντνασον, Σάια ΛαΜπαφ, Στέλαν Σκάρσγκαρντ
Η ιστορία της μεγαλύτερης μονομαχίας στο τένις τη δεκαετία του ’80 μεταξύ του ήρεμου Μπγιόρν Μποργκ και του εκρηκτικού Τζον Μάκενρο.
Ο πιο διάσημος αγώνας στην ιστορία του τένις εμπνέει τον Δανό Γιάνους Μετς για ένα βιογραφικό αθλητικό δράμα, που προσπαθεί να αποκαλύψει το παρασκήνιο του πρωταθλητισμού.
Ο μεγάλος Σουηδός Μπγιόρν Μποργκ, που κέρδισε πέντε φορές σερί το Γουίμπλεντον, ήταν ο ορισμός του ψύχραιμου παίκτη με την υπολογισμένη τακτική και την αλάνθαστη αποτελεσματικότητα, ενώ ο Αμερικανός Μάκενρο ήταν περισσότερο γνωστός για τα ξεσπάσματά του, παρά για τις ομολογουμένως αξιόλογες ικανότητές του.
Το καλοκαίρι του 1980 οι δυο τους θα βρεθούν αντιμέτωποι στο τερέν σε έναν αγώνα που απασχόλησε τη διεθνή γνώμη, ενώ ταυτόχρονα τους άλλαξε τη ζωή.
Ο Μετς με καλό ρυθμό, απόλυτα ταιριαστό σ’ έναν αγώνα τένις, αφηγείται όχι μόνο τα όσα έγιναν εκείνες τις μέρες, αλλά μέσα από φλας μπακ επιστρέφει στο παρελθόν των πρωταγωνιστών του, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει τις πολύπλοκες προσωπικότητές τους. Ακολουθώντας μια ψυχαναλυτική προσέγγιση, υπογράφει μια καλοστημένη κλασική βιογραφία, που μεταφέρει όχι μόνο πληροφορίες από τα παρασκήνια, αλλά και την ένταση του πρωταθλητή που ασφυκτικά πιέζεται να κάνει την υπέρβαση.
Το εντυπωσιακό του καστ, – κυρίως ο Σβέριρ Γκούντνασον, που μοιάζει απίστευτα με τον Μπγιόρν-, ερμηνεύουν με πάθος δυο πρωταθλητές που ακόμα και σήμερα παραμένουν μυστήριο.
Ανεκπλήρωτος Γάμος (On Chesil Beach)
Σκηνοθεσία: Ντόμινικ Κουκ
Παίζουν: Σίρσα Ρόναν, Μπίλι Χάουλ, Αν Μαρί Νταφ, Άντριαν Σκάρμπορο, Έμιλι Γουάτσον, Σάμιουελ Γουέστ
Βρετανία, Ιούλιος 1962. Ο Έντουαρντ και η Φλόρενς, δύο νιόπαντροι, φτάνουν στο ξενοδοχείο τους στην ακτή του Ντορσέτ. Καθώς ο γάμος τους υπόσχεται ένα ευτυχισμένο μέλλον, οι ίδιοι παλεύουν να καταπνίξουν τους κρυφούς τους φόβους για τη γαμήλια νύχτα που έρχεται.
Ο Ντόμινικ Κουκ μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη ακόμα μια νουβέλα του Ίαν ΜακΓιούαν, η οποία κυκλοφορεί στην Ελλάδα με τον τίτλο «Στην Ακτή», σε σενάριο μάλιστα του ίδιου του συγγραφέα.
Στη συντηρητική δεκαετία των 60’s δυο νέοι από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, η Φλόρενς, μια ευκατάστατη βιολονίστρια, κι ο Έντουαρντ, που θέλει να γίνει συγγραφέας, παντρεύονται σε νεαρή ηλικία, μην έχοντας καμιά προηγούμενη εμπειρία στον έρωτα. Λίγες ώρες μετά από τον γάμο τους βρίσκονται σε ένα αποστειρωμένο ξενοδοχείο και όμως η ολοκλήρωση της σχέσης τους δημιουργεί εντάσεις και συγκρούσεις που τους οδηγούν στον χωρισμό.
Ο Ντομινίκ Κουρκ, ένας σκηνοθέτης με μεγάλη εμπειρία στο θέατρο, εστιάζει στη σχέση των δυο ηρώων και αξιοποιώντας τη θεατρική δομή των διαλόγων οδηγεί τους ηθοποιούς του σε μεστές ερμηνείες. Μέσα από μια γραμμική αφήγηση, μας ταξιδεύει σε τρεις διαφορετικές εποχές, καταγράφοντας τις κοινωνικές αλλαγές και πώς αυτές επέδρασαν στον τρόπο σκέψης των ανθρώπων.
Το Σέσιλ Μπιτς , όπου είναι γυρισμένο το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, λειτουργεί ως ένα υποβλητικό σκηνικό που συνδέεται με την εσωτερική πορεία και τη μοναξιά των πρωταγωνιστών του, και μέσα σε αυτό το τοπίο ο Κουρκ αποφεύγοντας το μελόδραμα αλλά χωρίς εκπλήξεις και κορυφώσεις καταγράφει μια περιπέτεια ενηλικίωσης. Όμως αν τελικά το φινάλε είναι αυτό που καθορίζει μια ταινία, ο Βρετανός σκηνοθέτης χάνει το στοίχημα, καθώς δεν καταφέρνει να αντιμετωπίσει εύστοχα το σεναριακό άλμα στον χρόνο, ενώ ταυτόχρονα επιλέγει τους ίδιους ηθοποιούς με πραγματικά πολύ κακό μακιγιάζ να υποδυθούν τους ηλικιωμένους εαυτούς τους, γεγονός που αποδυναμώνει το όλο εγχείρημα.
Δεν Θα Συμπεθεριάσουμε Ποτέ (Come un Gatto in Tangenziale/Like a Cat on a Highway)
Σκηνοθεσία: Ρικάρντο Μιλάνι
Παίζουν: Πάολα Κορτελέσι, Αντόνιο Αλμπανέζε, Σόνια Μπεργκαμάσκο, Λούκα Ανγκελέτι
Ένας αστός και μια φτωχή γυναίκα αναγκάζονται να συμπεθεριάσουν, όταν τα παιδιά τους συνάπτουν σχέση.
Μια μεγάλη εμπορική επιτυχία από την Ιταλία, που σχολιάζει τις ταξικές διακρίσεις και τα στερεότυπα με εντελώς συμβατικό τρόπο.
Ένας μεγαλοαστός ερευνητής που εργάζεται για ένα μεγάλο think tank και εξετάζει τη ζωή στις λούμπεν περιοχές και το πώς αυτές μπορούν να αναβαθμιστούν γνωρίζει επί της ουσίας τον κόσμο με τον οποίο ασχολείται μόνο θεωρητικά, όταν η μικρή του κόρη συνάπτει σχέσεις με ένα αγόρι από αυτές τις γειτονιές. Έτσι θα έρθει σε επαφή με τη μητέρα του νεαρού, μια γυναίκα εντελώς διαφορετική από αυτόν, που θα τον φέρει αντιμέτωπο με τις αντιλήψεις του.
Το τι ακριβώς σημαίνει think tank ( δεξαμενή σκέψης) δεν είναι κάτι που θα καταλάβετε βλέποντας την ταινία του Ρομπέρτο Μιλάνι, ο οποίος εστιάζει περισσότερο στις κοινωνικές ανισότητες με ανάλαφρη διάθεση, περιγράφοντας μια σκληρή πραγματικότητα.
Οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης στις χαμηλές τάξεις δηλώνονται μεν , όμως φροντίζει πάντα χάριν του ρομάντζου να απαλύνονται μέσα από εκκεντρικές ενδυματολογικές επιλογές και χαριτωμένα σκηνικά. Ο Μιλάνι σχολιάζει όχι μόνο μια τάξη αλλά και μια γενιά που υποστηρίζει τον φιλελευθερισμό και υποτίθεται πως αγωνίζεται για μια μεγάλη αλλαγή στις κοινωνικές δομές, όμως τελικά αποδεικνύεται εξίσου συντηρητική με τις προηγούμενες και εγκλωβισμένη στα δικά της στερεότυπα.
Έτσι ξεφεύγει από τα πλαίσια ενός ρομαντικού παραμυθιού, όπου η φτωχή κι ο πλούσιος γεφυρώνουν τις διαφορές του και κινηματογραφεί δυο διαφορετικές τάξεις που δεν μπορούν υπό τις παρούσες συνθήκες να συνυπάρξουν, ελπίζοντα σε μια καυστική σάτιρα. Δυστυχώς όμως δεν βάζει το μαχαίρι βαθιά στο κόκαλο, και χάριν της εμπορικότητας οδηγείται σε ένα πρόχειρο φινάλε, πασπαλισμένο με χρυσόσκονη, χωρίς να αναπτύσσει τον προβληματισμό που προσπαθεί να εδραιώσει.
Mεg: Ο κυρίαρχος του βυθού (The Meg)
Σκηνοθεσiα: Τζον Τουρτέλτομπ
Παίζουν: Τζέισον Στέιθαμ, Λι Μπινγκμπινγκ, Ρέιν Γουίλσον, Ρούμπι Ρόουζ
Ένα τεράστιο θαλάσσιο πλάσμα που θεωρούνταν εξαφανισμένο, επιτίθεται σε ερευνητικό βαθυσκάφος παγιδεύοντας το πλήρωμά του στον πυθμένα του Ειρηνικού. Με το χρόνο να μετράει αντίστροφα, ένας δύτης αναλαμβάνει τη διάσωσή του.
Ο Τζέισον Στέιθαμ και η βραβευμένη Κινέζα ηθοποιός Λι Μπινγκμπίνγκ πρωταγωνιστούν σε ένα υποθαλλάσιο θρίλερ επιστημονικής φαντασίας, που υπογράφει ο Τζον Τουρτέλτομπ (|National Treasure», «Last Vegas»).
Ένα βαθυσκάφος που παίρνει μέρος σ’ ένα διεθνές πρόγραμμα υποθαλάσσιας παρατήρησης δέχεται επίθεση από ένα τεράστιο πλάσμα που θεωρούνταν εξαφανισμένο και ως αποτέλεσμα βρίσκεται ακινητοποιημένο στο βάθος του Ειρηνικού, με όλο το πλήρωμά του παγιδευμένο. Με τον χρόνο να τελειώνει, ο εμπειρογνώμονας δύτης διάσωσης Τζόνας Τέιλορ προσλαμβάνεται από έναν οραματιστή Κινέζο ωκεανογράφο και ενάντια στην επιθυμία της κόρης του, Σουγίν, ξεκινά για να σώσει το πλήρωμα από ένα προϊστορικό καρχαρία μήκους 75 ποδιών, που είναι γνωστός ως Megalodon. Χρόνια πριν, ο Τέιλορ είχε ξανασυναντήσει το ίδιο τρομακτικό πλάσμα, αλλά πλέον με τη βοήθεια της Σουγίν, πρέπει ν’ αντιμετωπίσει τους φόβους του , να έρθει ξανά αντιμέτωπος με το μεγαλύτερο αρπακτικό όλων των εποχών και να ρισκάρει τη ζωή του για να σώσει τους παγιδευμένους στο βυθό.
Ο Τζον Τουρτέλτομπ βασισμένος στο σενάριο των Ντιν Τζοργκάνις, Τζον Χόμπερ και Έριχ Χόμπερ που στηρίζεται στο best seller μυθιστόρημα του Στίβ Άλτεν, χρησιμοποιεί όλα τα εργαλεία μια ταινίας με καρχαρίες, με μια αισθητική που παραπέμπει περισσότερο σε επιστημονική φαντασία παρά σε θαλασσινή περιπέτεια. Αν κι από ένα σημείο και μετά οι ανατροπές μοιάζουν να επαναλαμβάνονται, η σωστή χρήση της τεχνολογίας και των οπτικών εφέ βοηθούν στο να δημιουργεί σκηνές έντονης δράσης κι ένα εντυπωσιακό στα σημεία θέαμα, αν και φυσικά οι χαρακτήρες και οι σχέσεις μένουν σε δεύτερο πλάνο, οπότε ο πελώριος καρχαρίας γίνεται όχι μόνο κυρίαρχος του βυθού, αλλά και βασικός πρωταγωνιστής, επισκιάζοντας τους ηθοποιούς.
Slenderman
Σκηνοθεσία: Σίλβεν Γουάιτ
Παίζουν: Τζόι Κινγκ, Τζούλια Γκολντάνι Τέλες, Τζαζ Σινκλέρ, Αναλίζ Μπάσο
Σε μια μικρή πόλη στη Μασαχουσέτη, μια παρέα κοριτσιών εκτελεί ένα τελετουργικό σε μια προσπάθεια να αποκωδικοποιήσει τον μύθο του Slender Man, μιας απρόσωπης, ψηλόλιγνης και τρομαχτικής φιγούρας με αφύσικα μακριά χέρια που ευθύνεται για την εξαφάνιση παιδιών. Όταν η μία από τις φίλες εξαφανίζεται μυστηριωδώς, αρχίζουν να υποψιάζονται ότι είναι το τελευταίο θύμα του Slender Man.
Ένας από τους πιο γνωστούς αστικούς μύθους της δεκαετίας, ο Slender Man, που το 2014 οδήγησε δύο 12χρονα κορίτσια σε απόπειρα δολοφονίας συμμαθήτριας τους, ζωντανεύει στη μεγάλη οθόνη.
Ο Slender Man, δημιούργημα του Eric Knudsen (γνωστός με το ψευδώνυμο Victor Surge), που έγινε viral στο διαδίκτυο, είναι μια ψηλή φιγούρα με αφύσικα μακριά χέρια που μοιάζει με φάντασμα, φορά κοστούμι και γραβάτα και συνδέεται κατά βάση με την εξαφάνιση ανθρώπων, συχνά παιδιών, σε περίχωρα ή δασικές περιοχές.
Τέσσερα λοιπόν νεαρά κορίτσια, προσπαθούν να ανακαλύψουν την αλήθεια πίσω από τον θρύλο. Έτσι ένα βράδυ αποφασίζουν να πλάσουν τον Slender Man online. Λίγες μέρες αργότερα, βρίσκονται σε μια σχολική εκδρομή σε ένα παλιό ιστορικό νεκροταφείο, όπου η μία από την παρέα εξαφανίζεται μυστηριωδώς. Καθώς οι άλλες τρεις προσπαθούν να καταλάβουν τι συνέβη στη φίλη τους, αρχίζουν να πιστεύουν ότι πίσω από όλα αυτά κρύβεται ο Slender Man.
Με τη λογική ενός εφηβικού b-movie o Γουάιτ κινείται σε ένα αρκετά παλιομοδίτικο δρόμο κι ενώ αναφέρεται στην εποχή του διαδικτύου, ενός ψηφιακού δηλαδή κόσμου, τα εφέ του και τα στοιχεία horror που χρησιμοποιεί παραπέμπουν σε παλιότερες δεκαετίες σε τέτοιο βαθμό, που σήμερα πλέον η ταινία θεωρείται έως και κακοφτιαγμένη. Οι δε κραυγές και οι συνεχόμενες τσιρίδες όχι απλώς δεν προκαλούν τρόμο , μάλλον το αντίθετο αποτέλεσμα έχουν, ενώ οι όποιες προεκτάσεις σε σχέση με το καλό και το καλό και το τρομακτικά άγνωστο δεν διαφαίνονται ούτε με το κιάλι στα ομιχλώδη τοπία του Slender Μan.
Ο Πεταλούδας (Papillon)
Σκηνοθεσία: Μίκαελ Νόερ
Παίζουν: Τσάρλι Χάναμ, Ραμί Μαλέκ
Ριμέικ της γνωστής ταινίας του 1973, που σκηνοθέτησε ο Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ με πρωταγωνιστές τους Στιβ ΜακΚουίν και Ντάστιν Χόφμαν.
Βασισμένο στα αυτοβιογραφικά βιβλία «Papillon» και «Banco» του Ανρί Σαριέρ, το «Papillon» ξετυλίγει την επική ιστορία ενός διαρρήκτη θησαυροφυλακίων από τον παρισινό υπόκοσμο, ο οποίος παγιδεύεται για έναν φόνο που δεν διέπραξε και καταδικάζεται ισόβια στη διαβόητη σωφρονιστική αποικία στο Νησί του Διαβόλου. Αποφασισμένος να ξανακερδίσει την ελευθερία του, συμμαχεί με έναν συγκρατούμενό του παραχαράκτη, προκειμένου να σχεδιάσουν την απόδρασή τους.
Μια πάπια μα ποια πάπια (Duck Duck Goose)
Σκηνοθεσία: Κρίστοφερ Τζένκινς
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Μανώλη Γιούργου, Γιάννη Υφαντή, Γιώτας Μηλίτση, Αλεξάνδρας Λέρτα, Χρύσας Σαμαρά, Ντίνου Σούτη, Γιώργου Σκουφή, Ιφιγένειας Στάικου
Μια ετερόκλητη και διασκεδαστική παρέα πουλερικών, καθώς ψάχνει τον δρόμο της, τελικά βρίσκει την άνευ όρων αγάπη.
Ο Κρίστοφερ Τζένκινς -παραγωγός των «Επιτέλους φτάσαμε σπίτι» και «Ώρα για σερφ», κι animator της Disney στα «Η μικρή γοργόνα», «Η πεντάμορφη και το τέρας», «Αλαντίν», «Ο βασιλιάς των λιονταριών», «Ποκαχόντας», «Η Παναγία των Παρισίων»- κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με μία απολαυστική ταινία κινουμένων σχεδίων για τον μεγαλύτερο μπελά όλων: την οικογένεια.
Δύο ορφανά παπάκια, η δυναμική, μόλις δεκαέξι ημερών Τσι και ο μικρότερος αδελφός της Τσάο, αποχωρίζονται από το σμήνος τους κατά λάθος, εξαιτίας του φιγουρατζή ιπτάμενου Πενγκ, μιας αρσενικής χήνας που είναι ελεύθερο πνεύμα, ένας εργένης που προτιμά τα παράτολμα εναέρια ακροβατικά, παρά να συμμετέχει στις προετοιμασίες των υπολοίπων για την ετήσια μετανάστευση.
Τα φοβισμένα παπάκια ζητάνε τη βοήθεια του Πενγκ για να επιστρέψουν στο σμήνος τους. Εκείνος αρνείται, αλλά ένας τραυματισμός στη φτερούγα του τον αναγκάζει να αλλάξει γνώμη. Οι τρεις τους θα ζήσουν μια μοναδική περιπέτεια, με εμπόδια και δυσκολίες, που όμως θα τους φέρει πραγματικά κοντά.
Επαναπροβολές:
Ο Πεταλούδας (Papillon -1973)
Σκηνοθεσία: Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ
Παίζουν: Στιβ ΜακΚουίν, Ντάστιν Χόφμαν
H αληθινή ιστορία του Γάλλου Ανρί Καριέρ και της διάσημης απόδρασής του από την πιο σκληρή φυλακή της Γουινέας σε επανέκδοση με ψηφιακές κόπιες.
Ο Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ βασίζεται στο αυτοβιογραφικό best-seller του Ανρί Καριέρ, το οποίο κυκλοφόρησε το 1969 και με βάση τα λεγόμενα του συγγραφέα είναι η περιγραφή όσων έζησε για δεκατέσσερα χρόνια στις φυλακές της Γαλλικής Γουιάνας, οπού είχε εγκλειστεί για έναν φόνο που δεν διέπραξε ποτέ, αν και μέχρι και σήμερα δεν υπάρχουν τεκμηριωμένες αποδείξεις ότι κάτι τέτοιο ισχύει κι ότι δεν πρόκειται απλώς για μια ιστορία που επινόησε ο ίδιος.
Ο Πεταλούδας, που οφείλει το όνομά του στο μεγάλο τατουάζ που φέρει στο σώμα του, είναι ένας μικροαπατεώνας που έχει αδίκως καταδικαστεί για φόνο σε ισόβια κάθειρξη στις φυλακές της Γουινέας στη Νότια Αμερική. Αποφασισμένος να δραπετεύσει ξεκινά μια σειρά από απόπειρες που όμως αποτυγχάνουν. Η τιμωρία του είναι να φυλακιστεί στο Νησί του Διαβόλου, μια πιο σκληρή φυλακή της Γουινέας, απ’ όπου δεν έχει καταφέρει κανείς έως τώρα να δραπετεύσει. Απτόητος και παρά την εξαθλίωση, την απομόνωση και τα βασανιστήρια, συνεχίζει τις προσπάθειες.
Η ταινία ήταν υποψήφια για το Όσκαρ καλύτερης μουσικής, ενώ ο Στηβ Μακ Κουήν είχε προταθεί για τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης δραματικής ερμηνείας.
Ημέρες του έρωτα (Giorni d’amore/ Days of Love-1954)
Σκηνοθεσία: Τζουζέπε ντε Σάντις, Λεοπόλντο Σαβόνα
Παίζουν: Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι, Μαρίνα Βλαντί, Τζούλιο Κάλι, Αντζελίνα Λονγκομπάρντι
Δύο ερωτευμένοι νέοι από φτωχές αγροτικές οικογένειες θέλουν να παντρευτούν. Οικονομικά όμως δυσκολεύονται και οι οικογένειές τους δεν μπορούν να διαθέσουν το απαραίτητο ποσό για τον γάμο. Για να αποφύγουν τα σχόλια της τοπικής κοινωνίας και τα υπερβολικά έξοδα αποφασίζουν να προσποιηθούν ότι κλέβονται, με τη συνεργασία των δικών τους. Κάπου εκεί όμως τα πράγματα ξεφεύγουν από το αρχικό τους σχέδιο.
Οι «Ημέρες του Έρωτα» είναι ένα από τα τελευταία αγνά διαμάντια του Ιταλικού νεορεαλισμού, γυρισμένο το 1954 από τον μεγάλο σκηνοθέτη Τζουζέπε ντε Σάντις («Πικρό Ρύζι», «The Year Long Road», «Ρώμη, ώρα 11»), με τον βραβευμένο με Όσκαρ Έλιο Πέτρι («Η δολοφόνος της Ρώμης», «Υπεράνω πάσης Υποψίας», «Ο Πύργος των Εραστών» κ.α.) να υπογράφει το σενάριο.
Ο Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι και η Μαρίνα Βλαντί δημιουργούν ένα πολύ ταιριαστό κινηματογραφικό ζευγάρι δυο φτωχών νέων που πασχίζουν να παντρευτούν, με τις αγροτικές οικογένειές τους να μην μπορούν (ή να μη θέλουν) να τους βοηθήσουν οικονομικά.
Στην ταινία παρουσιάζονται τόσο οι δυσκολίες όσο και οι κοινωνικές προκαταλήψεις και συνήθειες της αγροτικής, επαρχιακής ιταλικής κοινωνίας της δεκαετίας του ’50, με τον ντε Σάντις να αποτυπώνει, μέσα από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το νεαρό ζευγάρι, με κωμικό και καυστικό αλλά και εξαιρετικά ακριβή τρόπο, τη σκληρή αγροτική ζωή, την πλεονεξία και τις κοινωνικές αντιλήψεις, ιδιαίτερα απέναντι στις γυναίκες, αλλά και τη συμπεριφορά των κατοίκων των ιταλικών χωριών της εποχής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές από τις φαινομενικά «εξωφρενικές» καταστάσεις που παρουσιάζονται σε αυτή την ταινία αποτελούσαν κοινές πρακτικές και σε πολλές περιπτώσεις τη μοναδική διέξοδο πολλών φτωχών νέων ζευγαριών, ιδιαίτερα στη Σικελία, οι οποίοι έπρεπε να ενωθούν με τα ιερά δεσμά του γάμου για να αποφύγουν τον κοινωνικό στιγματισμό.
Η ταινία απέσπασε το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας και το Βραβείο Καλύτερης Έγχρωμης Ταινίας στο Διεθνές Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν, με τον Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι να βραβεύεται με το ιταλικό «Χρυσό Δισκοπότηρο» και τη Μαρίνα Βλαντί να αποσπά το Βραβείο Ά Γυναικείου Ρόλου από την Ένωση Ιταλών Δημοσιογράφων Κινηματογράφου.