Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ηλίας, ο Ρώσος, που καιγόταν για την αγάπη του Χριστού
Ξέσπασε προς τον Κύριο, ως άλλος Σιλουανός Αθωνίτης: «Πού είσαι, Κύριε, Πού; Τόσα χρόνια ευσεβώς σε διακονώ, τόσες ακολουθίες, τόσες Λειτουργίες, πού είσαι;».
Του Αναστασίου Μαρίνη, θεολόγου
Απόγευμα 16ης Φεβρουαρίου. Αναζητώ στο Συναξάρι να ξεκουράσουν τις μπερδεμένες σκέψεις και λογισμούς μου, πιότερο να ανακουφίσω την καρδιά μου, ειρήνη Χριστού να έλθει να βρω ανάπαυση.
Διαβάζω για τον Άγιο Ιερομάρτυρα Ηλία, τον Ρώσο. Έγγαμος κληρικός, διακονούσε ταπεινά σε έναν μικρό ναό ενός πτωχοκομείου στην ενορία του Αγίου Νικολάου Τολματσέφ της Μόσχας, πριν ξεσπάσει η Οκτωβριανή επανάσταση του έτους 1917 μ.Χ.
Στα 1932 η μυστική σοβιετική Αστυνομία τον συνέλαβε και τον έστειλε φυλακισμένο στην εξορία. Ο ταπεινός ιερέας, που ζούσε πάντοτε ασκητικά, προσπαθούσε να σταθεί όρθιος, να αντέξει τις κακουχίες. Η δε ευσεβής πρεσβυτέρα του, νύχτα και ημέρα, προσευχόταν να γυρίσει ζωντανός ο άνδρας της πίσω.
Κάποια νυχτα, μέσα στην υγρή και παγωμένη φυλακή, την παγερή ησυχία του επικείμενου θανάτου διέλυσαν οι κραυγές του π. Ηλία, που, σχεδόν εξαντλημένος, δεν άντεξε, ανθρωπίνως λύγισε και ξέσπασε προς τον Κύριο, ως άλλος Σιλουανός Αθωνίτης: «Πού είσαι, Κύριε, Πού; Τόσα χρόνια ευσεβώς σε διακονώ, τόσες ακολουθίες, τόσες Λειτουργίες, πού είσαι;».
Έπεσε στη γη ωσάν νεκρός, εξαντλημένος.
Το άλλο πρωί, όλοι είδαν τον π. Ηλία ως άλλο άνθρωπο, λουσμένο μέσα σε θείο φως, πράο, ειρηνικό, μεταμορφωμένο!
«Βιάζομαι, έλεγε, βιάζομαι να πάω στον Χριστό».
Την επόμενη ημέρα, η απρόσμενη είδηση έφθασε και στην πρεσβυτέρα του: ο π. Ηλίας, ο σύζυγός σας, κάηκε ολοζώντανος, όταν φωτιά ξέσπασε στις φυλακές…!
Κοιμήθηκε-μαρτύρησε στις 16 Φεβρουαρίου του 1934.
Για όλους εμάς, ίσως και εσένα, που ρωτάμε καθημερινά, ανθρώπινα, αυτενέργητα, κάποτε και δικαιολογημένα «έως πότε, Κύριε», «γιατί», «πού είσαι» κα άλλα σχετικά ερωτήματα, για όλους εμάς, λέγω, τέτοια συναξάρια αγίων ως του Αγίου Ιερομάρτυρος Ηλία, του ταπεινού και εγγάμου κληρικού, τέτοια συναξάρια, μην το ξεχνάς, είναι πλέον αγαπημένα, πλέον ανθρώπινα, πλέον «γήινα» και στρωτά και, ενδεχομένως, αποτελούν απάντηση στις τόσες αναζητήσεις και στα τόσα μας ερωτήματα…!